«Στον κινηματογράφο δεν μπορούμε να τα προβλέπουμε όλα, αλλά με επιμονή τα καταφέρνουμε», ανέφερε χθες (18/6), μεταξύ άλλων, ο θρυλικός διευθυντής φωτογραφίας Νίκος Καβουκίδης, ο οποίος συμπληρώνει 70 χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στο ελληνικό σινεμά, στην προβολή της ταινίας «Τζένη Τζένη» του Ντίνου Δημόπουλου (1966) που πραγματοποιήθηκε στον θερινό κινηματογράφο «Απόλλων» στα Λουτρά Αιδηψού, στο πλαίσιο του 4ου Evia Film Project. H πενθήμερη γιορτή για το πράσινο σινεμά που διοργανώνει για τέταρτη χρονιά το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, με την υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού, στη Βόρεια Εύβοια, συνεχίστηκε την Τετάρτη 18 Ιουνίου με προβολές, εργαστήρια για παιδιά και επαγγελματίες του σινεμά, καθώς και με την παρουσίαση των πρότζεκτ της Αγοράς.
Πριν την έναρξη της προβολής, ο Νίκος Καβουκίδης συνομίλησε με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, Ορέστη Ανδρεαδάκη, ο οποίος αναφέρθηκε στο πλούσιο έργο του ζωντανού θρύλου του ελληνικού σινεμά. «Όλες οι ταινίες του φετινού προγράμματος, μας δίνουν τροφή για σκέψη γύρω από το ελληνικό καλοκαίρι. Το “Τζένη, Τζένη” είναι μια ταινία του Ντίνου Δημόπουλου, γυρισμένη το 1965 στις Σπέτσες. Μαζί μας είναι ο άνθρωπος που κινηματογράφησε αυτή την ταινία, ο Νίκος Καβουκίδης, ο οποίος μπήκε στο σινεμά σε ηλικία δεκαπέντε ετών. Δούλεψε με όλους τους μεγάλους σκηνοθέτες αυτής της περιόδου, τον Αλέκο Σακελλάριο, τον Ντίνο Δημόπουλο, τον Γιάννη Δαλιανίδη και πολλούς ακόμα, σε εμβληματικές ταινίες που έχουμε όλοι αγαπήσει, πέρα από την ταινία που θα δούμε τώρα, όπως “Κοινωνία, ώρα μηδέν”, “Στεφανία”, “Ο Αστραπόγιαννος”, “Μια τρελή, τρελή οικογένεια”, “Λόλα” κά. Είναι επίσης από τους λίγους διευθυντές φωτογραφίας που πέρασαν και στον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο, έχοντας συνεργαστεί με όλους τους σκηνοθέτες που όρισαν αυτό το επαναστατικό ρεύμα του ελληνικού σινεμά: τον Παντελή Βούλγαρη, τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, τον Μιχάλη Κακογιάννη, τον Ροβήρο Μανθούλη και βέβαια τον Νίκο Κούνδουρο, σε επίσης εμβληματικές και σπουδαίες ταινίες, όπως “Το προξενιό της ‘Αννας”, “Τα χρώματα της ίριδος”, το “1922”, το “Μπορντέλο” και το “Μπάυρον, η μπαλάντα ενός δαιμονισμένου” του Νίκου Κούνδουρου. Τον αποκαλούν “θρύλο του ελληνικού σινεμά”, “Νέστορα της φωτογραφίας” και “μάγο του φωτός”. Ο ίδιος βέβαια θέλει να τον αποκαλούν απλώς δάσκαλο», δήλωσε και υποδέχτηκε στη σκηνή τον Νίκο Καβουκίδη.
Ο Νίκος Καβουκίδης ευχαρίστησε το κοινό για το θερμό του χειροκρότημα αλλά και όλη την ομάδα του Φεστιβάλ για τη δουλειά της σε όλες τις δράσεις, οι οποίες στηρίζουν τους Έλληνες επαγγελματίες του σινεμά. «Το Evia Film Project έχει μεγάλη σημασία γιατί υποστηρίζει τον πολιτισμό, μια πράξη την οποία έχει ανάγκη η Εύβοια μετά τις φωτιές. Έχω συγκινηθεί πολύ, γιατί το Φεστιβάλ με τιμά με την προβολή της ταινίας, αλλά και γιατί βλέπω ότι οι Ευβοιώτες έχουν αγκαλιάσει αυτή την πρωτοβουλία, η οποία εύχομαι να συνεχιστεί για πολλά χρόνια», επεσήμανε ο Νίκος Καβουκίδης.
Σε ερώτηση του Ορέστη Ανδρεαδάκη σχετική με το ελληνικό φως και τη φήμη ότι οι σκηνοθέτες το αποφεύγουν γιατί είναι δύσκολο να αποτυπωθεί, ο ίδιος σχολίασε: «Οι απαιτήσεις είναι διαφορετικές, ανάλογα αν το φιλμ είναι ασπρόμαυρο ή έγχρωμο. Το ελληνικό φως είναι σκληρό, και ειδικά στο έγχρωμο φιλμ χρειάζεται προσοχή και ακρίβεια. Ωστόσο, όλοι οι Έλληνες διευθυντές φωτογραφίας κατάφεραν να αιχμαλωτίσουν το ελληνικό φως και να κάνουν υπέροχες δουλειές, ο Γιώργος Αρβανίτης, ο Γιώργος Φρέντζος και πολλοί άλλοι».
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στη συνεργασία του με τη Τζένη Καρέζη, είπε: «Στην Τζένη άρεσε πολύ το ψαροντούφεκο και το ούζο, ενώ ήταν και φοβερή ταβλαδόρισσα! Είχαμε αποκτήσει πολύ καλή σχέση. Εγώ είχα φύγει από τη Φίνος Φιλμ πριν από το “Κοντσέρτο για πολυβόλα”, κι αυτή όταν έμαθε πως δεν θα είμαι στην ταινία διαμαρτυρήθηκε έντονα, λέγοντας: “Χωρίς τον Καβουκιδάκο, εγώ δεν την κάνω την ταινία!”».
Μιλώντας για τη συνεργασία του με εμβληματικές γυναικείες φιγούρες του ελληνικού κινηματογράφου, ο Νίκος Καβουκίδης σχολίασε: «Όλοι οι διευθυντές φωτογραφίας προσέχουν να παρουσιάσουν όμορφη την πρωταγωνίστρια. Στο “Δόλωμα” με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, θυμάμαι πως τραβούσαμε στη Φίνος Φιλμ με κάτι μεγάλες κάμερες που είχαν τζάμι μπροστά στον φακό. Η Αλίκη το χρησιμοποιούσε ως καθρέφτη, κι αν δεν της άρεσε κάτι, σταματούσε το γύρισμα. Εγώ θέλησα να τη φωτίσω διαφορετικά απ’ ό,τι συνήθως. Τελικά, όταν είδε το αποτέλεσμα σε μια δοκιμαστική προβολή, ξετρελάθηκε κι άρχισε να με αγκαλιάζει και να με φιλάει! Εγώ της είπα ν’ αφήσει τα φιλιά και να με αφήσει να τη φωτίσω όπως θέλω, κι έτσι έγινε τελικά».
Σχετικά με τις συνεργασίες του στον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο, ο Νίκος Καβουκίδης ανέφερε: «Με το νέο αυτό ρεύμα φύγαμε από τα πλατό της Φίνος Φιλμ και τραβήξαμε έξω, σε ταινίες όπως η “Ληστεία στην Αθήνα”, ή όπως η πρώτη ταινία του Βούλγαρη, το “Προξενιό της ‘Αννας”, αλλά και το ντεμπούτο του Παναγιωτόπουλου, “Τα χρώματα της ίριδος”. Εμείς οι Έλληνες καταφεύγουμε σε πατέντες. Επειδή δεν είχαμε πολλά λεφτά για παραγωγές, κάναμε ό,τι μπορούσαμε και τα καταφέρναμε μια χαρά».
Κλείνοντας, ο Νίκος Καβουκίδης μοιράστηκε με το κοινό μια ιστορία από τα γυρίσματα στα «Χρώματα της ίριδος», για μια σκηνή τραβηγμένη σε μια παραλία της Εύβοιας: «Σε μια σκηνή, ο Κώστας Σφήκας έπρεπε να βυθιστεί στο νερό κρατώντας μια ομπρέλα, αλλά δεν σκέφτηκε κανείς πόσο γρήγορα βαθαίνει η παραλία. Έτσι αυτός περπατούσε και περπατούσε για ώρα αλλά δεν βυθιζόταν με τίποτα! Τελείωσε το φιλμ, βράχηκε και το κοστούμι του. Ευτυχώς την επόμενη μέρα είχε κύμα και κάπως το κλέψαμε, καταφέραμε και τον βυθίσαμε. Θέλω να πω πως στον κινηματογράφο δεν μπορούμε να τα προβλέπουμε όλα, αλλά με επιμονή τα καταφέρνουμε».
Τον Νίκο Καβουκίδη τίμησαν με την παρουσία τους στην προβολή σπουδαίοι ηθοποιοί, ανάμεσά τους ο Σπύρος Παπαδόπουλος, ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης, ο Κώστας Αποστολάκης, ο Μιχάλης Σαράντης, ο Φάνης Μουρατίδης, ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης, η Αλεξάνδρα Αϊδίνη και ο Αργύρης Παυλίδης.
Ν. Μπακοπούλου
**Τη φωτογραφία παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ το γραφείο Τύπου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.