Οι ενστάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τα ελληνοτουρκικά

«Η συνάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο επιβεβαίωσε την σοβαρή ένταση που διάγουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και τη σημαντική απόσταση ανάμεσα στις δυο πλευρές.

Ωστόσο, ορθώς έγινε, καθώς οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να παραμένουν ανοιχτοί ιδίως στις δύσκολες στιγμές», σημειώνουν πηγές του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες αναμένουν ολοκληρωμένη ενημέρωση κατά τη συνάντηση στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, ωστόσο καμία πρόοδος δεν φαίνεται να έχει επιτευχθεί.

Σύμφωνα πάντοτε με κομματικές πηγές, η διαπίστωση του Πρωθυπουργού στη δήλωσή του μετά τη συνάντηση ότι η βελτίωση των σχέσεων μπορεί να βασίζεται ισότιμα στην «καλή διάθεση» των δύο πλευρών, είναι επιεικώς ατυχής, ιδίως όταν η μια πλευρά παραβιάζει συστηματικά το Διεθνές Δίκαιο και η άλλη ζητά την εφαρμογή του.

Δυστυχώς τα μηνύματα που εξέπεμψε η Ελληνική κυβέρνηση προδίδουν αιφνιδιασμό και πρωτοφανή έλλειψη σοβαρότητας. Η ασυνεννοησία στο θέμα των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης την προηγούμενη της συνάντησης ήταν απαράδεκτη. Όπως επίσης απαράδεκτη είναι η σημερινή δήλωση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας ότι συμφωνήθηκε με τον Πρόεδρο Ερντογάν πως «το πρόβλημα δεν είναι φοβερό» όσον άφορα τη δημοσιοποίηση της παράνομης συμφωνίας, καθώς αυτή θα περάσει από την τουρκική Βουλή άμεσα. Αν «δεν είναι φοβερό», τότε γιατί η κυβέρνηση έκανε πριν λίγες ημέρες σημαία την απέλαση του Λίβυου πρέσβη για το ίδιο ακριβώς θέμα;

Αντίθετα από τα μηνύματα της συνάντησης, θετικά είναι τα μηνύματα στήριξης της Ελλάδας από την ΕΕ, τη Γαλλία, το αμερικανικό ΥΠΕΞ, το Ισραήλ και τη Ρωσία.

Πιο ανησυχητικό θεωρούν στο ΣΥΡΙΖΑ ότι λίγες ώρες πριν την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, η Τουρκία ανακοίνωσε γεωτρήσεις στην δήθεν «περιοχή θαλάσσιας δικαιοδοσίας της Τουρκίας και σε άλλες περιοχές».

Η περαιτέρω επέκταση παράνομων δραστηριοτήτων στην ελληνική υφαλοκρηπίδα είναι μια εξαιρετικά ανησυχητική ευθεία απειλή κατά των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Δυστυχώς η διαχείριση των ελληνοτουρκικών από την κυβέρνηση έχει βασιστεί μέχρι στιγμής σε μία λανθασμένη πολιτική κατευνασμού, που συνοψίστηκε με την αναφορά του κυβερνητικού εκπροσώπου, κ. Πέτσα περί «λεπτής γραμμής». Ότι δήθεν υπάρχει μία λεπτή γραμμή ανάμεσα στο προσφυγικό από τη μία και το Αιγαίο/Κυπριακό/Συριακό από την άλλη και άρα πρέπει ως χώρα να κρατήσουμε μία ισορροπία στην κριτική μας απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα προκειμένου να υπάρξει μείωση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών.
Όπως αποδείχθηκε εκ του αποτελέσματος και η κατάσταση σε σχέση με τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές επιδεινώθηκε και η Τουρκία αποθρασύνθηκε από σειρά αστοχιών της κυβέρνησης.

Συγκεκριμένα

– Το γεγονός ότι η κυβέρνηση περιορίστηκε στο να επικρίνει λεκτικά την κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας στην ΑΟΖ της Κύπρου και το Αιγαίο, αντί να αξιοποιήσει σε ρητορικό και ουσιαστικό επίπεδο, στο πλαίσιο της ΕΕ, το πλαίσιο κυρώσεων που εξασφάλισε η προηγούμενη κυβέρνηση σε συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία.
– Το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης ήταν ο πρώτος Έλληνας Πρωθυπουργός που δεν έθεσε θέμα τουρκικής προκλητικότητας στο Αιγαίο κατά την πρώτη συνάντησή του με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
– Το γεγονός ότι εξέπεμψε θετικό κλίμα από τη συνάντηση του τον Σεπτέμβριο, αποφασίζοντας ακόμα και τη διενέργεια Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας.

Είναι σαφές ότι οι νέες παράνομες τουρκικές γεωτρήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ, η παράνομη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης, η ανακοίνωση γεωτρήσεων στην περιοχή που καλύπτει η ανυπόστατη αυτή συμφωνία και η παρουσίαση για πρώτη φορά συντεταγμένων από την Τουρκία για την ΑΟΖ που διεκδικεί έξω από την Κρήτη, τη Ρόδο και το Καστελόριζο, σηματοδοτούν μία νέα αναβάθμιση της τουρκικής προκλητικότητας. Όπως επίσης, είναι σαφές πως ιδιαίτερη σημασία στη στήριξη της Τουρκίας σε αυτή τη φάση έχει η στάση του Προέδρου των ΗΠΑ, σε συνέχεια του διακανονισμού του με την Τουρκία στο Συριακό.

Υπό αυτές τις νέες συνθήκες είναι επιτακτική η ανάγκη η Ελλάδα να επιστρέψει στη συντεταγμένη εθνική στρατηγική διττής προσέγγισης, δηλαδή διαλόγου και πίεσης, που είχε την προηγούμενη περίοδο.
Πιο συγκεκριμένα, το 2015 – 2016 πρωτοστάτησε στη δημιουργία θετικής ατζέντας στις ευρωτουρκικές σχέσεις που οδήγησε:
– στη σύναψη της κοινής δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας, η οποία μείωσε δραστικά τις ροές και κυρίως του θανάτους στο Αιγαίο.
– Σε ένα θετικό κλίμα για να φτάσουμε πιο κοντά από ποτέ στη δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με κατοχύρωση της θέσης της Ελλάδας και της Κύπρου περί κατάργησης των εγγυήσεων και αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων στο πλαίσιο Γκουτέρες, το οποίο συνεχίζει να αποτελεί και σήμερα βάση για τις συνομιλίες.

Επιπλέον, όμως το 2017-2019, με την αναβάθμιση της τουρκικής προκλητικότητας, η Ελληνική κυβέρνηση διατήρησε τους διαύλους ανοιχτούς, αποτρέποντας τα χειρότερα αλλά ταυτόχρονα και απαντώντας στον τουρκικό αναθεωρητισμό, τόσο με τις ευθείες δημόσιες δηλώσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας όσο και του Πρωθυπουργού κατά την επίσκεψη του Προέδρου Ερντογάν στην Ελλάδα.

Παράλληλα αναζωογόνησε τον διάλογο για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Την ίδια στιγμή ωστόσο, απάντησε αποφασιστικά στις τουρκικές προκλήσεις έναντι των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, αναβάθμισε τα διμερή και πολυμερή σχήματα συνεργασίας της Ελλάδας (στρατηγικός διάλογος με ΗΠΑ, σχήμα 3+1 με ΗΠΑ και Ισραήλ, ενίσχυση τριμερών σχημάτων, ενεργοποίηση της Συνόδου των Ευρωπαϊκών χωρών του Νότου) και εξασφάλισε για πρώτη φορά μαζί με την Κύπρο, σαφώς καταδικαστικά συμπεράσματα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την τουρκική προκλητικότητα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο το Μάρτιο του 2018 και ένα πλαίσιο ευρωπαϊκών κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας τον Ιούνιο του 2019.

Η κυβέρνηση οφείλει να προβεί σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες:

– Να εργαστεί προκειμένου να υπάρξουν ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά προσώπων και εταιρειών που προβαίνουν σε παράνομες ενέργειες στην Κυπριακή ΑΟΖ.

– Να εργαστεί ώστε στη βάση των Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου του 2018, να επεκταθούν οι ευρωπαϊκές κυρώσεις και κατά προσώπων και εταιρειών που εμπλέκονται σε παράνομες ενέργειες στην περιοχή που καλύπτει η ανυπόστατη και παράνομη συμφωνία της Τουρκίας με τη Λιβύη.

– Να ζητήσει την άμεση σύγκληση της Συνόδου των Ευρωπαϊκών χωρών του Νότου για τη στήριξη της Ελλάδας και Κύπρου.

– Να εξαντλήσει τις πιέσεις προς τις ΗΠΑ για πιο δυναμική στάση απέναντι στην Τουρκία, ενόψει της συνάντησης του Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ και τις συνομιλίες για περαιτέρω αναβάθμιση της διμερούς στρατιωτικής συνεργασίας.

-Να εξαντλήσει τις πιέσεις στην Ιταλία για σαφή στάση απέναντι στις παράνομες ενέργειες της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Λιβύης, ενόψει μάλιστα και της ανανέωσης της ευρωπαϊκής επιχείρησης Sophia τον Μάρτιο.

– Να ενισχύσει τις επαφές με όλες τις πλευρές στη Λιβύη και να εντείνει τις συνομιλίες με την Αίγυπτο για οριοθέτηση ΑΟΖ, όπως ανακοίνωσε.

– Να απαιτήσει να βρίσκεται στις διευρυμένες συνομιλίες για το Λιβυκό σε συνέχεια και της συμμετοχής της Ελλάδας στη Διάσκεψη του Παλέρμο το Νοέμβριο του 2018. Η απουσία της Ελλάδας από τις Διαδικασίες του Βερολίνου (συνάντηση το Σεπτέμβριο του 2019) δεν πρέπει να επαναληφθεί.
– Να συνεχίσει το διάλογο για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, αποφεύγοντας τα απαράδεκτα λάθη που έγιναν προχθές. Η απόφαση για αναστολή των συνομιλιών που διατυπώνει εδώ και μήνες ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας είναι λανθασμένη, διότι αυτός ο δίαυλος πρέπει να είναι σταθερά ενεργός, τουλάχιστον για να αποφευχθούν παρανοήσεις και ατυχήματα.

– Να στηρίξει ενεργά τη διατήρηση της όποιας δυναμικής δημιουργήθηκε μετά την τριμερή στο Βερολίνο για δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού, στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ.

Γ.Σ.

© politik.gr
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com