Στον Έβρο, ένα από τα πολυτιμότερα δασικά οικοσυστήματα της Ευρώπης, στέκει σήμερα βαριά πληγωμένο αλλά περήφανο. Η καταστροφική πυρκαγιά του καλοκαιριού του 2023, η μεγαλύτερη που καταγράφηκε στην ΕΕ, ύστερα από 17 ημέρες “Αποκάλυψης” άφησε πίσω της στάχτες, σιωπή και απώλειες ανυπολόγιστης οικολογικής αξίας. Θλίψη. Όμως, κάτω από τα καβουρνιασμένα και τσακισμένα δέντρα, κάτω από το καμένο χώμα, η ζωή δεν έχει σωπάσει. Η φλέβα της ζωής προσπαθεί να βρει ρυθμό. Στο πρασίνισμα του ματιού, στα πρώτα βλαστάρια που ξεπροβάλλουν, στα δειλά τιτιβίσματα των πουλιών που επιστρέφουν, διακρίνεται το πείσμα και το θαύμα: η Φύση παλεύει να αναγεννηθεί. Και μαζί της, ένας ολόκληρος τόπος ελπίζει ξανά. Όπως τονίζει στο οδοιπορικό του ΑΠΕ-ΜΠΕ., ο Νίκος Γεωργιάδης, υπεύθυνος χερσαίου προγράμματος, WWF Ελλάς: «Από εδώ και πέρα, το δάσος δεν πρέπει να ξανακαεί».
Το χρονικό της καταστροφής
Η δασική πυρκαγιά της Πυλαίας εκδηλώθηκε στις 19 Αυγούστου 2023, πιθανότατα από κεραυνό, νοτιοδυτικά του χωριού Μελία. Στις 4:30 το πρωί, η φωτιά άρχισε να εξαπλώνεται σε ρεματιές βόρεια της Εγνατίας οδού και, καθοδηγούμενη από βορειοανατολικό άνεμο, διαδόθηκε γρήγορα προς τα νοτιοδυτικά και νότια. Μέχρι το μεσημέρι είχε φτάσει νότια της Εγνατίας, ενώ δύο ημέρες αργότερα, στις 21 Αυγούστου, ξέσπασε και μια δεύτερη πυρκαγιά βορειοδυτικά του υψώματος Γκίμπρενα, ίσως από ανθρώπινο λάθος. Οι δύο πυρκαγιές ενώθηκαν, δημιουργώντας μία άνευ προηγουμένου πύρινη λαίλαπα, που έκαιγε ανεξέλεγκτη για μέρες, οδηγώντας στον θάνατο πάνω από 20 άτομα και προκαλώντας την καταστροφή 942.500 στρεμμάτων, εκ των οποίων το 58% ανήκει στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς, περιλαμβάνοντας σπίτια, υποδομές, αποθήκες και ανυπολόγιστης αξίας ζωικό κεφάλαιο.
Θέλει δουλειά πολύ
Με απόφαση της γενικής διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος, το WWF Ελλάς ορίστηκε ως «Ανάδοχος Αναδάσωσης» για την ολιστική προσέγγιση της αποκατάστασης του συνόλου των δασικών οικοσυστημάτων που επηρεάστηκαν από την πυρκαγιά του 2023. Όπως τονίζει ο κ. Βαγγέλης Γκουντούφας, γενικός διευθυντής Δασών, ΥΠΕΝ, «μετά την καταστροφή κινηθήκαμε άμεσα και συντονισμένα προκειμένου να βοηθήσουμε τη φύση να αναγεννηθεί. Με εκτεταμένα έργα μέσω του προγράμματος Antinero, δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε άμεσα πλημμυρκά φαινόμενα, να συγκρατήσουμε τα εδάφη, και να βοηθήσουμε τη φύση και τους ανθρώπους για την αναγέννηση της περιοχής. Σε συνεργασία με το WWF, συνεχίζουμε αυτή την προσπάθεια, η οποία φέρνει αποτελέσματα».
«Γίνεται μία πολύ μεγάλη δουλειά. Υλοποιήσαμε αντιδιαβρωτικά και αντιπλημμυρικά έργα, στα οποία χρησιμοποιούνται τα κλαδιά και οι κορμοί των καμένων δέντρων ως πρώτη ύλη – τα λεγόμενα κορμοδέματα, κλαδοπλέγματα και κορμοφράγματα είναι πολύ σημαντικά στην αποκατάσταση του δασικού οικοσυστήματος», εξηγεί ο Σταύρος Τσιλίκουνας, διευθυντής Δασικών Έργων και Υποδομών, ΥΠΕΝ. Όπως εξηγεί απ΄ την πλευρά του ο κ. Γεωργιάδης, ειδικά για τις διπλοκαμμένες περιοχές, καθώς ορισμένες είχαν καεί ξανά μόλις έναν χρόνο πριν, τα επόμενα δύο-τρία έτη θα είναι πολύ σημαντικά για τον τρόπο ανταπόκρισης της περιοχής. Μέχρι στιγμής, από τις πρώτες εικόνες και τις εργασίες πεδίου, τα πράγματα δείχνουν καλά σε αρκετές από αυτές. Όπως λέει ο υπεύθυνος του WWF: «Έγινε μια ταχεία, κοπιαστική αλλά άρτια έρευνα πεδίου για να αποσαφηνιστεί και να προβλεφθεί η μεταπυρική φυσική αναγέννηση και να εντοπιστούν επιπρόσθετες προβληματικές παράμετροι. Μπορούμε να πούμε πως η φυσική αναγέννηση της τραχείας πεύκης αναμένεται ικανοποιητική. Τα πλατύφυλλα τα πηγαίνουν περίφημα παντού, με πολύ καλή αναβλάστηση». Όπως λέει: «Παρόλο που αρκετά δασικά είδη έχουν μηχανισμούς φυσικής αναγέννησης, δυστυχώς αυτό δεν συμβαίνει παντού. Υπάρχουν εκτάσεις κωνοφόρων δέντρων που έχουν διεθνή σημασία και αποτελούν σημαντικά ενδιαιτήματα για την πανίδα, που δεν μπορούν να αναγεννηθούν φυσικά, όπως η μαύρη πεύκη. Γι’ αυτές τις περιοχές θα πρέπει να περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα – που μπορεί να ξεπεράσει και τα 3 χρόνια – ώστε να δούμε αν τα γύρω άκαυτα άτομα μπορούν να βοηθήσουν με τη φυσική μεταφορά σπόρων στη φυσική αποκατάσταση. Στη συνέχεια, θα πρέπει να δούμε αν θα χρειαστούν μαζικές ή στοχευμένες και επιλεκτικές φυτεύσεις εμπλουτισμού». Σύμφωνα με τον κ. Γεωργιάδη, «καθώς θα περνά ο χρόνος, είναι πιθανό ότι και άλλες εκτάσεις ίσως χρειαστούν ανθρώπινη βοήθεια για να τα καταφέρουν. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, η μελέτη έχει ορίσει πολύ συγκεκριμένες περιοχές παρακολούθησης, για να δούμε πού και πώς θα πρέπει πιθανά να επέμβουμε στο μέλλον», ενώ ήδη έχει πραγματοποιηθεί τεχνητή αναδάσωση σε πάνω από 1.000 στρέμματα στην περιοχή.
Η σπάνια πανίδα επιστρέφει
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Βασίλης Ζαφειρόπουλος και ο Λευτέρης Καψάλης, επιστήμονες της Εταιρείας Προστασίας Βιοποικιλότητας Θράκης, που συμμετέχουν ενεργά στην προσπάθεια αναγέννησης της περιοχής, τονίζουν ότι το πάρκο έχει εξαιρετική αξία και σημασία για την πανίδα και ειδικά για τα αρπακτικά πτηνά, καθώς φιλοξενεί οκτώ από τα πιο εμβληματικά είδη. Όπως εξηγούν: “Οι άκαυτες νησίδες που γλίτωσαν από τις φλόγες, αποτελούν οάσεις βιοποικιλότητας μέσα στο καμένο δάσος. Είναι εξαιρετικά σημαντικές και πρέπει να προστατεύονται, γιατί από αυτές ξεκινά ο επαναποικισμός των ειδών”, όπως λένε, ενώ αναλύουν τις συντονισμένες προσπάθειες που γίνονται σε συνεργασία και με την τοπική αυτοδιοίκηση, προκειμένου να βοηθήσουν τα πτηνά και τα θηλαστικά να ξαναφωλιάσουν στην περιοχή.
Όπως εξηγεί η ‘Αννα Κωνσταντινίδου, προϊσταμένη Μονάδας Διαχείρισης Εθνικών Πάρκων Δέλτα Έβρου και Δαδιάς, έχουν καταγραφεί περισσότερα από 203 διαφορετικά είδη πουλιών. Έχουν παρατηρηθεί 36 από τα 39 είδη ημερόβιων αρπακτικών πουλιών της Ευρώπης και 8 νυκτόβια. Επιπλέον, έχουν παρατηρηθεί 60-65 είδη θηλαστικών. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν, το ζαρκάδι, η βίδρα ο λύκος, το τσακάλι, η αγριόγατα, το αγριογούρουνο, το πετροκούναβο, η νυφίτσα και ο ασβός. Ενώ σημαντική είναι επίσης η παρουσία 24 ειδών χειρόπτερων, το 72% των ειδών που απαντούν στην Ελλάδα, τα οποία βρίσκουν καταφύγιο στις σπηλιές και τα παλιά ορυχεία της περιοχής. Η περιοχή φιλοξενεί επίσης πλούσια ερπετοπανίδα, με 29 είδη ερπετών από τα συνολικά 100 είδη που απαντούν στην Ελλάδα, ενώ ο ποταμός Έβρος αποτελεί μια από τις πλουσιότερες σε ιχθυοπανίδα περιοχές στα Βαλκάνια. Μάλιστα, στη λεκάνη απορροής του ποταμού έχουν καταγραφεί 47 είδη ψαριών, από τα οποία τα 41 εντοπίζονται εντός της ελληνικής επικράτειας. Τέλος, συνολικά, 283 είδη ασπόνδυλων έχουν καταγραφεί στο ΕΠ Δαδιάς. Από αυτά, 104 είδη ανήκουν στις πεταλούδες, 39 στα ορθόπτερα και 34 είδη ανήκουν στα κολεόπτερα .
Ανάγκη αντιμετώπισης των αιτιών της καταστροφικής
«Οι καιρικές συνθήκες ήταν ασύλληπτα καταστροφικές. Αέρας φυσούσε μανιασμένα και ασταμάτητα για μέρες», αναφέρει η Γιάννα Διαγκάκη, δασάρχης Σουφλίου. Σύμφωνα με την ίδια αλλά και τον Γιώργο Πιστόλα, τον δασάρχη Αλεξανδρούπολης, η μορφολογία του εδάφους, η έκταση αλλά και η ένταση της πυρκαγιάς, το είδος και η πυκνότητα βλάστησης, επέτειναν το καταστροφικό αποτέλεσμα. Μάλιστα τονίζουν την ανάγκη περαιτέρω στελέχωσης των δασαρχείων και αναβάθμισης των ρόλων τους, προκειμένου να συμβάλουν σημαντικά με τις γνώσεις και την εμπειρία τους, τόσο στον σχεδιασμό για την πρόληψη, όσο και στην αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Σύμφωνα με την έκθεση του WWF, σημαντικές αιτίες που οδήγησαν στην καταστροφή και πρέπει να αντιμετωπιστούν, ήταν επίσης η έλλειψη επαρκούς προσωπικού, κατάλληλης εκπαίδευσης, η ανεπάρκεια πόρων, ο ανεπαρκής συντονισμός των δυνάμεων κατάσβεσης, αλλά και με άλλους φορείς εκτός Π.Σ., η ελλιπής γνώση της περιοχής, η έλλειψη επιστημονικής υποστήριξης στη λήψη αποφάσεων, η ελλιπής νομοθεσία όσον αφορά το αντιπύρ και την κατάκαυση και ο λάθος τρόπος καταστολής της πυρκαγιάς. Μάλιστα, το WWF, αλλά και οι έμπειροι δασάρχες, μεταξύ άλλων, προτείνουν ανεπιφύλακτα τη χρήση φωτιάς χαμηλής έντασης ως εργαλείο πρόληψης των δασικών πυρκαγιών. Όπως λένε: «Η προδιαγεγραμμένη καύση ως εργαλείο πρόληψης, έχει δείξει θετικά αποτελέσματα, με τη φωτιά να μειώνει την καύσιμη ύλη και να βοηθά στη γρήγορη ανακύκλωση θρεπτικών συστατικών στο έδαφος. Σύμφωνα με το WWF, η πυρκαγιά του Έβρου αποτελεί σύμβολο της κλιματικής κρίσης και της ανάγκης για προληπτική δράση, ενώ η επιτυχής αναγεννηση της περιοχής του Έβρου, θα είναι δείγμα ανθεκτικότητας της φύσης σε συνδυασμό με την εφαρμοσμένη ανθρώπινη γνώση. Όπως ο Φοίνικας, το μυθικό πτηνό που καίγεται και ζωντανεύει μέσα από τις στάχτες του, συμβολίζοντας την ανάσταση και την αιώνια ζωή, έτσι και η Δαδιά σήμερα αναγεννάται.
Ηλ.Παλ.