Η Τεχνητή Νοημοσύνη αλλάζει το εργασιακό τοπίο – Ρ. Μπαρδάνη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: Η διά βιου μάθηση δεν αποτελεί πλέον επιλογή, αλλά αναγκαιότητα

Η ταχύτατη πρόοδος της τεχνολογίας μεταβάλλει ριζικά το περιβάλλον της εργασίας, εγείροντας νέες και πολυδιάστατες προκλήσεις για εργαζόμενους και επιχειρήσεις. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν είναι ένα μελλοντικό σενάριο, είναι ήδη σε εξέλιξη.

   Σύμφωνα με εκπροσώπους της αγοράς εργασίας, το ζητούμενο δεν είναι να αποφύγουμε την αλλαγή, αλλά να την κατανοήσουμε και να την διαχειριστούμε ορθά.

   Με δεδομένο ότι ο ρυθμός και η ένταση των αλλαγών δυσχεραίνουν την ασφαλή πρόβλεψη των μελλοντικών αναγκών, η ικανότητα προσαρμογής σε αυτές καθίσταται όχι απλώς απαραίτητη, αλλά κρίσιμη, ώστε να συμβαδίσουν όλοι με τις εξελίξεις.

   Υπό αυτό το πρίσμα, απαιτείται εκπαίδευση, προσαρμοστικότητα και ενεργός εμπλοκή όλων των πλευρών (εργαζομένων, επιχειρήσεων και πολιτείας).

   Παράλληλα, ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν εξελίσσεται εν κενώ, αλλά εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, το οποίο περιλαμβάνει το σύνολο των σύγχρονων παραγόντων, όπως τις περιβαλλοντικές εξελίξεις, τους συστημικούς κινδύνους και τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες.

   Με βάση τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (ΕΛΙΝΥΑΕ), παρότι οι συμμετέχοντες εμφανίζονται εξοικειωμένοι με τη χρήση βασικών ψηφιακών εργαλείων και δείχνουν εμπιστοσύνη σε κοινές εφαρμογές (αναζήτηση, μετάφραση και συγγραφή), παραμένουν επιφυλακτικοί απέναντι σε πιο κρίσιμα ζητήματα, όπως η επίλυση τεχνικών προβλημάτων ή η διερεύνηση ατυχημάτων. Από την άλλη πλευρά, τα θετικά και αρνητικά συναισθήματα απέναντι στην Τεχνητή Νοημοσύνη είναι μοιρασμένα, αναδεικνύοντας την αβεβαιότητα απέναντι στις νέες εξελίξεις.

   Όπως αναφέρει η πρόεδρος του ΕΛΙΝΥΑΕ, Ρένα Μπαρδάνη, σε δηλώσεις της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σε πολλές περιπτώσεις, μπορεί να χρησιμοποιούν εργαλεία βασισμένα στις νέες τεχνολογίες, χωρίς απαραίτητα να το γνωρίζουν.

   Σε ό,τι αφορά την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία, η πλειονότητα των συμμετεχόντων στην έρευνα αναμένει θετικό αντίκτυπο της Τεχνητής Νοημοσύνης στον τομέα αυτό. Όπως επισημαίνει η κ. Μπαρδάνη, «στην πραγματικότητα, λόγω της μεγάλης ταχύτητας και ποικιλίας, οι προκλήσεις (ενδεχόμενοι κίνδυνοι για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία ή δυνατότητες βελτίωσης των συνθηκών εργασίας) βρίσκονται ακόμη σε διερευνητικό στάδιο διεθνώς και μπορεί να έχουν διαφορετική επίδραση σε διαφορετικούς τομείς. Δεν είναι δυνατόν να εξαχθούν στη φάση αυτή ασφαλή συμπεράσματα, αλλά θα πρέπει η κατάσταση να παρακολουθείται διαρκώς».

   Καθώς, λοιπόν, η Τεχνητή Νοημοσύνη και οι αυτοματοποιημένες τεχνολογίες εξελίσσονται με πρωτοφανή ταχύτητα, οι ανησυχίες για τον αντίκτυπό τους στην αγορά εργασίας γίνονται έντονες.

   «Ωστόσο, η ιστορία μας διδάσκει ότι κάθε μεγάλη τεχνολογική τομή — από τη βιομηχανική επανάσταση έως την ψηφιακή μετάβαση – μεταμορφώνει τον κόσμο της εργασίας. Πράγματι, παλαιότερα επαγγέλματα εξαφανίστηκαν, για να δώσουν τη θέση τους σε νέες ειδικότητες πιο εναρμονισμένες με τις ανάγκες και τα εργαλεία της εποχής» υπογραμμίζει η κ. Μπαρδάνη και προσθέτει ότι, σήμερα, η άφιξη της Τεχνητής Νοημοσύνης μας οδηγεί σε έναν αντίστοιχο μετασχηματισμό. Ωστόσο, όπως τονίζει, ο άνθρωπος δεν αντικαθίσταται, αλλά συνεργάζεται με την τεχνολογία, αξιοποιώντας τα δυνατά σημεία και των δύο.

   Η έρευνα του ΕΛΙΝΥΑΕ αναδεικνύει επίσης ότι απαιτείται ενεργός συμμετοχή και καλλιέργεια γνώσης από τον ίδιο τον εργαζόμενο. Σχεδόν το 83% των επιχειρήσεων έχει ήδη ενσωματώσει βασικά ψηφιακά εργαλεία, όπως μετρήσεις περιβαλλοντικών παραγόντων και συστήματα ασφαλείας, ενώ άλλες τεχνολογίες, όπως η μείωση καταπόνησης ή και η επαύξηση δυνατοτήτων, παραμένουν σε πρώιμο στάδιο υιοθέτησης.

   «Η γρήγορη εξέλιξη καθιστά αναγκαία τη συνεχή παρακολούθηση αυτών των δεικτών, ώστε να εξαχθούν έγκυρα συμπεράσματα και να αποφευχθεί η αποσπασματική χρήση νέων λύσεων» υποστηρίζει η κ. Μπαρδάνη.

   Οι δεξιότητες του μέλλοντος – Αναγκαία η διά βίου μάθηση

   Στο πλαίσιο της ταχείας τεχνολογικής εξέλιξης και της ενσωμάτωσης της Τεχνητής Νοημοσύνης στην παραγωγική διαδικασία, οι απαιτήσεις της αγοράς εργασίας μεταβάλλονται ουσιαστικά και ραγδαία. Σύμφωνα με την έκθεση Future of Jobs 2025 του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, σχεδόν το 40% των σημερινών δεξιοτήτων αναμένεται να μην είναι πλέον χρήσιμο έως το 2030.

   Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η κ. Μπαρδάνη σημειώνει ότι οι τεχνικές δεξιότητες, όπως η επάρκεια στη διαχείριση δεδομένων, η κατανόηση συστημάτων Τεχνητής Νοημοσύνης, η κυβερνοασφάλεια και οι γνώσεις στα θέματα της βιωσιμότητας, καθίστανται ολοένα και πιο κρίσιμες, ενώ οι οριζόντιες δεξιότητες (soft skills), όπως η αναλυτική και κριτική σκέψη, η συναισθηματική νοημοσύνη, η προσαρμοστικότητα και η ικανότητα συνεργασίας, αναγνωρίζονται ως καίριας σημασίας για την επιτυχή επαγγελματική ένταξη και εξέλιξη των εργαζομένων.

   Όπως εξηγεί, «η σύγχρονη τάση δείχνει μια σαφή απομάκρυνση από τα παραδοσιακά μοντέλα απασχόλησης και την έμφαση σε τυπικά προσόντα και δεξιότητες προς την κατεύθυνση της αξιολόγησης των πραγματικών δεξιοτήτων, της διά βίου μάθησης και της διεπιστημονικής επάρκειας.

   Οι αλλαγές αυτές αναδιαμορφώνουν τα επαγγελματικά προφίλ και καθορίζουν τις προτεραιότητες της μελλοντικής απασχόλησης.

   Οι εργοδότες στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε προσλήψεις, βάσει δεξιοτήτων και όχι αποκλειστικά βάσει πτυχίων, αναγνωρίζοντας την ανάγκη για ευέλικτα, καινοτόμα και διεπιστημονικά επαγγελματικά προφίλ».

   «Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η διά βιου μάθηση δεν αποτελεί πλέον επιλογή, αλλά αναγκαιότητα τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τις επιχειρήσεις, που επιθυμούν να παραμείνουν ανταγωνιστικές στο νέο ψηφιακό και τεχνολογικά ενισχυμένο εργασιακό περιβάλλον» σχολιάζει η κ. Μπαρδάνη.

   «Κλειδί» η εκπαίδευση και κατάρτιση των εργαζομένων

   Στη νέα ψηφιακή εποχή, κρίσιμο στοιχείο αποτελεί η στοχευμένη και έγκαιρη εκπαίδευση και κατάρτιση των εργαζομένων.

   Η μελέτη του ΕΛΙΝΥΑΕ δείχνει ότι ελάχιστες επιχειρήσεις έχουν εφαρμόσει ολοκληρωμένα εκπαιδευτικά προγράμματα, ενώ οι παραδοσιακές «οριζόντιες» εκπαιδεύσεις δεν καλύπτουν πλέον τις ανάγκες.

   Σύμφωνα με την κ. Μπαρδάνη, «χρειάζονται εκπαιδευτικά προγράμματα που συνδυάζουν τεχνικές γνώσεις, όπως ανάλυση δεδομένων για πρόβλεψη κινδύνων, κυβερνοασφάλεια δικτύων, “έξυπνα” Μέσα Ατομικής Προστασίας και αισθητήρια IoT, με οριζόντιες δεξιότητες, όπως η κριτική σκέψη, η προσαρμοστικότητα, η ομαδική συνεργασία και η δημιουργικότητα.

   Έτσι, οι επαγγελματίες Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία θα διαθέτουν τις απαιτούμενες γνώσεις, για να διαχειριστούν με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα τις νέες τεχνολογίες.

   Παράλληλα, η διασφάλιση ποιότητας, η τυποποίηση και η πιστοποίηση των προγραμμάτων, εγγυώνται την αποτελεσματικότητά τους, ενώ η στενή συνεργασία εκπαιδευτικών φορέων και επιχειρήσεων διασφαλίζει ότι το περιεχόμενο παραμένει άμεσα συνδεδεμένο με τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας».

   Η πολιτεία ως εγγυητής δίκαιης μετάβασης

   Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα νέα δεδομένα, ο ρόλος της πολιτείας είναι καθοριστικός για την επιτυχή ενσωμάτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης στην εργασία.

   Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η κ. Μπαρδάνη επισημαίνει ότι ο ρόλος της πολιτείας είναι να εξασφαλίσει τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που επιτρέπει την ασφαλή ανάπτυξη και την αξιόπιστη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης, με σκοπό τη μεγιστοποίηση των ωφελειών και την αντιμετώπιση των σχετικών προκλήσεων.

   Όπως αναφέρει, «η αλλαγή των δεδομένων απαιτεί και την ανάλογη προσαρμογή της, καθώς οι “παραδοσιακές” προσεγγίσεις δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία προχωρούν με πολύ γρήγορο ρυθμό και μεγάλη ποικιλία, ώστε δεν είναι δυνατόν να υπάρχει λεπτομερής τεχνική νομοθεσία για τον έλεγχό τους. Επίσης, η ταχύτητα των εξελίξεων και η τεχνική πολυπλοκότητα δημιουργούν μεγάλες δυσκολίες στην υφιστάμενη διαδικασία επί τόπου επιθεώρησης. Η πολιτεία θα πρέπει να προσαρμόσει την προσέγγισή της στην εποπτεία τόσο σε σχέση με το μοντέλο συμμόρφωσης των επιχειρήσεων, όσο και με τις τεχνολογίες που η ίδια θα χρησιμοποιεί για την εποπτεία».

   «Ταυτόχρονα, για να αντισταθμιστούν ενδεχόμενες απώλειες θέσεων εργασίας, λόγω της αυτοματοποίησης και της Τεχνητής Νοημοσύνης, η πολιτεία οφείλει να επενδύσει σε πρωτοβουλίες επανεκπαίδευσης (reskilling) και αναβάθμισης δεξιοτήτων (upskilling) του εργατικού δυναμικού. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, μέσω της θεσμοθέτησης επιδοτούμενων προγραμμάτων κατάρτισης, που θα δίνουν έμφαση σε θεμελιώδεις ψηφιακές γνώσεις, στην εξειδίκευση στην Τεχνητή Νοημοσύνη και σε οριζόντιες δεξιότητες. Η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό, μέσω στοχευμένης χρηματοδότησης, πρέπει να λειτουργεί ως μοχλός συνεργασίας μεταξύ κρατικών φορέων, πανεπιστημίων και ιδιωτικού τομέα, ώστε να διαμορφώνονται προγράμματα κατάρτισης, που ανταποκρίνονται έγκαιρα και ουσιαστικά στις εξελισσόμενες ανάγκες της αγοράς» συμπληρώνει η κ. Μπαρδάνη.

   Τι δείχνουν τα κύρια ευρήματα της έρευνας

   Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία της έρευνας του ΕΛΙΝΥΑΕ, με σκοπό την αποτύπωση των τάσεων σε επιχειρήσεις και οργανισμούς ως προς την υιοθέτηση ψηφιακών τεχνολογιών για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία και την καταγραφή εμπειριών και απόψεων σχετικά με προκλήσεις και προτεραιότητες πρόληψης, ενημέρωσης και εκπαίδευσης σε αυτόν τον τομέα.

   Στην έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε, μέσω ερωτηματολογίου, που απευθυνόταν σε ειδικούς για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία, συμμετείχαν 107 άτομα.

   Σχετικά με την ένταξη ψηφιακών τεχνολογιών στην εργασία, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι χρησιμοποιούνται ήδη ορισμένες τεχνολογίες, ενώ άλλες προγραμματίζονται να εφαρμοστούν στο άμεσο μέλλον.

   Ειδικότερα, συστήματα GPS και απομακρυσμένος έλεγχος εξοπλισμού ήδη χρησιμοποιούνται στο 48,6% και 47,7% των περιπτώσεων αντίστοιχα, ενώ το 15% σχεδιάζει να ενσωματώσει τον απομακρυσμένο έλεγχο εξοπλισμού μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.

   Εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης και μηχανικής μάθησης, καθώς και συσκευές μέτρησης παραμέτρων και «έξυπνα» Μέσα Ατομικής Προστασίας, χρησιμοποιούνται ήδη από το 30,8% κα το 25,2% αντίστοιχα, ενώ μικρότερο ποσοστό προγραμματίζει να τις εντάξει στο μέλλον.

   Εφαρμογές, όπως το Διαδίκτυο των Πραγμάτων, τα μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα (π.χ. drones), τα προηγμένα ρομπότ και η εικονική πραγματικότητα, χρησιμοποιούνται σε μικρότερα ποσοστά, ενώ τα εξωσκελετικά συστήματα χρησιμοποιούνται πολύ περιορισμένα.

   Οι εφαρμογές/συστήματα ψηφιακών τεχνολογιών χρησιμοποιούνται κυρίως για τη μέτρηση παραμέτρων, την ενίσχυση της ασφάλειας και την ανίχνευση επικίνδυνων καταστάσεων. Επίσης, χρησιμοποιούνται, σε μικρότερο όμως βαθμό, για την επίβλεψη εργασιών και την επιθεώρηση εγκαταστάσεων, τον εντοπισμό εκτάκτων περιστατικών, την παρακολούθηση διαδικασιών ασφάλειας και την εκπαίδευση, μέσω τεχνολογιών εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας.

   Σε μικρότερα ποσοστά, κάτω από 25%, χρησιμοποιούνται τεχνολογίες για την παρακολούθηση ζωτικών ενδείξεων, τη χρήση Μέσων Ατομικής Προστασίας και τη μείωση της καταπόνησης ή την επαύξηση δυνατοτήτων των εργαζομένων.

   Στην έρευνα αναδεικνύεται η ανάγκη για οργανωμένη και διαρκή εκπαίδευση των εργαζομένων, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και ασφαλής ενσωμάτωση των ψηφιακών τεχνολογιών στο εργασιακό περιβάλλον.

   Η πλειονότητα των συμμετεχόντων στην έρευνα θεωρεί ότι η επίδραση ψηφιακών τεχνολογιών στην Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία είναι θετική. Περίπου 1 στους 4 από τους ερωτώμενους απάντησε ότι το αν η επίδραση είναι θετική ή αρνητική «εξαρτάται», γεγονός που υποδηλώνει πως η τελική στάση απέναντι στην τεχνολογία επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες (π.χ. τεχνικές προδιαγραφές, τρόπος ενσωμάτωσης στο εργασιακό περιβάλλον και επίπεδο εκπαίδευσης του προσωπικού).

   Πάνω από 80% των ερωτηθέντων δείχνει να εμπιστεύεται τις ψηφιακές εφαρμογές για μετάφραση κειμένων και αναζήτηση επιστημονικών πληροφοριών για θέματα Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία, ενώ 2 στους 3 ερωτηθέντες δείχνουν εμπιστοσύνη στις εφαρμογές αυτές για τη συγγραφή κειμένων (66,4%).

   Όμως, χαμηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης καταγράφονται για πιο σύνθετες και κρίσιμες δραστηριότητες, όπως η εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου (41,1%), η επίλυση τεχνικών προβλημάτων (45,8%) και η διερεύνηση ατυχημάτων και παρ’ ολίγον ατυχημάτων (43,9%).

   Η πλειονότητα των συμμετεχόντων θεωρεί πολύ σημαντική την ανάπτυξη μεθοδολογικών εργαλείων και κατευθυντήριων οδηγιών για την εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου.

   Όσον αφορά στα συναισθήματα που δημιουργεί η Τεχνητή Νοημοσύνη, στους συμμετέχοντες στην έρευνα κυριαρχεί ο σκεπτικισμός (57% δηλώνει ότι αντιμετωπίζει με πολύ ή πάρα πολύ σκεπτικισμό τις σχετικές εφαρμογές). Επιπλέον, ένα σημαντικό ποσοστό εκφράζει αρνητικά συναισθήματα, όπως φόβο, ανασφάλεια και άγχος.

   Ωστόσο, θετικά συναισθήματα, όπως η αισιοδοξία (43,9%) και ο ενθουσιασμός (39,3%), αναδεικνύουν ότι ένα αξιόλογο μέρος των συμμετεχόντων διατηρεί θετική στάση απέναντι στις εξελίξεις στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης.

   Όπως σημειώνεται στην έρευνα, η πολυπλοκότητα των συναισθημάτων ενισχύει τη σημασία παραγόντων, όπως η ενημέρωση, η εκπαίδευση και η διασφάλιση ηθικών και κανονιστικών πλαισίων.

   Οι σημαντικότεροι παράγοντες στη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών, που αναδείχθηκαν από την έρευνα, είναι η ενημέρωση και η εκπαίδευση των χρηστών (90,7%), η προστασία των προσωπικών δεδομένων (81,3%) και η συμμετοχή των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους (80,4%) στις διαδικασίες που αφορούν την ενσωμάτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης στην εργασία.

   Τέλος, το κανονιστικό πλαίσιο (77,6%), καθώς και η διαφάνεια και λογοδοσία στις σχετικές αποφάσεις (79,4%), συγκεντρώνουν επίσης υψηλά ποσοστά, ενώ για τους συγκεκριμένους παράγοντες αρκετοί απάντησαν «δεν γνωρίζω», γεγονός που ενδεχομένως υποδηλώνει έλλειψη ενημέρωσης ή ανάγκη εμπλουτισμού και αποσαφήνισης του θεσμικού πλαισίου.

   Γεωργία Μπάρλα

©amna.gr
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com