Στην κατάμεστη αίθουσα εκδηλώσεων της Ελληνογερμανικής Αγωγής πραγματοποιήθηκαν χθες τα εγκαίνια της μεγάλης, αντιπροσωπευτικής έκθεσης του σύγχρονου ζωγράφου, Χρήστου Αντωναρόπουλου. Παράλληλα παρουσιάστηκε το βιβλίο με τη δουλειά του, υπό τον τίτλο «Χρήστος Αντωναρόπουλος, Έργα 1980 – 2024» από τις Εκδόσεις Νίκας.
Η έκθεση περιλαμβάνει έργα από όλο το φάσμα της δημιουργικής πορείας του καλλιτέχνη, όπως ενημερώνει σχετική ανακοίνωση. Την εκδήλωση άνοιξε η διευθύντρια Γυμνασίου της Ελληνογερμανικής Αγωγής, Κυριακή Πετρέα, τονίζοντας ότι η παρουσία της τέχνης σε κάθε σημείο του σχολείου αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των παιδιών. Μιλώντας για την παιδευτική αξία του έργου του Χρήστου Αντωναρόπουλου, στάθηκε σε ένα απόσπασμα συνέντευξης του ίδιου του ζωγράφου, ο οποίος όρισε το ταλέντο ως εξής: «Ταλέντο είναι η ασίγαστη, η άσβεστη επιθυμία να εκφραστεί κανείς μέσα από ένα μέσο, είτε είναι η μουσική, είτε ο λόγος, είτε η ζωγραφική. Ταλέντο δεν είναι δεξιοτεχνία. Όταν δεν τα παρατάς παρά τις αντιξοότητες, αυτό είναι ταλέντο. Το ταλέντο είναι μία ανάγκη».
Στα εικαστικά στάδια που ο Χρήστος Αντωναρόπουλος μέχρι σήμερα διήνυσε, καθώς και στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κάθε δημιουργικής του περιόδου, αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης η ιστορικός τέχνης και θεωρίας του πολιτισμού, Αθηνά Σχινά, γνωρίζοντας εις βάθος και διαχρονικά το έργο του. Η κυρία Σχινά μίλησε για έναν καλλιτέχνη τολμηρό, ο οποίος δημιουργεί διάλογο ανάμεσα στα πρότυπα και την απόσταση που τα χωρίζει από το παρόν και τη σημερινή εποχή, για έναν καλλιτέχνη που εκφράζει τις αγωνίες, τις ανάγκες, τα ερωτήματα και τα ζητήματα που τίθενται σήμερα, ενώ παράλληλα ασκεί έμμεση κοινωνική κριτική.
Κατά την παρουσίασή της, επιχείρησε μία διάκριση των περιόδων του έργου του Χρήστου Αντωναρόπουλου, ο οποίος σε γενικές γραμμές θα μπορούσε να τοποθετηθεί στο κίνημα του νεοεξπρεσιονισμού. Αναφέρθηκε στην πρώτη περίοδο, κατά την οποία τη σκέψη και την έκφραση του καλλιτέχνη καταλαμβάνουν θέματα που αντλούνται από τον διάλογο του ανθρώπου με τη φύση, από τον διάλογο της κίνησης και της χειρονομίας αφενός και της στατικότητας αφετέρου. Ολοκληρώνοντας την ενότητα αυτή, ο Αντωναρόπουλος περνά στη συνομιλία με τα μεσαιωνικά πρότυπα, αντλώντας έμπνευση από το Βυζάντιο, την Αναγέννηση και το Μπαρόκ. Η τρίτη περίοδος των έργων του Αντωναρόπουλου σηματοδοτείται από τη χρήση led φώτων και blacklights, τα οποία δημιουργούν την αίσθηση μιας υπεριώδους ακτινοβολίας. Το μυστηριακό φθορίζον φως επιστρατεύεται στα έργα που συνδέουν τον δημιουργό με την pop art, μέσα από γνώριμες φιγούρες. Η τελευταία ενότητα έργων αποτυπώνει το επίπλαστο των γιορτών και των επετείων που χάνονται μετά την παρέλευσή τους, χωρίς να αφήσουν τίποτα στην κοινή συνείδηση. Η κυρία Σχινά επίσης, αναγνώρισε τη χειρονομιακή ελευθερία την οποία ο δημιουργός επιστρατεύει για να επανεγγράψει αυτά με τα οποία θέλει να συνδεθεί, το παλίμψηστο ως βασική τεχνική των έργων του, καθώς πίσω από τη φθορά του πρώτου στρώματος ανακαλύπτεται μία νέα εικόνα. Ανέφερε ότι ο Αντωναρόπουλος «παλεύει» με τα υλικά, επιχειρεί συνεχώς αλλαγές και δημιουργεί ενότητες.
Ο ίδιος ο καλλιτέχνης, λαμβάνοντας τον λόγο για σύντομο χαιρετισμό, ευχαρίστησε την Ελληνογερμανική Αγωγή για τη φιλόξενη διάθεση απέναντι σε κάθε καλλιτεχνικό γεγονός που πραγματοποιείται στους χώρους του σχολείου και για τη διοργάνωση της έκθεσης των έργων του, καθώς και την κυρία Σχινά, η οποία, όπως είπε, «έκανε μια βαθιά ανατομία του καλλιτεχνικού σύμπαντος που επιχειρώ να δημιουργήσω».
Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 15 Νοεμβρίου 2024. Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα – Παρασκευή 10.00 – 20.00, Σάββατο – Κυριακή 10.00 – 14.00.