του ανταποκριτή μας Β.Λωλίδη
Το εντυπωσιακό Σαντιρβάν τζαμί, στην «καρδιά» του εμπορικού κέντρου της Δράμας, μεταμορφώθηκε σε μια σκηνή θεάτρου για τις ανάγκες της νέας έκθεσης που διοργάνωσε η εταιρεία υψηλής τεχνολογίας Raycap σε συνεργασία με το μουσείο Μπενάκη και τίτλο: «Μύθοι και Ιστορίες στο έργο του Γκίκα», που φιλοξενεί σειρά έργων του μεγάλου Έλληνα εικαστικού Νίκου Χατζηκυριάκου – Γκίκα.
Η αποτύπωση του σκηνικού που σχεδίασε ο Γκίκας για το χορόδραμα της Περσεφόνης, που ανέβηκε στο Coven Garden του Λονδίνου το 1967, δεσπόζει στον εσωτερικό χώρο στο Σαντιρβάν τζαμί. Ουσιαστικά ο επισκέπτης έχει την αίσθηση ότι περπατά μέσα στον κάτω κόσμο που δημιούργησε ο Έλληνας εικαστικός για τις ανάγκες της συγκεκριμένης παράστασης. Μάλιστα, στο Σαντριβάν τζαμί παρουσιάζεται και η μοναδική σωζόμενη μακέτα από την παράσταση, η οποία υπάρχει στη συλλογή του μουσείου Μπενάκη. Ολόκληρος, λοιπόν, ο σχεδιασμός της έκθεσης είναι βασισμένος πάνω σε αυτή τη μακέτα.
Στην έκθεση, που θα διαρκέσει μέχρι τις 10 Νοεμβρίου 2024, παρουσιάζεται το έργο του Γκίκα με κεντρική θεματική την ελληνική μυθολογία. Περιλαμβάνονται πάνω από 70 έργα του μεγάλου Έλληνα εικαστικού, κυρίως σχέδια, χαρακτικά, ελαιογραφίες, γλυπτά, μακέτες σχεδίων από σκηνικά και θεατρικά κοστούμια, όλα προερχόμενα από το μουσείο Μπενάκη.
Οι «μυθολογικές» ενότητες της έκθεσης
Η έκθεση χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες. Οι δυο πρώτες περιλαμβάνουν τους μυθικούς ήρωες, με κύριους τον Οδυσσέα και τον Ηρακλή, αλλά και το θέατρο και τη μυθολογία με έργα από το χορόδραμα της Περσεφόνης που ανέβηκε στο Λονδίνο και από τον Προμηθέα Δεσμώτη, του οποίου η παράσταση δεν ανέβηκε ποτέ, αλλά ο Γκίκας είχε σχεδιάσει δέκα κοστούμια γι’ αυτήν.
Η τρίτη ενότητα περιλαμβάνει τους θεούς και τα στοιχειά της φύσης, με έργα κυρίως της δεκαετίας του 1970 και του 1980. Ο Γκίκας εδώ πλέον στρέφεται στη μυθολογία περισσότερο στα ζωγραφικά του έργα και αναπαριστά θεότητες, θεούς και διάφορα μυθολογικά όντα.
Στην τελευταία ενότητα παρουσιάζονται οι μυθικοί εραστές, και περιλαμβάνει μια σειρά από έξι μετάλλια που δημιούργησε ο Γκίκας με αφορμή μια παραγγελία που του έγινε. Αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ως θέμα του έξι ζευγάρια της μυθολογίας: τον Απόλλωνα και την Δάφνη, τον Ιάσωνα και τη Μήδεια, τον Θησέα και την Αριάδνη, τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη, τον Περσέα και την Ανδρομέδα, και για όλα αυτά τα μετάλλια έγραψε και μια σειρά από κείμενα για το κάθε ζευγάρι.
Από τα πιο εντυπωσιακά γλυπτά της έκθεσης είναι το κεφάλι της Μέδουσας που φιλοτέχνησε ο Γκίκας το 1948. Για τη δημιουργία του χρησιμοποίησε τσιμέντο και πολλά ετερόκλητα υλικά που συνέλεξε από την Πάρο όπου διέμενε εκείνο το διάστημα. Τα γλυπτά του Οδυσσέα και της Ναυσικάς από το Ομηρικό Έπος που τον ενέπνευσε δεσπόζουν στην είσοδο της έκθεσης, όπως επίσης και τα σχέδια από την ζωή και τους άθλους του μεγάλου μυθικού ήρωα του Ηρακλή.
Αξίζει τέλος να αναφερθεί ότι τόσο στην έκθεση όσο και στον ιδιαίτερα προσεγμένο κατάλογο που επιμελήθηκε η Ιωάννα Μωραΐτη και διανέμεται δωρεάν στους επισκέπτες, δημοσιεύονται και κάποια πρωτότυπα κείμενα που έγραψε ο ίδιος ο Γκίκας για τους μύθους, ενώ ένα άλλο στοιχείο που κυριαρχεί, είναι το ερωτικό. «Του έρωτα και της αγάπης», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος, δυο στοιχεία που εμφανίζονται σε όλα τα ζευγάρια της ελληνικής μυθολογίας.
Σαντιρβάν τζαμί: Ένας μοναδικός χώρος πολιτισμού
Το πετρόχτιστο κτίσμα, στο κέντρο της Δράμας, που αποτελεί ένα παλίμψηστο της πρόσφατης ιστορίας της ακριτικής πόλης, ήταν οθωμανικό τέμενος, με τον μιναρέ να χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή της εισόδου, ανακαινίστηκε το 1806 και παρέμεινε ως τέμενος μέχρι το 1922, αναφερόμενο ως Σαντιρβάν τζαμί.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, από το 1922 μέχρι το 1927, φιλοξένησε οικογένειες προσφύγων, ενώ από το 1927 έως το 1981 αποτέλεσε τον χώρο έκδοσης της ιστορικής τοπικής εφημερίδας «Θάρρος». Το 1983 κηρύχτηκε διατηρητέο μνημείο, όμως στην πορεία των χρόνων και με την κατάπτωση της στέγης, καταστράφηκε.
Το 2012 αγοράστηκε από την εταιρεία Raycap, η οποία αποκατέστησε πλήρως το μνημείο με τις εντυπωσιακές τοιχογραφίες μεταμορφώνοντάς του σε χώρο πολιτισμού και ψηφιοποίησε το αρχείο της εφημερίδας «Θάρρος» με ελεύθερη πρόσβαση για όλους στον ιστότοπο του αρχείου.