Ο Βασίλης Ξ. Σπηλιωτόπουλος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το βιβλίο του «Λαθρεπιβάτης μιας ζωής»

 Διαλεκτική σχέση με τον καρκίνο ανέπτυξε με τη συγγραφή του ιστορικού μυθιστορήματος «Λαθρεπιβάτης μιας ζωής» ο Βασίλης Ξ. Σπηλιωτόπουλος, ο οποίος, όπως καταθέτει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «Με μια δόση υπερβολής, οι ασθένειές μου εξελίχθηκαν σε λαμπερό προβολέα που φώτισε λίγο παραπάνω ”τη ζωή καθαυτή”…». Μάλιστα, τονίζει ότι «Ο ”Λαθρεπιβάτης μιας ζωής”, από μια άποψη και σε μεγάλο ποσοστό, αποτελεί τη γνήσια έκφραση της διαλεκτικής μου με τους καρκίνους, συνοπτικά ένα ζύγι της ζωής». Σε ό,τι αφορά στην επιλογή του τίτλου, επισημαίνει ότι «Ο τίτλος σηματοδοτεί τη διαδρομή ενός ανθρώπου ο οποίος επιζητεί να ερμηνεύσει και να πλεύσει τη ζωή και τον κόσμο ακυρώνοντας τα αναχώματα της καταγωγής, της κοινωνικής και πνευματικής πραγματικότητας». Εξάλλου, σημειώνει ότι «Η αφήγηση επιχειρεί να διαπεράσει τη ραχοκοκαλιά της κοινωνικής πραγματικότητας μιας εποχής όπου τα δεδομένα κλυδωνίστηκαν από τη στυγνή απονομιμοποίηση της λογικής τους βάσης, αποκαθηλώθηκαν σε σύμβολα ξεφτισμένων πρακτικών, κατέληξαν κι αυτά απολιθώματα του παρελθόντος. Ο ήρωας με τη διήγησή του εκφράζει τις αντιφάσεις, τα διλήμματα και τις διαψεύσεις που αντιμετωπίζει, αλλά και την προσήλωση στις ηθικές του αξίες, τις οποίες προσπαθεί να τηρήσει ως θεμελιώδη στοιχεία της στάσης και της πορείας του».

    Ακολουθεί η συνέντευξη-κατάθεση ψυχής, σκέψεων του συγγραφέα στο ΑΠΕ – ΜΠΕ:

   

    -Ας ξεκινήσουμε από το τι σήμανε για εσάς η συγγραφή του βιβλίου «Λαθρεπιβάτης μιας ζωής»…

   

   Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας, κυρίως όμως της συγγραφής, δεν ήταν για μένα διέξοδος, μα περισσότερο διαδικασία κατά τη διάρκεια των επάλληλων, προσβολών και θεραπειών μου από δύο πρωτογενείς καρκίνους. Η ενασχόληση με τη γραφή, παρότι προσφιλής από τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια, κατά τη διάρκεια των ασθενειών μεταλλάχθηκε σε μέθοδο, εντέλει με ώθησε να αναπτύξω διαλεκτική σχέση με τον καρκίνο.

   Κάτι που θα ήθελα να διευκρινίσω είναι πως παρά τον γενικόλογο ορισμό «καρκίνος», στην εκδήλωση και τις αντίστοιχες θεραπείες μιλούμε για ανεξάρτητες ασθένειες, με τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και βαθμούς δυσκολίας. Ουσιαστικά λοιπόν ακολούθησα διαδρομή πολυποίκιλης και πολυκύμαντης αγωνιώδους αναμέτρησης, η οποία στο σύνολό της κράτησε γύρω στα πέντε χρόνια, αν συνυπολογίσει κανείς και το χρονικό διάστημα επαναφοράς στο προηγούμενο επίπεδο φυσικής, αν όχι και πνευματικής αντοχής. Οφείλω να παραδεχτώ πως ακόμη και σήμερα, δύο σχεδόν χρόνια μετά την ολοκλήρωση των θεραπειών μου, δεν έχω ανακτήσει πλήρως το σθένος της πρότερής μου κατάστασης.

   Κι όμως ο καρκίνος υπήρξε μεγάλος δάσκαλος και καθοδηγητής, αφού αποτέλεσε έναυσμα και αφετηρία μιας διαπλαστικής πορείας, η οποία μου εμφύσησε μια άλλη αντοχή, κυρίως έναντι των εσώτερων ενοχών και δεσμεύσεων που καθυπότασσαν το «είναι» σε ανούσιες και χωρίς αντίκρισμα δήθεν επιλογές, όσο και κοινωνικές επιταγές. Με μια δόση υπερβολής οι ασθένειές μου εξελίχθηκαν σε λαμπερό προβολέα που φώτισε λίγο παραπάνω «τη ζωή καθαυτή»…

   Σε όλα αυτά πρωταρχικό ρόλο έπαιξε η σχέση που ανέπτυξα με τον «Λαθρεπιβάτη μιας ζωής», αφού μέσα και διά της πλοκής του «άνοιξα διαδρομές», προσέγγισα ανεξιχνίαστους προορισμούς και τελικά αντεπεξήλθα σε προκλήσεις, ψυχικές και σωματικές. Ο «Λαθρεπιβάτης μιας ζωής», από μια άποψη και σε μεγάλο ποσοστό, αποτελεί τη γνήσια έκφραση της διαλεκτικής μου με τους καρκίνους, συνοπτικά ένα ζύγι της ζωής.

   

   -Τον τίτλο του έργου πώς τον επιλέξατε και τι σηματοδοτεί;

   

   Θα σας είμαι ειλικρινής: η επιλογή του τίτλου δεν με ταλαιπώρησε καθόλου. Με λίγα λόγια, ήλθε σχεδόν φυσικά, λες και προέκυψε από τη διαδικασία της συγγραφής. Προφανώς ήταν βλαστός της εσώτερης άροσης που συντελέστηκε κατά τη διάρκεια μιας έντονης πνευματικής προσπάθειας.

   Εκτός αυτού, όμως, ο τίτλος σηματοδοτεί τη διαδρομή ενός απελεύθερου πρώην μουζίκου και όχι μόνο. Ενός ανθρώπου ο οποίος επιζητεί να ερμηνεύσει και να πλεύσει τη ζωή και τον κόσμο ακυρώνοντας τα αναχώματα της καταγωγής, της κοινωνικής και πνευματικής πραγματικότητας.

   Επίσης, η αφήγηση του βασικού ήρωα από μια άποψη είναι και η αποτύπωση της πορείας των περισσοτέρων, αν όχι όλων μας, οι οποίοι είτε αναλωνόμαστε στο βόλεμα μιας μηχανιστικής παθητικότητας είτε στην καλύτερη περίπτωση βασανιζόμαστε σκληρά στα όρια της γνώσης.

   Μου έρχεται στο νου η φράση του Καντ: «Ο έναστρος ουρανός πάνω μου, ο ηθικός νόμος μέσα μου».

   Τελικά ποιος είχε ποτέ στα αλήθεια το εισιτήριο αυτής της συναρπαστικής διαδρομής ανάμεσα στις δύο αιωνιότητες; Μήπως υπό μια έννοια δεν κινούμαστε όλοι λαθραία, άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο, πάνω στις ράγες της ζωής, από την οποία κρατούμε μόνο φευγαλέες, θαμπές παραστάσεις του υποκειμενικού;

   Ποιος εντέλει κατάφερε να αποσαφηνίσει την ασάφεια του βίου;

   Ο «Λαθρεπιβάτης μιας ζωής» δεν φιλοδοξεί να απαντήσει, μα να συνδράμει στη διαμόρφωση ερωτημάτων τέτοιων, από αυτά που ξεθολώνουν κάπως το νεφελώδες της αποσπασματικής μας αντίληψης…

   

   -Τι ήταν αυτό που σας ώθησε για να συγγράψετε ένα βιβλίο σχετικά με την ιστορία της Ρωσίας από το 1881 ώς και το 1918;

   

   Πάντα με ενδιέφερε ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της Ρωσίας. Ο συγκερασμός της ορμητικότητας των «υπερβόρειων» Ρως, με τον μυστικιστικό παγανισμό των αρχέγονων φυλών της Ευρασίας και τον Χριστιανισμό του Βυζαντίου, με εκείνο το ασυγκράτητο σθένος των Μογγολικών ορδών, εντέλει με την ακατάσχετη σφοδρότητα των αέρηδων της στέπας, τον γαλήνιο ρου των ποταμών· μα πόσο γοητευτικά ευγενής ο Βόλγας.

   Αυτό το κράμα βαθιάς ποιητικότητας και αρχέγονης αυθεντικότητας που αποπνέει η πορεία αυτής της μακραίωνης αυτοκρατορίας, η οποία στην ουσία ξεπερνά τα χίλια χρόνια ζωής, προξενούσε το ενδιαφέρον από τα νεανικά μου χρόνια. Κυρίως το δισυπόστατο μιας ευρωπαϊκής, όσο και ασιατικής εκδοχής, η αμφιταλάντευση ανάμεσα στους βογιάρους και την αριστοκρατία, αλλά και εκείνον τον καθηλωτικό χαρακτήρα των Ρώσων μουζίκων. Η ιστορία της Ρωσίας αποτελεί ένα κεφαλαιώδες και αναπόσπαστο κομμάτι του δυτικού μας πολιτισμού, τον οποίο σφράγισε ανεξίτηλα και πέραν πάσης αμφιβολίας, όσο κι αν κάποιοι θέλουν να αλλοιώσουν την μακραίωνη και αμφίδρομη σχέση Ρωσίας και Εσπερίας. Αποτελεί υπερβολή μήπως ότι τελικά η Ρωσία υπήρξε «οδός του μεταξιού» μεταξύ ευρωπαϊκής και ασιατικής κουλτούρας, όσο κι αν Μεγάλος Πέτρος και Μεγάλη Αικατερίνη προσπάθησαν να εμπεδώσουν προσανατολισμό.

   Ειδικότερα όμως η περίοδος της προεπαναστατικής, αλλά και επαναστατικής Ρωσίας, διαπνέονται με σχεδόν μοναδικά σαφή τρόπο από τις δυνάμεις της εξέλιξης και της ιστορίας, σε σημείο τέτοιο που χρόνος και νοήματα μοιάζουν να συμπυκνώνονται στο όριο του Σβάρτσινγκερ, στις παρυφές μιας «μαύρης τρύπας».

   Η ιστορική περίοδος τουλάχιστον ανάμεσα στα 1881 και 1918 είναι μια ευκρινής αποτύπωση της αιώνιας σχοινοβασίας μεταξύ ευταξίας και χάους, των δύο κεφαλαιωδών καταστάσεων της ύπαρξης. Είναι μια εποχή που ο ανθρώπινος ναρκισσισμός, η αλαζονεία, μοιάζουν να γιγαντώνονται κατά τη διάρκεια της ραγδαίας απαξίωσης της τσαρικής πραγματικότητας σε υπολείμματα διάψευσης ενός ακόμη κοινωνικο-πολιτικού συστήματος που ολοκλήρωσε τον ιστορικό του ρόλο και τελικά βυθίστηκε αύτανδρο, χωρίς ουσιαστική αντίδραση.

   Από τη μια, ο επιθανάτιος ρόγχος των δεδομένων και βεβαιοτήτων αιώνων κι, από την άλλη, οι σαρωτικοί άνεμοι της ανατροπής και του νέου.

   Θρήνος και πρωτόγονα ρωμαλέος ενθουσιασμός. 

   

    -Θεωρείτε ότι το παρόν έχει αναφορές στο παρελθόν που περιγράφετε;

   

   Ο Χέγκελ νομίζω πως είχε πει ότι αν κάτι διδάσκει η ιστορία είναι ότι οι άνθρωποι δεν διδάσκονται τίποτε από αυτήν.

   Όλη η περίοδος της προεπαναστατικής Ρωσίας, η ευρωπαϊκή πορεία προς την ανελέητη σφαγή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και η Ρωσική Επανάσταση, αποτυπώνουν και συνοψίζουν το κοντόφθαλμο της ανθρώπινης οπτικής, αλλά και την αδυναμία της διάνοιάς μας να επιζητήσει την ουσιαστική ερμηνεία και διαχείριση της συμβίωσης με όρους ταπεινότητας και μετριοπάθειας. Αγόμαστε και φερόμαστε από τον εγωισμό που διακατέχει τους μεμονωμένους «ήρωές» μας, αλλά και το σύνολο της κοινωνίας μας. Ίσως ακουστεί άκομψο σε κάποιους, αλλά η πορεία μας τελεί υπό τις τεράστιες δυνάμεις της «βαρύτητας» που αναπτύσσεται από τη μαζική μας εγωπάθεια, η οποία αλλοτριώνει, δηλητηριάζει, διαμορφώνει καθοριστικά τον χαρακτήρα αυτού που αυτάρεσκα ονομάζουμε πολιτισμό.

   Δεν είναι η σοφία αυτή που μας καθοδηγεί, το προαιώνια ενστικτώδες μαζί με τον Λόγο, μα οι παρορμήσεις και η υπερηφάνεια μιας αδικαιολόγητης ηγεμονίας του «εγώ», τα τελευταία δε διακόσια περίπου χρόνια η χωρίς μέτρο παράδοση στη θεοποίηση μιας αιτιοκρατικής λογικής που παραμένει αποσπασματική, με εγγενή ελαττώματα και παθογένειες. Η μέθη του απόλυτα υλιστικού πολιτισμού μας καθυποτάσσει σε έναν ολοκληρωτισμό, στη δήθεν ελευθερία επιλογής ανάμεσα σε μια υπερπληθώρα ανούσιων και ευτελών προσφορών. Με λίγα λόγια αρεσκόμαστε να πολλαπλασιάζουμε τον αθεράπευτο εγωισμό μας με τόσες ευτελείς προκλήσεις, τόσα μηδενικά· ως γνωστόν το αποτέλεσμα θα είναι πάντα μηδέν…

   Είμαστε τελικά θύματα της οκνηρίας μας ή ανεπρόκοπους μας θέλει το σύστημα;

   

   -Το βιβλίο μοιάζει να πατάει σε πολλούς κόσμους: ιστορία, φιλοσοφία, ψυχολογία. Πώς καταφέρατε να ισορροπήσετε σε αυτά τα επίπεδα, χωρίς να διαταραχθεί η νοηματική ενότητα του έργου;

   

   Η αφήγηση επιχειρεί να διαπεράσει τη ραχοκοκαλιά της κοινωνικής πραγματικότητας μιας εποχής όπου τα δεδομένα κλυδωνίστηκαν από τη στυγνή απονομιμοποίηση της λογικής τους βάσης, αποκαθηλώθηκαν σε σύμβολα ξεφτισμένων πρακτικών, κατέληξαν κι αυτά απολιθώματα του παρελθόντος. Ο ήρωας με τη διήγησή του εκφράζει τις αντιφάσεις, τα διλήμματα και τις διαψεύσεις που αντιμετωπίζει, αλλά και την προσήλωση στις ηθικές του αξίες, τις οποίες προσπαθεί να τηρήσει ως θεμελιώδη στοιχεία της στάσης και της πορείας του.

   Αναφερόμενη σε μια περίοδο όπου το πεπρωμένο επιφυλάσσει κεφαλαιώδεις ανακατατάξεις, η αφήγηση δομείται πολυεπίπεδη θέλοντας να αναδείξει μια όσο πιο ολοκληρωμένη εικόνα τόσο της κοινωνικής πραγματικότητας, όσο και των προσωπικών παλινδρομήσεων των ηρώων. Χαίρομαι που αναφέρεστε στην ισορροπία της διήγησης· αυτή προέκυψε από την ιστορία πρόδηλων αντιθέσεων και αντιπαραθέσεων, αλλά και από τη δράση σιωπηλών πρωταγωνιστών, οι οποίοι διαμόρφωσαν κραυγαλέα δεδομένα.

   

   -Αν μπορούσατε να συνομιλήσετε με έναν από τους χαρακτήρες του βιβλίου σας, ποιον θα διαλέγατε και τι θα τον ρωτούσατε;

   

   Καταρχάς, ως συγγραφέας, οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι όλοι τους παιδιά μου, οπότε δεν θα ήθελα να ξεχωρίσω κάποιον. Πέραν αυτού όμως, και, όπως ανέφερα, το βιβλίο αποσκοπεί να προκαλέσει προβληματισμό και ερωτήματα, όχι να προσφέρει συγκεκριμένες απαντήσεις, παρότι έχει σαφή νοηματικό προσανατολισμό. Έτσι ακόμη και για μένα ισχύει ότι οι χαρακτήρες του βιβλίου θέτουν ερωτήματα και όχι το αντίστροφο. Σας διαβεβαιώ πως όσο επανέρχομαι στο κείμενο τόσο ανακαλύπτω νέες πτυχές σκέψης, άλλες εκδοχές. Γιατί να μην πω ότι κατά κάποιο τρόπο η διήγηση διαπνέεται από την αρχή της απροσδιοριστίας του Χάιζεμπεργκ, αυτή την οποία θεωρώ κεφαλαιώδους σημασίας ακόμη και για αυτά τα ανθρώπινα μέτρα.

   Αν όμως ήθελα να εντοπίσω ιστορικές προσωπικότητας μέσα σε μια τόσο πολύβουη εποχή δεν θα μπορούσα να μη συμπεριλάβω τους πνευματικούς διαμορφωτές, τον Ραντίστσεφ, τον Τσερνισέφσκι, τον Κροπότκιν, αλλά και πολιτικούς σαν τον Βίττε ή εστεμμένους, όπως ο τσάρος μεταρρυθμιστής, ο Αλέξανδρος Β’. Μήπως όμως μπορώ να παραλείψω τον μοιραίο Κερένσκι ή τον βασανισμένο, φαταλιστή Νικόλαο Β’;

   Ειδική αναφορά βέβαια πρέπει να κάνω στην εξαίρετη Βέρα Ζασούλιτς και τον «ειδικό» άνθρωπο, τον Ράχμεντοφ του Τσερνισέφσκι.

   Τέλος, ποιος «έξωθεν» παρατηρητής μπορεί να αγνοήσει το μεγαλείο της προσωπικότητας του Λένιν, αυτόν που με την αλύγιστη θέλησή του, με την επιμονή στον ακατάσχετο φανατισμό του, διαμόρφωσε μια μειοψηφία, την οποία η τροχιά της ιστορίας πήρε από το χέρι και εγκατέστησε στον θρόνο της συγκυρίας, διαμορφώνοντας τελικά την ιστορία του 20ού αιώνα.

   

   -Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις κατά τη συγγραφή του «Λαθρεπιβάτη μιας ζωής»;

   

   Πολλές, αλλά κυρίως η αναμέτρηση με τους προσωπικούς μου δαίμονες, τις παλινωδίες μιας πορείας μακροχρόνιας, αλλά και πολυκύμαντης. Η εξιστόρηση για μια εποχή η οποία έχει αμετάκλητα παρωθηθεί στο παρελθόν, αποτελεί μια προσπάθεια ριψοκίνδυνη και κοπιαστική, σε σημείο που ο κίνδυνος της αποθάρρυνσης και τελικά της παραίτησης καραδοκεί διαρκώς. Με λίγα λόγια, αναμετρήθηκα τόσο με τις όποιες αντοχές μου, φυσικές και πνευματικές, αλλά και με αναστολές, οι οποίες εκπήγαζαν κυρίως από ηθικές αναστολές. Έχω διαρκώς στο νου τον Χάιζενμπεργκ· ο παρατηρητής καθίσταται μέρος και παράγοντας της μέτρησης…

   

   -Ποιο είναι το βασικό μήνυμα που θέλετε να κρατήσει ο αναγνώστης όταν κλείσει το βιβλίο;

   

   Γνωρίζω πως η αφήγηση είναι σε κάποια σημεία δύσκολη. Το βιβλίο είναι ογκώδες και απαιτεί προσήλωση. Αποτελεί απεικόνιση μιας εποχής τεκτονικών αλλαγών, που μεταφέρει ήχους και ρυθμούς της «Μεγάλης Έκρηξης». Κι όμως, τα μηνύματά του είναι εντέλει απλά, όσο και θεμελιώδη. Κυρίως ταπεινοφροσύνη έναντι κάθε έκφανσης της ζωής, σε κάθε μορφή πίστης, αλλά και προσπάθεια προσέγγισης της αρμονίας του υπερβατικού.

   Υπό μία έννοια, ας βυθιστούμε στους ρυθμούς αρχέγονων, παραδοσιακών μουσικών, αλλά και του Μπαρόκ, ας επιζητήσουμε τις συγχορδίες που εναρμονίζουν το ανθρώπινο στο ασαφές που ορίζει την ύπαρξή μας. Ας σταματήσουμε να κραδαίνουμε τα λάβαρα του εγωϊσμού και της μεγαλοστομίας και ας σιωπήσουμε σε λυτρωτικό αναστοχασμό, έστω για λίγο.

   Κλείνοντας το βιβλίο, θα επιθυμούσα να ξεσκεπαστούν τα ερωτήματα που καλύπτονται κάτω από τις παθογένειες και τις αδυναμίες μας…

   

   -Με ποιο γνώμονα αποφασίσατε να προσφέρετε το κύριο μέρος των εσόδων σας ως συγγραφέα στον Σύλλογο Φίλων Παιδιών με Καρκίνο ΕΛΠΙΔΑ;

   Λόγω της μέχρι τώρα πορείας του βίου μου έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία για τους καρκινοπαθείς, αλλά και για όλους όσοι μάχονται τον αγώνα της ζωής. Για αυτό άλλωστε και το βιβλίο είναι αφιερωμένο σε όλους αυτούς που έχουν προσεγγίσει τα όρια της ύπαρξης και της συνείδησης. Όταν λοιπόν ήλθα σε επαφή με τον ιδιοκτήτη της ΚΑΠΑ Εκδοτικής, τον ευγενή και αξιοπρεπέστατο Θοδωρή Κουλεδάκη, την ώρα που συζητούσαμε τα περί της συνεργασίας μας, αυθόρμητα, χωρίς δεύτερη σκέψη, αποφάσισα ότι το κύριο μέρος των εσόδων μου από το βιβλίο όφειλε να πάει υπέρ της μάχης ενάντια στον καρκίνο.

   Μου ήταν αυτονόητο να προσφέρω κάτι, έστω μικρό, κι όμως προϊόν της σημαντικότερης προσφοράς της ζωής μου, υπέρ του Συλλόγου Φίλων Παιδιών με Καρκίνο «ΕΛΠΙΔΑ». Επιθυμώ αυτό το προσωπικά καίριο όσο και πηγαίο δημιούργημά μου να ενισχύσει την καταπληκτική προσφορά του αγώνα κατά του παιδικού καρκίνου. Είναι η δική μου ενίσχυση υπέρ της αυθεντικής αγνότητας, ουσιαστικά του ανθρώπινου μεγαλείου, το οποίο προσωποποιήθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση από το ευεργέτημα της αείμνηστης Μαριάννας Β. Βαρδινογιάννη.

   

   -Καθώς η πλοκή ενέχει ανατροπές και εκπλήξεις, είχατε πράγματι σκεφτεί κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας και συγγραφής του «Λαθρεπιβάτη» την πιθανότητα μεταφοράς του στον κινηματογράφο ή την τηλεόραση;

   

   Ουδέποτε! Η ενασχόλησή μου με την έρευνα και τη συγγραφή αποτέλεσε από την αρχή ως το τέλος μια καθολικά προσωπική διαδρομή, η οποία διαμορφώθηκε ουσιαστικά από τις συνθήκες της ζωής μου, αλλά και από τη διαλεκτική μου σχέση με την ιστορία, την πλοκή του βιβλίου και τους ήρωές του. Πάλι μου έρχεται στον νου η φράση ενός άλλου σπουδαίου, του Χούγκο φον Χόφμανστάλ: «Το βάθος οφείλουμε να το αποκρύπτουμε. Πού; Μα στην επιφάνεια…».

   Οφείλω να ομολογήσω πως αν και η έκδοση του «Λαθρεπιβάτη μιας ζωής» έγινε μόλις τον Απρίλιο φέτος, ήδη υπάρχει ενδιαφέρον για την έκδοσή του στο εξωτερικό, γεγονός που ασφαλώς κολακεύει το έργο. Ακόμη περισσότερο που έγινα δέκτης κάποιων αρχικών σχολίων για την πιθανότητα να τύχει το βιβλίο κινηματογραφικής αποτύπωσης. Παρόλα αυτά θεωρώ ότι αυτό το τελευταίο είναι πρώιμο, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψιν ότι είμαι στη διαδικασία της συγγραφής της συνέχειας και ολοκλήρωσης της ιστορίας των δύο κύριων πρωταγωνιστών κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, όπου και παρουσιάζονται κάποιες εν πολλοίς άγνωστες για το ευρύ κοινό πτυχές της ευρωπαϊκής ιστορίας.

©amna.gr
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com