Καλοδεχούμενοι οι γιατροί και οι νοσοκόμοι – Πώς εξουδετερώθηκε η βόμβα της υγειονομικής απειλής από την έλευση των προσφύγων της Μικρασίας

Της Τόνιας Α. Μανιατέα

«Ένας γιατρός ξένος και άσημος είναι πιο άοπλος κι απ΄ τον τελευταίο άνθρωπο στη γη. Θα πέθαινε από ασιτία και αξιοπρέπεια…». Ο Ηλίας Βενέζης, στη «Γαλήνη» του, περιγράφει τις δραματικές προσπάθειες της οικογένειας του γιατρού Δημήτρη Βένη, μέλη μιας ομάδας Μικρασιατών προσφύγων διωγμένων από τον τόπο τους, την Παλαιά Φώκαια, να επιβιώσουν στους βάλτους της Αναβύσσου.

Αν και μεσήλικας πια, ο πάλαι ποτέ ξακουστός γιατρός της Φώκαιας, ερχόμενος -άγνωστος μεταξύ αγνώστων- στη «μαμά Ελλάδα», που ανοίγει διστακτικά την αγκαλιά της στους κυνηγημένους της μικρασιατικής καταστροφής, θα κληθεί να δώσει κάμποσες μάχες για να σώσει δικούς και συντοπίτες από τις αρρώστιες, που επιφυλάσσει ο τότε τόπος των σκίνων, των βούρλων, των αλυκών.

Αλλά ο γιατρός Δημήτρης Βένης, ο κεντρικός ήρωας της Γαλήνης -τον οποίο ο Βενέζης εμπνέεται από έναν πραγματικό χαρακτήρα, τον Φωκιανό ιεροψάλτη Αντώνη Νικολαΐδη, που διαθέτει όλες τις χάρες που πρέπει να διαθέτει ένας γιατρός, φιλανθρωπία και αλτρουισμό- δεν είναι ασφαλώς ο μόνος που αγωνίζεται για την επιβίωση της οικογένειάς του και των γύρω του.

 

ΠΑΣ ΙΑΤΡΟΣ ΚΑΛΟΔΕΧΟΥΜΕΝΟΣ

 

Η μαζική έλευση των προσφύγων σε μια Ελλάδα περιορισμένων υποδομών έχει «κρασάρει» το σύστημα δημόσιας υγείας. Ο πληθυσμός της χώρας, ταλαιπωρημένος ήδη από τους συνεχόμενους πολέμους και τις κακουχίες, έχει στύψει το έτσι κι αλλιώς ασθενές σύστημα υγειονομικής φροντίδας και περίθαλψης. Τώρα, πρέπει να διαχειριστεί και τα κύματα των υποσιτισμένων, ασθενικών προσφύγων.

«…Η υγειονομική κατάστασις, η δημιουργηθείσα εκ του προσφυγικού ζητήματος, υπήρξε δια το κράτος πράγματι τραγική… Είναι γεγονός ότι πολυάριθμοι αφίξεις προσφύγων εις Θεσσαλονίκην παρουσίαζαν εικόνα μάλλον πτωμάτων κινουμένων ή ζώντων ατόμων. Η κατά τας πρώτας μέρας της αφίξεώς των θνησιμότης υπήρξε μεγίστη…» θα περιγράφει δέκα χρόνια μετά, σε μελέτη του, το στέλεχος των υγειονομικών υπηρεσιών στη Βόρεια Ελλάδα, Φωκίων Κοπανάρης.

«Πας ιατρός καλοδεχούμενος» γίνεται η επωδός των κυβερνήσεων Κροκιδά, Γονατά, Καφαντάρη, Παπαναστασίου. Η χώρα είναι διάπλατα ανοικτή στα εξωτερικά της θέματα. Αλλά και τα εσωτερικά δεν σηκώνουν και αναβολή. Οι πρόσφυγες στοιβάζονται σε αντίσκηνα και δημόσιες δομές, εκκλησιές, θέατρα, σχολειά, που δεν φτιάχτηκαν για φιλοξενία και συνεπώς οι συνθήκες υγιεινής δεν είναι καν οι στοιχειώδεις. Μία τουαλέτα καλείται να εξυπηρετήσει τις ανάγκες περισσοτέρων των 100 ανθρώπων, ενώ το μπάνιο, που ήταν καθημερινή συνήθεια των Μικρασιατών, γίνεται πια πολυτέλεια. Οι αρρώστιες στήνουν χορό…

Στα τέλη του 1919, η Ελλάδα διέθετε όλες κι όλες 4.500 νοσοκομειακές κλίνες κατανεμημένες σε 55 νοσηλευτικά ιδρύματα. Κατά τη διάρκεια του πολέμου ορισμένα νοσοκομεία ανέστειλαν τη λειτουργία τους λόγω έλλειψης υγειονομικού προσωπικού που είχε επιστρατευτεί και σταλεί στο μέτωπο, άλλα νοσοκομεία επιτάχθηκαν για να καλύψουν τις ανάγκες των τραυματιών των πολεμικών συγκρούσεων και άλλα υποχρεώθηκαν να διαθέσουν μέρος των κλινών τους για τις αυξημένες ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων. Η όξυνση των αναγκών υγειονομικής περίθαλψης μετά το 1922 επιβάλλει την ανάγκη ίδρυσης προσωρινών νοσοκομείων δυναμικότητας 2.630 κλινών, ορισμένα εκ των οποίων αναστέλλουν τη λειτουργία τους το 1927, λόγω έλλειψης πόρων και προσωπικού ενώ από τα υπόλοιπα, κάποια διατηρούνται με ευθύνη του κράτους και άλλα μετατρέπονται σε Δημοτικά Νοσοκομεία.

Με το πρώτο κιόλας κύμα εισροής στην Αθήνα, τον Σεπτέμβριο του 1922, πάντως, τίθενται σε λειτουργία ως νοσοκομεία για τους πρόσφυγες η Αστυκλινική Αθηνών και το κτήριο του Βαρβάκειου Γυμνασίου στην οδό Αθηνάς. Επιπλέον, συστήνονται δύο άτυπα νοσοκομεία (σε αντίσκηνα), το πρώτο πίσω από το νοσοκομείο Συγγρού και το δεύτερο στην περιοχή του Χατζηκυριάκειου στον Πειραιά.

 

«ΤΟΥΡΚΟΣΠΟΡΟΙ» ΚΑΙ «ΧΟΛΕΡΙΑΣΜΕΝΟΙ»…

 

Αλλά το ένα κύμα προσφυγιάς ακολουθεί το άλλο και η πρόχειρη υγειονομική υποδομή αποδεικνύεται ασφαλώς ανεπαρκής για να καλύψει τις ανάγκες. Στο λεκανοπέδιο τους πρώτους μήνες, μόνο η Κοκκινιά και η Καλλιθέα μετρούν περί τους 40.000 νεοαφιχθέντες και άλλους 30.000 η Καισαριανή, η Νέα Ιωνία και η Νέα Φιλαδέλφεια. Σε μία επταετία, οι πρόσφυγες στο λεκανοπέδιο, σε Καισαριανή, Βύρωνα, Νέα Ιωνία, Νέα Φιλαδέλφεια, Καλλιθέα, Νέα Κοκκινιά, Δραπετσώνα και Κερατσίνι, θα πλησιάζουν τους 180.000. Οκτακόσιες προσφυγικές κοινότητες αναπτύσσονται απ΄ άκρου σ΄ άκρο της χώρας και στο μεταξύ ενσκήπτουν τύφος σε 36 και ευλογιά σε άλλες 60. Ως τον Ιανουάριο του 1923 ο αριθμός θνησιμότητας αγγίζει τους 1.000 ανθρώπους τη μέρα.

Η υγεία τους ήταν εξαρχής κλονισμένη, αλλά ήρθαν κι άλλοι παράγοντες να την επιδεινώσουν. Η διατροφή τους εδώ είναι κάκιστη σε ποιότητα και ποσότητα. Όσο προσεγμένα κι αν είναι (είναι;) τα συσσίτια του Ερυθρού Σταυρού και της ξένης ανθρωπιστικής βοήθειας καταναλώνονται σε άθλιες υγειονομικά συνθήκες και, ως αποδεικνύεται, δεν επαρκούν για τη σίτιση των ανθρώπων. Στα μέσα της δεκαετίας του ’20 επιτόπιες έρευνες σε καταυλισμούς οδηγούν στη διαπίστωση ότι πολλοί θάνατοι προσφύγων οφείλονται όχι μόνο στην κακή διατροφή, αλλά στην πλήρη ασιτία. Ακόμα μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα της ύδρευσης. Το διαθέσιμο νερό είναι σχεδόν πάντα βρόμικο και ευνοεί την εκδήλωση και τη μετάδοση επιδημικών ασθενειών όπως οι δυσεντερίες και ο τύφος. Το δε γεγονός ότι πολλοί πρόσφυγες προερχόμενοι από περιοχές του μικρασιατικού χώρου, που έχουν ήδη προσβληθεί από μολυσματικές ασθένειες, όπως το Αϊδίνι και η Αμισός του Πόντου, έχουν εγκατασταθεί σε αντίστοιχα βεβαρημένες περιοχές της Ελλάδας, έχει επιδεινώσει την κατάσταση της υγείας τους. Εξάλλου, δεν είναι και λίγοι εκείνοι που αδυνατούν να προσαρμοστούν στις νέες κλιματολογικές συνθήκες.

Οι δυστυχείς ξεριζωμένοι από τον τόπο τους εκτός από τον χαρακτηρισμό «τουρκόσποροι» έχουν πλέον να διαχειριστούν και τον άλλο: «χολεριασμένοι». Όμως εκείνο που προέχει δεν είναι η ψυχολογία τους. Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, που έχει να προσφέρει η απροετοίμαστη χώρα, φέρνουν αποτέλεσμα που δεν περιορίζεται στους προσφυγικούς καταυλισμούς, όπου προσφέρουν τις πρόθυμες αλλά εντέλει πλημμελείς υπηρεσίες τους εθελοντές γιατροί. Τώρα πια απειλείται η δημόσια υγεία. Η πολιτεία ξεκινά μαζικούς εμβολιασμούς ανά την Ελλάδα, υποχρεωτικούς για τους πρόσφυγες, προαιρετικούς για τους γηγενείς. Ως τον Απρίλιο του 1923 εμβολιάζονται 550.000 πρόσφυγες. Στους καταυλισμούς γίνονται απολυμάνσεις και αποφθειριάσεις και ταυτόχρονα καταβάλλονται προσπάθειες για βελτίωση των προϊόντων διατροφής, ώστε να αντιμετωπιστούν οι αρρώστιες, που οφείλονται στο φαγητό.

Πριν εκπνεύσει το 1923, η Κοινωνία των Εθνών που πριν κώφευε σε όλες τις εκκλήσεις των ελληνικών κυβερνήσεων, αποφασίζει να αποδεχθεί το πρόβλημα. Επτά αμερικανικές και πέντε ευρωπαϊκές οργανώσεις αλληλεγγύης συνεργάζονται στενά με την ελληνική κυβέρνηση για τη διαχείρισης της κρίσης. Μία από τις αμερικανικές, δημιουργεί υγειονομικό σταθμό -εγκατάσταση καραντίνας, δηλαδή- στη Μακρόνησο, απ΄ όπου πλέον πρέπει να περνούν και να ελέγχονται όλα τα πλοία, που προορίζονται για τις ελληνικές ακτές.

Ως τον Νοέμβριο του 1923, πριν έρθει η βοήθεια από την Κοινωνία των Εθνών, η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να βοηθήσει 70.000 οικογένειες προσφύγων να εγκατασταθούν στη Μακεδονία, παρέχοντάς τους γη, σπόρους δημητριακών και ζώα. Ήταν το ένα τέταρτο των προς ώρας νεοφερμένων. Οι υπόλοιποι εξακολουθούν να επιβιώνουν με τα στοιχειώδη, βοηθώντας ο ένας τον άλλον. Δεν δέχονται πια να μαντρώνονται σε ανεπαρκείς δημόσιες δομές ή σε οικιστικά υποσύνολα (αλλέως πως «τενεκεδουπόλεις») στις παρυφές των συνοικισμών της Αττικής. Αποφασίζουν να χτίσουν τα δικά τους πλινθόκτιστα σπιτάκια σε τόπους ξεχασμένους από το κράτος. Τα πέριξ του Πειραιά μετατρέπονται σε προσφυγογειτονιές. Το ίδιο και της Αθήνας. Οι Μικρασιάτες ξέρουν από πάστρα. Απολυμαίνουν ασβεστώνοντας κάθε τρεις και λίγο τις παράγκες τους, καθαρίζουν σχολαστικά τους δρόμους στις γειτονιές τους, πλένονται τακτικά με πράσινο σαπούνι στις τσίγκινες σκάφες τους, βράζουν τα λιγοστά ρούχα τους. Οι αρρώστιες έχουν περιοριστεί. Αλλά οι ανάγκες για ιατροφαρμακευτική φροντίδα και περίθαλψη σε έναν τόπο που έχει αυξήσει δραματικά τον πληθυσμό του μοιραία πολλαπλασιάζονται.

Σταδιακά σε όλη τη χώρα ιδρύονται νοσοκομεία αποκλειστικά για πρόσφυγες. Το 1923 στους Αμπελόκηπους προκύπτει το Νοσοκομείο Προσφύγων Αθηνών (το 1935 θα μετονομαστεί σε «Ιπποκράτειον Γενικόν Νοσοκομείον»). Νωρίτερα, το νεοκλασικό κτήριο με το χαρακτηριστικό δωρικό πρόστυλο, που υψώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1880 με δωρεά του Γρηγόριου Μαρασλή για να στεγάσει Εμπορική Σχολή, χρησιμοποιείτο ως στρατιωτικό νοσοκομείο. Όταν καλείται να περιθάλψει πρόσφυγες, στελεχώνεται με γιατρούς από τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη.

 

…ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ…

 

Μία αγγελία στις εφημερίδες της εποχής καλεί τους πρόσφυγες επιγόνους του Ιπποκράτη, να προσέλθουν και να αναλάβουν καθήκοντα στα νοσοκομεία της χώρας, όπου το επιστημονικό προσωπικό δεν επαρκεί για τις τρέχουσες ανάγκες. Σχεδόν ταυτόχρονα δημοσιεύεται και δεύτερη αγγελία: «Όσοι και όσες εκ των διατελεσάντων νοσοκόμοι εις τα διάφορα ελληνικά νοσοκομεία της Μ. Ασίας επιθυμούσι να προσληφθώσιν ως νοσοκόμοι εις τα ενταύθα ιδρυόμενα προσφυγικά νοσοκομεία, δύνανται να προσέλθωσι την προσεχήν Δευτέραν και ώραν 11 π.μ….. (εκ του Υπουργείου της Περιθάλψεως)».

Αντίστοιχα νοσοκομειακά ιδρύματα που ιδρύονται ή οργανώνονται για τους πρόσφυγες είναι στη Ν. Ιωνία το Γενικό Νοσοκομείο «Η Αγία Όλγα» και στη Νέα Κοκκινιά το νοσοκομείο της οργάνωσης American Women’s Hospitals – «Νοσοκομεία Αμερικανίδων Κυριών (το σημερινό Γενικό Κρατικό Νίκαιας). Η ίδια οργάνωση έχει στήσει την εγκατάσταση της καραντίνας στη Μακρόνησο και σταδιακά ιδρύει άλλα επτά νοσοκομεία, πέντε από τα οποία στην Αττική, ένα μαιευτήριο στη Θεσσαλονίκη και ένα σανατόριο στη Θάσο.

Στη Θεσσαλονίκη, λειτουργεί το Κεντρικό Νοσοκομείο Προσφύγων (το σημερινό «Γεώργιος Γεννηματάς»), ενώ σε άλλες πόλεις της χώρας κάποια νοσοκομεία μετατρέπονται σε αποκλειστικά προσφυγικά.

Όσο για την υπόλοιπη Ελλάδα, η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ο αυτόνομος οργανισμός, που ιδρύεται το 1924 για να διαχειριστεί το δάνειο μεταξύ της Ελλάδας και της ΚτΕ για την αποκατάσταση των προσφύγων) επιχειρεί να καθιερώσει ένα σύστημα υγειονομικής οργάνωσης, που θα λειτουργεί παράλληλα με αυτό του υπουργείου Περιθάλψεως. Η ιδέα βασίζεται στο πρότυπο της κοντότας, που εφαρμοζόταν στις κοινότητες της Μικράς Ασίας και της Θράκης. Σύμφωνα με αυτό, κάθε χωριό ή κάποια χωριά, από κοινού, προσλαμβάνουν ένα γιατρό για τις ανάγκες των κατοίκων τους, ο οποίος πληρώνεται από τις οικογένειες και παρέχει ιατρική περίθαλψη αποκλειστικά σε αυτές. Ουσιαστικά πρόκειται για μιας μορφής «συνεταιρισμό» που στοχεύει στην εξασφάλιση ιατρικής και φαρμακευτικής περίθαλψης στο σύνολο των μελών του. Σύμφωνα, λοιπόν, με το σχέδιο της ΕΑΠ, αγροτικά ιατρεία θα πρέπει να λειτουργήσουν σε κάθε προσφυγικό χωριό, έτσι ώστε να εξυπηρετούν από 500 έως 800 οικογένειες προσφύγων. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα ιατρεία θα έχουν στην περιοχή ευθύνης τους δύο ή και τρία μικρά χωριά. Οι κάτοικοι θα χρεώνονται με ένα ποσό για το σύνολο της ιατρικής και φαρμακευτικής περίθαλψης που τους παρέχεται, ενώ οι υγειονομικές υπηρεσίες θα είναι προσιτές και σε άπορους γηγενείς, αλλά υπό αυστηρά προσδιορισμένους όρους.

Το μοντέλο υγειονομικής οργάνωσης που προτείνεται είναι αρκετά πλήρες, αφού προβλέπει όχι μόνο την εξασφάλιση γιατρού για τους πρόσφυγες, αλλά, επιπλέον, τη χορήγηση ελεγμένων φαρμάκων αλλά και τη γενικότερη εποπτεία πάνω στην ποιότητα των υπηρεσιών και των αγαθών που τους παρέχονται. Και όχι μόνον αυτό. Για την πλήρωση της θέσης του γιατρού, προσφέρονται συχνά επιστήμονες από την ίδια την προσφυγική κοινότητα, ώστε η άσκηση του λειτουργήματος αποκτά ένα ακόμη -συναισθηματικής φύσης- πλεονέκτημα.

Το σύστημα αυτό θα δουλέψει αρκετά ικανοποιητικά έως το 1930 που η ΕΑΠ θα διαλυθεί. Ήδη το 1925 λειτουργούν 53 αγροτικά ιατρεία στη Μακεδονία και τη Θράκη, τα οποία την τετραετία 1926-9 εξυπηρετούν κατά μέσο όρο 195.000 περιστατικά τον χρόνο. Με τον τρόπο αυτόν επιτυγχάνεται το ζητούμενο, η εξασφάλιση δηλαδή με ένα ετήσιο κόστος 190-200 δραχμών κατά προσφυγική οικογένεια «ιατρού καλώς αμειβομένου, φαρμάκων ανοθεύτων εις τιμήν κόστους και υγιεινής προφυλακτικής επιτηρήσεως».

Η βόμβα της υγειονομικής απειλής εξουδετερώθηκε.

Η ταφόπλακα στα όνειρα των προσφύγων για επιστροφή στην τακτοποιημένη ζωή τους στη Μικρασία μπαίνει με την υπογραφή της Ανταλλαγής. Με την επικύρωση της μόνιμης πλέον εγκατάστασής τους στην Ελλάδα, οι πρόσφυγες αρχίζουν να ενσωματώνονται στον πληθυσμιακό κορμό της χώρας, που αναδιοργανώνεται.

 

ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ

– Η Ελληνική Σμύρνη, Φ. Κλεάνθη (Εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας – Αθήνα 1996)

– Η Νιόβη θρηνούσε για τη Μικρά Ασία, P. Erbil (Εκδ. Τσουκάτου – Αθήνα 2003)

– 1922, Ο μεγάλος ξεριζωμός, National Geographic – November 1925

– «Η δημόσια υγεία εν Ελλάδι», Φ. Κοπανάρη (Εκδ. ιδιωτική – Αθήναι 1933)

– «Πρόσφυγες στην Ελλάδα 1821-1940: άφιξη, περίθαλψη και αποκατάσταση», Ν. Ανδριώτη (Εκδ. Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων – Αθήνα 2020)

– «Κληρονόμοι της Μικρασιατικής Καταστροφής», Ρ. Χίρσον (Εκδ. ΜΙΕΤ – Αθήνα 2004)

– «Γαλήνη» Ηλ. Βενέζη (Εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας – Αθήνα 2004)

– Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδος, Αντ. Μακρυδημήτρη (Εκδ. Ι. Σιδέρη – Αθήνα 1997)

– Η ιστορία των Ελλήνων 1910-1940 (Εκδ. Δομή – Αθήνα 2004)

©amna.gr
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com