«Ήθελα με έναν τρόπο να δώσω φωνή στο μικρό κορίτσι που υπήρξα εγώ, αλλά και στα άλλα παιδιά που αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους βία χθες και σήμερα. Να δώσω φωνή σε αυτούς που αναζητούν, ψάχνουν την αξιοπρέπεια. Γιατί οι άνθρωποι που έχουμε υποστεί τέτοιου είδους βία νιώθουμε συχνά ότι δεν υπάρχουμε, δεν έχουμε θέση σε αυτό τον κόσμο, έχουμε υποστεί έναν σοβαρό τραυματισμό και δεν μπορούμε να βρούμε τη θέση μας. Άρα, το να μιλήσουμε ξεκάθαρα γι’ αυτό το γεγονός ή για κάτι με το οποίο μπορούμε να ταυτιστούμε και το οποίο μπορεί να είναι κοντά σε αυτό που ζήσαμε, είναι ένας τρόπος να υπάρχει αξιοπρέπεια». Με ειλικρίνεια αφοπλιστική και με λόγο πυκνό, που μόνο κατά διαστήματα διακόπτεται από μικρές παύσεις στοχασμού, η Γαλλίδα συγγραφέας Νεζ Σινό μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το βιβλίο της Θλιβερός Τίγρης, ένα βιωμένο μυθιστόρημα, αφού είναι δεμένο με τη συστηματική κακοποίηση που υπέστη ως παιδί από τον πατριό της.
Ενήλικη πια, η Σινό μηνύει τον πατριό της το 2000, μαζί με τη μητέρα της, κι εκείνος καταδικάζεται σε εννέα χρόνια φυλάκισης. Χρόνια αργότερα, η 48χρονη σήμερα Γαλλίδα συγγραφέας επανέρχεται σε αυτό το ανεπούλωτο τραύμα, καταθέτοντας με μια σπαραχτική αφήγηση το τι και πώς συνέβη στον Θλιβερό Τίγρη (εκδ. «βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ», μετάφραση Λ. Τσιριμώκου), με τη ματιά όχι όμως του παιδικού της εαυτού, αλλά ενός ενήλικα.
Η Νεζ Σινό, η οποία συμμετείχε σε εκδήλωση του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο της 21ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου, δεν έγραψε τον Θλιβερό Τίγρη για να θεραπευτεί. Αντίθετα, η συγγραφή υπήρξε για εκείνη μια πράξη για όλους εκείνους που, όπως η ίδια, είχαν βιώσει την αδικία και τον πόνο της παιδικής κακοποίησης, αλλά και εκείνους που εξακολουθούν να βιώνουν την αθόρυβη καταπίεση. «Ήξερα ότι μπορώ να κάνω ένα σημαντικό βιβλίο. Η διαδικασία της γραφής δεν με θεράπευσε. Με ανακουφίζει, όμως, γιατί το όνειρό μου δεν ήταν να μιλήσω για κάτι που αφορά μόνο εμένα», τονίζει.
Μια μαρτυρία πέρα από το ατομικό τραύμα
Διαβάζοντας τον Θλιβερό Τίγρη γίνεται αντιληπτό πως το βιβλίο αυτό είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή αυτοβιογραφία ή καταγραφή μιας προσωπικής τραγωδίας. Είναι μια συλλογική αφήγηση, μια φωνή που μιλάει για τα θύματα της κακοποίησης, εκείνα που συχνά δεν έχουν τη δυνατότητα να εκφραστούν. «Ήξερα βαθιά μέσα μου ότι μιλάω για χιλιάδες ανθρώπους», λέει, υπογραμμίζοντας με τον τρόπο αυτό την αίσθηση του συλλογικού χαρακτήρα της συγγραφής.
Με τον Θλιβερό Τίγρη, η Σινό προσφέρει τη δική της μαρτυρία για να φωτίσει τις σκοτεινές γωνιές της κοινωνίας, εκεί όπου ο πόνος και η σιωπή κυριαρχούν, εκεί όπου οι άνθρωποι που έχουν υποστεί τέτοιες φρικαλεότητες νιώθουν ότι δεν έχουν θέση στον κόσμο αυτό. «Ήθελα να δώσω φωνή στο μικρό κορίτσι που υπήρξα εγώ αλλά και στα άλλα παιδιά που αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους βία, χθες και σήμερα», λέει, καθιστώντας το έργο της έναν καθρέφτη για την κοινωνία, που μας αναγκάζει να δούμε ό,τι επιθυμούμε να κρύψουμε. Ωστόσο, όπως ξεκαθαρίζει, η σκοπιά με την οποία προσεγγίζει το βιβλίο είναι η σκοπιά του ενήλικα. «Ειδικά στο β’ μέρος μιλάω πολύ για το τι σε κάνει να είσαι ένας καλός ενήλικας», επισημαίνει.
Ο αναγνώστης ως συνοδοιπόρος, όχι ως αποδέκτης οίκτου
Η ιστορία της είναι η ιστορία ενός ευρύτερου κόσμου, που συχνά σκεπάζει ένα πέπλο γεμάτο σιωπή και καταπίεση, αλλά και αντίστασης και επιβίωσης. «Με ανακουφίζει, το γεγονός ότι οι άνθρωποι που έρχονται για να τους υπογράψω τα βιβλία μου, μού λένε: “ξέρετε, έχετε αφηγηθεί την ιστορία μου” ή “την ιστορία της μητέρας μου” ή “την ιστορία του αδελφού μου”. Αυτά δεν ξέρω αν έχουν έναν θεραπευτικό τρόπο, αλλά ουσιαστικά μέσα μου, μού κάνουν καλό, παρότι παραδόξως μιλάμε για κάτι εξαιρετικά θλιβερό», σημειώνει.
Η γραφή της λειτουργεί ως μέσο κατανόησης, ως εργαλείο για να φωτίσει την αλήθεια και να διαλύσει την αχλή της σιωπής γύρω από τη σεξουαλική κακοποίηση. «Πιστεύουμε πως ένα θύμα πρέπει να μιλήσει για να νιώσει καλύτερα. Αλλά μιλώντας, μεταφέρει το κακό στους άλλους. Εγώ δεν θέλω να εκδικηθώ κανέναν άλλον. Εγώ ο μόνος με τον οποίο είμαι απέναντι είναι ο βιαστής μου. Για εμένα η κάθαρση δεν έρχεται μετακυλίοντας το δικό μου βάρος στον αναγνώστη μου. Δεν το έχω ανάγκη αυτό. Δεν έχω ανάγκη να το περάσω σε κάποιον άλλον. Θέλω όμως να διαλύσω τις ιδέες αυτές που υπάρχουν από πριν. Δεν μπορώ να μεταφέρω τον πόνο μου και να με κάνει αυτό να νιώσω καλά. Ούτε θέλω να δημιουργήσω στον αναγνώστη μου ένα αίσθημα οίκτου. Τον πόνο μου εγώ τον κρατάω, είναι δικός μου. Προσπαθώ όμως μέσα από αυτή τη δουλειά και το γράψιμο να πετύχω αυτό το μοίρασμα της σχέσης με τον αναγνώστη».
«Δεν θεωρώ ότι είμαι υποχρεωμένη ή αναγκασμένη να πολεμήσω το τραύμα. Για κάποιους ανθρώπους μπορεί να είναι ανάγκη και δεν το κρίνω. Ο καθένας κάνει αυτό που θέλει και νιώθει, αλλά δεν είμαστε όλοι το ίδιο, δεν είμαστε όλοι οι ίδιοι άνθρωποι. Εγώ αυτό που θέλω να πω είναι ότι μπορούμε να ζήσουμε με το τραύμα. Για εμένα η βασική μου προτεραιότητα ήταν να γράψω ένα βιβλίο, να χρησιμοποιήσω, αν θέλετε, αυτό που είδα, αυτό που γνώρισα και να κάνω τον αναγνώστη να το δει μέσα από τα δικά μου μάτια. Κάτι που ουσιαστικά κάνουν όλοι οι συγγραφείς στα βιβλία τους. Απλώς η ιδιαιτερότητα αυτού του βιβλίου είναι το θέμα του. Ήθελα να κάνω τους ανθρώπους να δουν συγκεκριμένα αυτό που απαγορεύεται να δουν, γιατί μιλάω για πράγματα που απαγορεύεται να τα βλέπουμε», εξηγεί με αφοπλιστική ειλικρίνεια, όπως αυτή που διατρέχει όλο τον κορμό του βιβλίου.
Χρησιμοποιεί, μάλιστα, μια ρήση της Βιρτζίνια Γουλφ που υπάρχει και μέσα στο βιβλίο της – ότι για να γράψεις για το τραύμα, σημαίνει ότι έχεις ήδη με κάποιον τρόπο βγει απ’ αυτό, με κάποιον τρόπο είσαι καλά με τον εαυτό σου. «Δεν χρησιμοποίησα τη γραφή για να είμαι καλύτερα. Νομίζω ότι συμβαίνει το αντίστροφο. Κάποια στιγμή, με κάποιον τρόπο, αισθάνθηκα ότι κάπως θεραπεύτηκα(;) -πάντως δεν υπέφερα- και έτσι ήμουν σε θέση πια να γράψω. Δεν νομίζω να ήμουν σε θέση να υποφέρω και να το χρησιμοποιήσω αυτό για να γράψω», υπογραμμίζει.
Σπάζοντας το ταμπού της σιωπής
Η συγγραφή της λειτουργεί με τρόπο που δημιουργεί χώρο για μια νέα προσέγγιση στο τραύμα. Δεν αναζητά την ανακούφιση μέσω της μελαγχολίας, αλλά προσπαθεί να κατανοήσει και να διαφωτίσει τα βαθύτερα αίτια του τραύματος και της βίας, που και η ίδια βίωσε. «Το ταμπού είναι η σιωπή. Μερικές φορές νομίζουμε ότι ξέρουμε κάτι, αλλά δεν το ξέρουμε. Προσπαθώ να καταλάβω και να βοηθήσω τον αναγνώστη να πάρει αποστάσεις από αυτά που νομίζει πως ξέρει» εξηγεί η Σινό. Η γραφή της γίνεται το εργαλείο για να σπάσει την αποσιώπηση και τις λανθασμένες αντιλήψεις που κυριαρχούν γύρω από την κακοποίηση, καταρρίπτοντας τους μύθους και τις ψευδαισθήσεις που τρέφουν το σύστημα σιωπής και αδιαφορίας γύρω από αυτά τα ζητήματα.
Για εκείνη, το θέμα της κάθαρσης δεν είναι προσωπικό, αλλά συλλογικό. Η επιθυμία της είναι να βοηθήσει τον αναγνώστη να κατανοήσει και να συναισθανθεί χωρίς να δημιουργεί οίκτο ή φρίκη. «Η κάθαρση πρέπει να γίνεται για αυτόν που διαβάζει το βιβλίο,» λέει με σαφήνεια. Η συγγραφέας κατανοεί πως το κείμενό της δεν αφορά μόνο την αποκατάσταση της προσωπικής της ηρεμίας ή τη θεραπεία του τραύματος, αλλά την αλλαγή της κοινωνικής συνείδησης. Μία τέτοια βιβλιογραφική απόπειρα απαιτεί εξαιρετικό έλεγχο και μεγάλη συναισθηματική δύναμη, και η Σινό, αναγνωρίζοντας τη μοναδικότητα του έργου της, επισημαίνει πως αυτό το βιβλίο είναι «υπό τον απόλυτο έλεγχο». Είναι μια συγγραφή που επιδιώκει να δείξει την αλήθεια με καθαρότητα και χωρίς εκτροπές σε συναισθηματικές υπερβολές.
Αυτό το βιβλίο, λοιπόν, είναι κάτι περισσότερο από μια προσωπική ιστορία. Είναι μια αναφορά στο κοινωνικό πεδίο, στην ανάγκη να μιλήσουμε ανοιχτά. Η συγγραφέας αποφεύγει τις απλοϊκές προσεγγίσεις του θέματος και μετατρέπει την προσωπική της ιστορία σε ένα έργο που αναγνωρίζει το συλλογικό βάρος και τους κοινούς αγώνες των ανθρώπων που πάσχουν από κακοποίηση. Αντί να ψάχνει την ανακούφιση μέσα από την οικειότητα της προσωπικής εξομολόγησης, η Σινό προτιμά να διαλύσει τις ψευδαισθήσεις και τα κατεστημένα της κοινωνίας.
Αυτό το έργο αποτελεί όχι μόνο ένα λογοτεχνικό επίτευγμα [σ.σ. με την κυκλοφορία του στη Γαλλία, το Triste Tigre (Θλιβερός Τίγρης) έγινε αμέσως το εκδοτικό γεγονός της χρονιάς και το πιο πολυβραβευμένο βιβλίο], αλλά και μια κοινωνική πρόκληση που αναδεικνύει την ανάγκη για αλλαγή στην αντιμετώπιση της κακοποίησης και του τραύματος στην κοινωνία μας.
Με την ελπίδα ότι με τον Θλιβερό Τίγρη θα συντελέσει στην αλλαγή αυτής της κοινωνικής συνείδησης, η Νεζ Σινό δεν αφήνει το έργο της μόνο στην αφήγηση ενός ατόμου. Αντίθετα, μετατρέπει τη δική της εμπειρία σε ένα εφαλτήριο για την ευρύτερη αναγνώριση του προβλήματος, και συνεχίζει να ονειρεύεται ότι θα υπάρξει μια κοινωνία που δεν θα ανέχεται πλέον τη σιωπή και την καταπίεση.
Σοφία Παπαδοπούλου
*Πηγή φωτογραφίας: Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης/Πάνος Λιάκος