Τα τελευταία 15 χρόνια, μόλις φθάνει η περίοδος της Αποκριάς στην Ελλάδα, ο Μπίκο Αγκούσεφ, μαέστρος, σαξοφωνίστας και κλαρινετίστας αποχαιρετά την οικογένειά του στη Στρούμιτσα της Βόρειας Μακεδονίας και μαζί με την ορχήστρα του Biko Sax Agusevi ταξιδεύουν στη Νάουσα, με σκοπό, με τους ήχους από τα χάλκινα και τις μοναδικές μελωδίες τους με γρήγορο τέμπο, να συνεισφέρουν στο εορταστικό κλίμα στην πόλη.
Με αυτοκίνητα και βαν, στα οποία φορτώνουν τα μουσικά τους όργανα, (σαξόφωνο, αλτικόρνο, τούμπα, τρομπόνια, τρομπέτες, κορνέτες κ.ά), τα μέλη της μπάντας διασχίζουν τα σύνορα και φθάνουν στη Νάουσα για να πάρουν μέρος στο πολυήμερο βαλκανικό πάρτι.
Τη διαδρομή της μπάντας Biko Sax Agusevi από τη Στρούμιτσα έως τη Νάουσα καταγράφουν η Άννα Αντωνοπούλου και ο Γιώργος Σπυρίδης στο ντοκιμαντέρ τους «Ο Μπίκο και η ορχήστρα του» (Biko & His Balkan Orchestra), που κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, την Παρασκευή 14 Μαρτίου.
«Στο ντοκιμαντέρ παρακολουθούμε τον Μπίκο, που είναι μαέστρος και έχει μία ορχήστρα με 12 άτομα, οι οποίοι ανελλιπώς τα τελευταία 15 – φέτος 16, χρόνια πηγαίνουν στη Νάουσα την περίοδο του καρναβαλιού. Παίζουν μουσική σε ένα συγκεκριμένο εστιατόριο, στο οποίο γίνεται ένα βαλκανικό γλέντι που είναι ενταγμένο στις εκδηλώσεις της Αποκριάς της πόλης, και έχουν δημιουργήσει φιλίες στη διάρκεια όλων αυτών των ετών με τους Ναουσαίους» δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Άννα Αντωνοπούλου, η οποία μαζί με τον Γιώργο Σπυρίδη, έγραψαν το σενάριο και σκηνοθέτησαν το ντοκιμαντέρ.
«Ήμασταν διακοπές στη Αλεξάνδρεια Ημαθίας, ήταν Απόκριες και πήγαμε στη Νάουσα. Ανακαλύψαμε ότι εν μέσω των γεγονότων με τη Βόρεια Μακεδονία, με τη Συμφωνία των Πρεσπών, συγκροτήματα από τη γειτονική χώρα έπαιζαν μουσική μαζί με Έλληνες μουσικούς εντελώς αρμονικά και όταν ρωτήσαμε ποιοι είναι οι καλύτεροι ή ποιοι έχουν μια παράδοση στη Νάουσα, μας υπέδειξαν τη συγκεκριμένη μπάντα, τον Μπίκο και την ορχήστρα του» εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιώργος Σπυρίδης, ο οποίος είναι από την Αλεξάνδρεια και ζει στην Αθήνα.
Ο Μπίκο και η ορχήστρα του έχουν δεσμούς και φιλίες και στην Καστοριά, όπου παίζουν και στα Ραγκουτσάρια. Μάλιστα έχουν δημιουργήσει και ένα σχήμα με φίλους τους μουσικούς από τη Θεσσαλονίκη, έχουν εμφανιστεί μαζί και παλαιότερα -είχαν παίξει με τον Παζαρέντζη, που είναι από μια πολύ γνωστή μουσική οικογένεια της Νάουσας, τόνισε ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος του ντοκιμαντέρ.
Μιλάμε όλοι την ίδια γλώσσα, που είναι οι νότες της βαλκανικής μουσικής
«Είναι ένα ντοκιμαντέρ παρατήρησης. Παρατηρούμε τη ζωή του μουσικού στη Στρούμιτσα, στη γενέτειρά του, όπου υπάρχει μια συγκεκριμένη συνοικία (μαχαλάς), στην οποία ζουν τα μέλη της μπάντας. Ο ξάδελφός του είναι δύο βήματα από το σπίτι του και παίζουν συνέχεια μαζί μουσική. Ο Μπίκο προέρχεται από μουσική οικογένεια και συνεχίζει στην παράδοση με τον γιο του, που φοιτά σε Μουσικό Σχολείο και θέλει να ακολουθήσει την ίδια πορεία. Βλέπουμε την ορχήστρα να κάνει πρόβες, να πηγαίνει σε γλέντια και σε γάμους. Έχουν χτίσει ένα πολύ καλό όνομα γενικά στην ευρύτερη περιοχή, τους καλούν ακόμη και μετανάστες να παίξουν στη Γερμανία» ανέφερε ο Γιώργος Σπυρίδης.
Ο κινηματογραφικός φακός των δημιουργών ακολουθεί τον Μπίκο και τα μέλη της ορχήστρας του την περίοδο λίγο πριν από την αναχώρηση για τη Νάουσα, καταγράφει στιγμιότυπα της ζωής τους, αποτυπώνει τις πρόβες που κάνουν και τις συζητήσεις τους. Ακολουθεί ένα μέρος που είναι road movie, το ταξίδι τους από τη Βόρεια Μακεδονία στη Νάουσα και στη συνέχεια τη συνάντηση με τους φίλους τους στην Ελλάδα και την ένταξή τους στις αποκριάτικες εκδηλώσεις της πόλης. Παίζουν μουσική αμέτρητες ώρες και σταματούν μόνο για λίγο, σε ένδειξη σεβασμού, όταν περνάει το μπουλούκι με τις Μπούλες και τους Γενίτσαρους, που συμμετέχουν στο παραδοσιακό δρώμενο της Νάουσας.
«Το τελικό συμπέρασμα, αυτό που βγαίνει είναι, ότι η μουσική ενώνει τους λαούς και ότι μιλάμε όλοι πάνω – κάτω την ίδια γλώσσα, που είναι αυτές οι νότες της βαλκανικής μουσικής» υπογράμμισε ο Γιώργος Σπυρίδης. «Είναι μουσικό ντοκιμαντέρ, αλλά δεν εξαντλείται σε αυτό. Πιο πολύ αυτά που παρατηρούμε είναι η ζωή του μουσικού και οι ανθρώπινες σχέσεις και όχι η μουσική του μουσικού. Είναι ανθρωποκεντρικό το ντοκιμαντέρ, δεν είναι ένα βιντεοκλίπ. Απλά η μουσική υπάρχει στη ζωή τους και αναδεικνύεται και σε κάθε τους πτυχή. Και γι’ αυτό δεν θα τους δείτε μόνο να παίζουν, αλλά και ό,τι άλλο κάνουν συνδέεται με τη μουσική, είτε πηγαίνουν το παιδί στο Μουσικό Σχολείο, είτε πάνε να επιδιορθώσουν κάποια όργανα μουσικά, είτε πάνε να ακούσουν κάποιον άλλον μουσικό» σημείωσε.
Ο Μπίκο και οι άλλοι μουσικοί, τουρκόφωνοι της Βόρειας Μακεδονίας, στο ντοκιμαντέρ μιλούν τουρκικά και ελληνικά, τα οποία έμαθαν από τα ταξίδια τους στην Ελλάδα. «Μιλάνε κάποια ελληνικά γιατί όλα αυτά τα χρόνια έχουν αναγκαστεί να μάθουν, για να μπορούν να κάνουν τις συνεννοήσεις και τις συμφωνίες για τις εμφανίσεις τους. Εμείς είχαμε και βοήθεια από Έλληνα μεταφραστή που μιλούσε τουρκικά» εξήγησε η Άννα Αντωνοπούλου, σημειώνοντας ότι η γλώσσα δεν ήταν εμπόδιο, επειδή έχουν πλέον πολύ καλές σχέσεις με τους πρωταγωνιστές του ντοκιμαντέρ. Ξέρουν ότι μας ενδιαφέρουν, κάθε χρόνο βρισκόμαστε στη Νάουσα, αλλά και στη Στρούμιτσα έχουμε πάει κάποιες φορές, οπότε έχει δημιουργηθεί τέτοια σχέση, ώστε πολλές φορές δεν χρειάζονται και πολλά λόγια» υπογράμμισε η Άννα Αντωνοπούλου. Ο Γιώργος Σπυρίδης πρόσθεσε: «Είμαστε “καρντάσια”, όπως λένε. Όταν βρισκόμαστε ή αγκαλιαζόμαστε, αυτή είναι η προσφώνηση που χρησιμοποιούν. Αυτό δείχνει το κλίμα μεταξύ των κατοίκων της Βόρειας Μακεδονίας και της Ελλάδας» είπε ο Γιώργος Σπυρίδης. «Πιο πολύ βρήκαμε στοιχεία αποδοχής» συμπλήρωσε η Άννα Αντωνοπούλου.
«Είναι μία ταινία για τους γείτονες, που ζουν την απλή ζωή τους. Αυτός είναι ο ήρωάς μας, ο απλός άνθρωπος που διάγει τον τίμιο βίο του» τόνισε ο Γιώργος Σπυρίδης.
Η Άννα Αντωνοπούλου και ο Γιώργος Σπυρίδης, συνεργάτες και σύντροφοι στη ζωή, ένωσαν πρώτη φορά τις δυνάμεις τους για ένα μικρού μήκους ντοκιμαντέρ και αποφάσισαν να συνεργαστούν ξανά σε ένα μεγάλου μήκους, καθώς έχουν κοινό στόχο και κοινή αισθητική. «Αν με ρωτήσει κάποιος ποιανού ιδέα ήταν εκείνη, ή ποιος γύρισε εκείνη τη σκηνή, δεν μπορώ να απαντήσω. Νομίζω ότι έγιναν όλα κάπως από κοινού. Μάλιστα σε αυτό θα μπορούσα να προσθέσω και τον μοντέρ μας. Το ντοκιμαντέρ γίνεται κατά κύριο ρόλο μετά, στο μοντάζ, καθώς έχεις συγκεντρώσει τις ιδέες σου και εκεί φτιάχνεις τις προτάσεις σου και φτάνεις το τελικό σου έργο. Φυσικά πρέπει να έχεις διαλέξει και έναν καλό μοντέρ, που να είναι λειτουργικός μαζί σου. Μπορούμε να πούμε ότι είναι ο τρίτος δημιουργός. Είναι συμμετοχική η δημιουργική διαδικασία και όλοι προσθέτουν κάτι» σημείωσε.
Πατινάδα από το λιμάνι έως τον κινηματογράφο Μακεδονικόν την ημέρα της παγκόσμιας πρεμιέρας
Οι δημιουργοί του ντοκιμαντέρ επέλεξαν να ξεκινήσει η πορεία του από τη Θεσσαλονίκη, όπου θα κάνει παγκόσμια και εθνική πρεμιέρα. «Θέλαμε να μείνουμε στα Βαλκάνια. Θέλαμε να τιμήσουμε και τη Θεσσαλονίκη» τόνισαν και αποκάλυψαν ότι την ημέρα της πρεμιέρας σχεδιάζουν πατινάδα με έξι από τα μέλη της μπάντας του Μπίκο να ξεκινούν από το λιμάνι, να περνούν από το Ολύμπιον και να μπαίνουν στον κινηματογράφο Μακεδονικόν, όπου θα προβληθεί το ντοκιμαντέρ.
Κατερίνα Γιαννίκη
*Τις φωτογραφίες παραχώρησαν στο ΑΠΕ – ΜΠΕ οι δημιουργοί του ντοκιμαντέρ