Μουσικά έργα, γραμμένα από σπουδαίους Έλληνες συνθέτες, ηχούν στο Βελιγράδι. Εκατοντάδες Σέρβοι έχουν συγκεντρωθεί στη βασική αίθουσα συναυλιών της πόλης, για να ακούσουν Έλληνες μουσικούς να τα ερμηνεύουν. Η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης (ΚΟΘ), γίνεται η πρώτη ελληνική ορχήστρα που εμφανίζεται στη σερβική πρωτεύουσα και με τον τρόπο αυτό, ανοίγει διαύλους πολιτισμού ανάμεσα στις δύο χώρες.
Μαζί με την ΚΟΘ -και υπό τη διεύθυνση του σπουδαίου μαέστρου Μίλτου Λογιάδη, συμπράττει η Νορβηγίδα τρομπετίστα με το σπάνιο ταλέντο, Tine Thing Henselth, η οποία δίνει άλλο νόημα στη συναυλία με τον εκφραστικό και λυρικό της ήχο.
Η συναυλία της Tine Thing Helseth με την ΚΟΘ δόθηκε το βράδυ της περασμένης Κυριακής στο Kolarac Concert Hall του Βελιγραδίου, στο πλαίσιο του έργου «Δράσεις εξωστρέφειας και διεθνοποίησης της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης», που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω του προγράμματος «Ελλάδα 2.0 – Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας».
«Με πολύ σαφή τρόπο χτίζουμε γέφυρες προς τις γειτονικές μας χώρες που έχουν τον δικό τους ιδιαίτερο μουσικό πολιτισμό και ταυτόχρονα δημιουργούμε ένα brand name για την ορχήστρα μας, το οποίο όλο και ισχυροποιείται σε διεθνές επίπεδο. Αυτό συμβαίνει τόσο με την ηχογράφηση που έχουμε κάνει, όσο και με την παρουσία μας με πολύ επιτυχημένες συναυλίες σε μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες», δήλωσε στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης Σίμος Παπάνας, υπογραμμίζοντας τη σημαντικότητα του γεγονότος ότι πρώτη φορά ελληνική ορχήστρα παίζει στο Βελιγράδι.
«Η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης υλοποιεί τον προγραμματισμό της με εξωστρέφεια και δυναμισμό, έχοντας ευρωπαϊκό προσανατολισμό, απορροφώντας ευρωπαϊκά κονδύλια και με τη συνεχή στήριξη του υπουργείου πολιτισμού, όχι μόνο ως βασικός συντελεστής, αλλά και ως πρεσβευτής του σύγχρονου ελληνικού μουσικού πολιτισμού», πρόσθεσε ο αντιπρόεδρος της ΚΟΘ Αντώνης Κωνσταντινίδης.
Πάνω από 600 Σέρβοι θεατές απόλαυσαν την ΚΟΘ στην πρωτεύουσά τους
Κυριακή απόγευμα στο κέντρο του Βελιγραδίου, ακριβώς απέναντι από το Φοιτητικό Πάρκο, έχει συγκεντρωθεί κόσμος, που περιμένει να ανοίξουν οι πόρτες του Kolarac Concert Hall, για να περάσει μέσα. Λίγη ώρα αργότερα, όλοι έχουν πάρει τις θέσεις τους απέναντι από τη σκηνή, όπου βρίσκεται για πρώτη φορά μια συμφωνική ορχήστρα από την Ελλάδα.
Η ώρα έχει πάει 8 και τελευταίος εμφανίζεται ο άνθρωπος που θα διευθύνει την ΚΟΘ για την αποψινή συναυλία. Μόλις κοπάσει το χειροκρότημα υποδοχής, επικρατεί για λίγα δευτερόλεπτα απόλυτη ησυχία, την οποία, με την πρώτη κίνηση των χεριών του Μίλτου Λογιάδη, διαδέχονται αρμονικοί ήχοι.
Καθώς το πρόγραμμα «ξεδιπλώνεται», μελωδίες και συναισθήματα «σκεπάζουν» το κοινό. ‘Ατομα κοιτούν μαγεμένα, με μια έκφραση ηρεμίας και πληρότητας ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους. Κάποιοι άλλοι ακούν τη μουσική με κλειστά μάτια, προκειμένου να κρατήσουν ενεργοποιημένες όσο το δυνατόν λιγότερες αισθήσεις. ‘Αλλοι επιχειρούν να ακολουθήσουν με το βλέμμα τους την πορεία του ήχου και να εξακριβώσουν από ποια όργανα προέρχεται κάθε φορά. Ανάμεσά τους βρίσκονται πολλά μικρά παιδιά, που απολαμβάνουν με την ίδια προσήλωση και ευχαρίστηση το θέαμα. Όλοι τους, χειροκροτούν στα σωστά σημεία του προγράμματος, αποκαλύπτοντας ότι πρόκειται για ένα εκπαιδευμένο κοινό.
Κλασικά έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου και έργα Ελλήνων συνθετών
Το πρόγραμμα ξεκίνησε με Γιόζεφ Χάυντν (1732-1809) και το «Κοντσέρτο για τρομπέτα σε μι ύφεση μείζονα, Hob.VIIe:1» και ακολούθησε Νίκος Σκαλκώτας (1904-1949), με τη «Μικρή συμφωνία σε σι ύφεση μείζονα» (1948). Το επόμενο μέρος περιλάμβανε Αλεξάντρ Αρουτιουνιάν (1920-2012) με «Κοντσέρτο για τρομπέτα σε λα ύφεση μείζονα» και έκλεισε με Γιάννη Κωνσταντινίδη (1903-1984) και τη «Δωδεκανησιακή σουίτα αρ.2».
«Συνδυάσαμε το κλασικό κονσέρτο του Χάυντν με την νεοκλασική συμφωνία του Σκαλκώτα και το εθνικής σχολής έργο του Κωνσταντινίδη με το εθνικής σχολής αρμένικο Αρουτιουνιάν, ώστε να υπάρχουν συνδέσεις ανάμεσα στα προγράμματα», εξήγησε ο Σίμος Παπάνας.
«Είναι ένα πολύ πετυχημένο πρόγραμμα με την έννοια ότι μας δίνει τη δυνατότητα να παίξουμε μαζί με τη σολίστ δύο εξαιρετικά και πολύ σημαντικά κοντσέρτα του ρεπερτορίου της τρομπέτας και παράλληλα να προβάλλουμε και την ελληνική μουσική δημιουργία και δύο διαφορετικούς μουσικούς κόσμους: Τον κόσμο του Κωνσταντινίδη που είναι πιο ιμπρεσιονιστικός και τον κόσμο του Σκαλκώτα που είναι ένας πολύ ιδιαίτερος μουσικός κόσμος, με την ιδιοφυία του μοναδικού αυτού συνθέτη», σχολίασε ο κ. Λογιάδης.
Μάγεψε με τις σόλο ερμηνείες της στην τρομπέτα η Tine Thing Henselth
Η αρμονία της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, εκπέμπεται και από την ενδυματολογική εμφάνισή της. Οι μουσικοί της ΚΟΘ, πίσω από τα όργανά τους, είναι ντυμένοι στα μαύρα. Τη διαφορετική …νότα δίνει η «πρωταγωνίστρια» της βραδιάς που εμφανίστηκε φορώντας ένα λευκό φόρεμα με αστραφτερά στοιχεία. Μία 37χρονη τρομπετίστα, που έχει κατακτήσει ολόκληρο τον κόσμο με το ταλέντο της.
Η Tine Thing Henselth αποτελεί έναν «λαμπρό κρίκο» στην αλυσίδα των καλλιτεχνών με τους οποίους έχει συμπράξει η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. Η ίδια διαπρέπει ως σολίστ, επιπλέον ως επικεφαλής του δημοφιλούς γυναικείου συνόλου χάλκινων πνευστών «tenThing», αλλά και ως τραγουδίστρια και τραγουδοποιός.
Στη συναυλία της με την ΚΟΘ εμφανίστηκε με την πρώτη της ιδιότητα, ερμηνεύοντας δύο εντελώς διαφορετικά κοντσέρτα για τρομπέτα. Το κλασικής ομορφιάς του Χάυντν που έχει χαρακτηριστεί ως το καλύτερο κοντσέρτο αυτού του μεγάλου δασκάλου και το δυναμικό κοντσέρτο του Αρουτιουνιάν με τα μελωδικά και ρυθμικά χαρακτηριστικά της παραδοσιακής μουσικής της Αρμενίας και τους χαρακτηριστικούς αυτοσχεδιασμούς ashughner. «Είναι δύο καθιερωμένα κοντσέρτα για τρομπετίστες. Πρώτα το κοντσέρτο του Χάυντν από την κλασική περίοδο, που επιδεικνύει για πρώτη φορά, εκείνη την εποχή, τη σύγχρονη τρομπέτα. Είναι πάντα διασκεδαστικό να το παίζω, καθώς βγάζει τη δεξιοτεχνική πλευρά του οργάνου. Μετά παίζουμε το κοντσέρτο του Αρμένιου συνθέτη Αλεξάντρ Αρουτιουνιάν, κάπως ρομαντικό, με πολύ πάθος, ένα πολύ διαφορετικό κοντσέρτο από του Χάυντν, με τεράστιο ήχο, πολύ συναίσθημα, μεγάλες γραμμές και ακόμα μερικές διασκεδαστικές, γρήγορες στιγμές, “πιασάρικες” μελωδίες», είπε η ίδια σε δηλώσεις της.
Στο τέλος της συναυλίας ζήτησε από το κοινό να σταματήσει το παρατεταμένο χειροκρότημά του και έπαιξε σόλο ένα παραδοσιακό κομμάτι της πατρίδας της, μεταφέροντας τη συγκίνησή της και στο κοινό.
Στο μεταξύ, οι μουσικοί δρόμοι της Tine Thing Henselth και του μαέστρου της βραδιάς Μίλτου Λογιάδη είχαν συναντηθεί ξανά στο παρελθόν. Συγκεκριμένα, το 2005, ο κ. Λογιάδης βρισκόταν στην Αυστρία για μία συναυλία με την καμεράτα της Βιέννης και του ζητήθηκε να κάνει το «Κοντσέρτο για τρομπέτα» του Νερούντα με την νεαρή πρωτοεμφανιζόμενη και βραβευμένη μουσικό, την 18χρονη τότε Henselth. Τη διαπίστωση αυτή έκαναν με έκπληξη και χαρά οι δυο τους, στο πλαίσιο της νέας τους συνεργασίας, 19 χρόνια μετά.
Η ιδιαιτερότητα του έργου του Σκαλκώτα και η «σκηνοθεσία» του μαέστρου
«Πρόκληση» χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη συναυλία ο Μίλτος Λογιάδης, ειδικά όσον αφορά το έργο του Σκαλκώτα, που δεν είχε παιχτεί ποτέ πριν από την ΚΟΘ. «Είναι ένα πολύ απαιτητικό έργο, που φτάνει σε πολλές περιπτώσεις τους μουσικούς στα άκρα. Δηλαδή έχει τεχνικές απαιτήσεις και από τους ίδιους και από τα όργανα, τα οποία πολλές φορές τα βάζει στα όρια του εύρους που μπορούν να παίξουν (χαμηλά – ψηλά)», είπε χαρακτηριστικά.
Αρμοδιότητά του, όπως λέει, ήταν να κατανοήσει ποιο είναι το βασικό θέμα, ποια άλλα μουσικά θέματα ακούγονται παράλληλα, καθώς και ποια είναι τα όργανα που το συνοδεύουν, γιατί πάρα πολύ συχνά, παίζουν όλα μαζί. «Αυτό σημαίνει ότι πρέπει κανείς να μπορεί να κάνει ευκρινές στον ακροατή το πού βρίσκεται το μουσικό μοτίβο το οποίο πρέπει να ακολουθεί στ’ αφτί του, ποιοι συνοδεύουν και ποιοι κάνουν διάλογο με αυτό το μοτίβο σε δεύτερη μοίρα. Όλα αυτά είναι ταυτόχρονα, δηλαδή μπορεί να βρεις έως και πέντε στάδια παράλληλων κινήσεων των οργάνων μαζί με ένα μοτίβο. Αν λοιπόν αυτό δεν το εξηγήσεις στους μουσικούς ή δεν το δουλέψεις έτσι ώστε να είναι εμφανές στον κόσμο, μπορεί όλο να μπερδευτεί», εξήγησε.
Σαν άλλος …θεατρικός σκηνοθέτης λοιπόν ο μαέστρος, καθοδήγησε τόσο στο διάστημα της προετοιμασίας, όσο και στη σκηνή του Kolarac Concert Hall τα όργανα που έπαιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο σε κάθε περίπτωση, αυτά που «συνομιλούσαν» μαζί τους, αλλά και τα άλλα που «ψιθύριζαν» έναν άλλο σκοπό. «Το ζητούμενο είναι να είναι όλα εμφανή στο κοινό, αλλά να πρέπει να τα μοιράσεις με τέτοιον τρόπο ώστε να μην “καπελώνει” το ένα το άλλο, να λειτουργούν όλα ταυτόχρονα και δημιουργικά», κατέληξε.
Χάραξη εξωτερικής πολιτικής με …πολιτισμό
Το ταξίδι των μουσικών της ΚΟΘ για το Βελιγράδι ξεκίνησε το πρωί του Σαββάτου. Μετά από πολλές ώρες και αφού διένυσαν 600 χιλιόμετρα, έφτασαν στη Σερβική πρωτεύουσα, όπου είχαν μια ευκαιρία να πάρουν μια γεύση της πόλης, βλέποντας βασικά σημεία ενδιαφέροντος κοντά στο ξενοδοχείο διαμονής τους.
Μία καλύτερη εικόνα για τους ανθρώπους και την κουλτούρα τους, είχαν την ευκαιρία να σχηματίσουν το βράδυ της επόμενης μέρας, όταν είχαν απέναντί τους το φιλόμουσο κοινό και βλέποντας πώς υποδέχτηκε τους ίδιους και το πρόγραμμα που παρουσίασαν.
Η όλη δράση εντάσσεται στο έργο που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. «Στόχος του προγράμματος είναι η προβολή του ελληνικού πολιτισμού, όμως αυτός είναι και δικός μας στόχος. Η ορχήστρα μας προσπαθεί να είναι διπλή πύλη: Πύλη του παγκόσμιου μουσικού πολιτισμού προς το κοινό της Θεσσαλονίκης από τη μια, αλλά και πύλη του ελληνικού πολιτισμού προς τον κόσμο. Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα μας βοηθάει οικονομικά να πετύχουμε το στόχο μας και να βάλουμε τα θεμέλια για μία σχέση που θα διαρκέσει και μετά τη λήξη του προγράμματος», ανέφερε ο κ. Παπάνας.
«Μακάρι η εξωτερική πολιτική της χώρας να χαρασσόταν με πολύ περισσότερο πολιτισμό μέσα», ήταν η ευχή που εξέφρασε από την πλευρά του ο κ. Λογιάδης. «Αν είναι κάτι στο οποίο έχουμε δυνατότητα να παίξουμε ρόλο, να επηρεάσουμε, αλλά και να συνδέσουμε, είναι ο πολιτισμός μας. Πιστεύω ότι αν κάπου αξίζει να φανεί η Ελλάδα, δεν είναι για το γεγονός ότι έχει F16, όπλα ή ότι μπορεί να είναι μάχιμη και να κερδίζει πολέμους. Είναι ότι έχει μία τέτοια πολιτιστική κληρονομιά αλλά και μία σύγχρονη πολιτιστική κληρονομιά -που δεν γνωρίζει ο κόσμος- και να την αναδείξει», τόνισε, αναφερόμενους στους εξαιρετικούς μουσικούς που έχει η χώρα και ειδικά η ΚΟΘ, την οποία χαρακτήρισε «ίσως την καλύτερη ορχήστρα της Ελλάδας». «Γιατί λοιπόν να μην αναδεικνύουμε τους άξιους συνθέτες που έχουμε όπως ο Κωνσταντινίδης ή ο Σκαλκώτας και να μην προωθούμε όλα αυτά στα Βαλκάνια; Γιατί να μας γνωρίζουν μόνο για το σουβλάκι, για το μουσακά και τις παραλίες;», πρόσθεσε.
Ένας φανατικός Έλληνας με καρδιά Σέρβου
Πριν την έναρξη της συναυλίας, ένα μέλος της ΚΟΘ άφησε το τσέλο του, σηκώθηκε όρθιο και απευθύνθηκε στο κοινό, μιλώντας στη σερβική γλώσσα και παρουσίασε το πρόγραμμα που θα ακολουθήσει. Ο μουσικός αυτός είναι ο Ζόραν Στέπιτς, γεννημένος στο Βελιγράδι, από όπου έφυγε λίγους μήνες πριν την ενηλικίωσή του. Μετά από αρκετά χρόνια που έζησε σε Ιταλία, Βέλγιο και Γερμανία, «ρίζωσε» τελικά στην Ελλάδα και από το 1997 αποτελεί μέλος της ΚΟΘ.
Την Κυριακή, βρέθηκε με τη νυν «οικογένειά» του, την ΚΟΘ, στην πόλη που γεννήθηκε. «Είναι ανάμεικτα και πολύ περίεργα τα συναισθήματά μου. Το συνειδητοποίησα χθες και είπα στον εαυτό μου ότι είμαι ο μεγαλύτερος Έλληνας με σέρβικη καρδιά. Η οικογένειά μου, οι φίλοι μου, το σπίτι μου είναι στην Ελλάδα και πραγματικά αισθάνομαι και πιστεύω ότι εκεί ανήκω. Όταν όμως ήρθα προχθές εδώ στο Βελιγράδι, μου ξύπνησαν μνήμες από την παιδική μου ηλικία, ήταν όλα πολύ μακρινά και αισθάνθηκα περίεργα», δήλωσε ο 54χρονος.
Παθιασμένος με τη μουσική, νιώθει ευλογημένος και τυχερός που βιοπορίζεται κάνοντας το χόμπι του, ενώ θεωρεί το επάγγελμά του λειτούργημα. «Αυτήν την περίοδο η ορχήστρα μας, κάνει σειρά συναυλιών στα Βαλκάνια κι αυτό είναι κάτι πολύ όμορφο, γιατί είναι ένας πονεμένος τόπος, όπου είχαμε πολλές συγκρούσεις και προβλήματα. Εγώ ωστόσο θεωρώ ότι οι λαοί στα Βαλκάνια δεν έχουμε τόσο μεγάλες διαφορές όσο προσπαθούν να μας επιβάλλουν», είπε με παράπονο και εκτίμησε ότι η μουσική μπορεί να εξομαλύνει αυτά τα προβλήματα.
Αποστολή: Βαρβάρα Καζαντζίδου
Φωτογραφίες: ΚΟΘ/Γιάννης Γούτμαν