«Η μουσική είναι η μοναδική μεταφυσική πτυχή σε μια ταινία. Δεν τη βλέπουμε, απλώς την ακούμε και τη νιώθουμε», τόνισε, κατά τη διάρκεια masterclass στο πλαίσιο του 65ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ο Πολωνός συνθέτης Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ, ο οποίος επένδυσε μουσικά ταινίες σπουδαίων δημιουργών, μεταξύ άλλων των Κριστόφ Κισλόφσκι, Τόμας Βίντερμπεργκ και Τέρενς Μάλικ.
«Μια ταινία είναι όπως ο άνθρωπος. Όπως κι εμείς έχουμε χέρια, πόδια, κεφάλι κι όλα αυτά τα μέρη συγκροτούν ένα σώμα, έτσι και η ταινία αποτελείται από πολλά μέρη κι ένα από αυτά είναι η μουσική. Όταν βλέπω μια ταινία, την αφουγκράζομαι και επεξεργάζομαι το πώς να την επενδύσω μουσικά», ανέφερε ο Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ, σημειώνοντας ότι τα πάντα εξαρτώνται από τον σκηνοθέτη.
Τονίζοντας ότι έχει συνεργαστεί με πολλούς σκηνοθέτες, οι οποίοι εκτιμούσαν το είδος της μουσικής με το οποίο ασχολείται, που προσπαθεί να καλλιεργεί, που διακατέχεται από αυτή την πνευματικότητα, πρόσθεσε ότι όλα εξαρτώνται από τον δημιουργικό διάλογο ανάμεσα στον συνθέτη και τον σκηνοθέτη, οι οποίοι λαμβάνουν από κοινού την απόφαση για το πώς θα προχωρήσουν. «Δυστυχώς, τουλάχιστον όπως αντιλαμβάνομαι και παρακολουθώ τα πράγματα -και συγχρόνως ο λόγος για τον οποίο έχω λίγο απομακρυνθεί από το Χόλιγουντ, είναι το ότι κανείς εκεί δεν λαμβάνει αυτή την από κοινού απόφαση», σχολίασε.
Ο Πολωνός συνθέτης αναφέρθηκε στη γνωριμία του με τον Κριστόφ Κισλόφσκι, αλλά και στην εξέχουσα θέση που κατέχει στην καριέρα του η μακρά τους συνεργασία, κάνοντας παράλληλα μνεία στην περσόνα του Van den Budenmayer, που επινόησαν μαζί με τον αείμνηστο Πολωνό σκηνοθέτη. «Ο Κισλόφσκι μάλλον θα με ακολουθεί μια ολόκληρη ζωή. Είναι γεγονός ότι στα εννέα χρόνια κοινής μας πορείας, συνεργαστήκαμε σε 17 ταινίες. Ανάμεσα στο 1988 και το 1995 δεν θυμάμαι τι άλλο έκανα στη ζωή μου, παρά μόνο ότι έγραφα μουσική», ανέφερε.
«Πρέπει να σας πω ότι ο Κισλόφσκι ήταν πολύ αστείος τύπος. Πάντα μας θεωρούσαν θλιμμένους, αλλά η πραγματικότητα δεν ήταν καθόλου έτσι», είπε και διηγήθηκε πώς συνάντησε τον σκηνοθέτη το 1984. «Μου είχε στείλει ένα τηλεγράφημα που έλεγε: “μπορούμε να συναντηθούμε στη Βαρσοβία;”. Όντως συναντιόμαστε, περνούν όμως πέντε λεπτά και δεν μιλάει κανείς – εγώ εν τω μεταξύ σε μια ώρα έπρεπε να πάρω το τρένο για να επιστρέψω στην Κρακοβία. Ξαφνικά, ρωτάει ο Κισλόφσκι: “τι θα έλεγες για μια μικρή βοτκίτσα;”. Στην Πολωνία, όταν παραγγέλνεις ποτό, παίρνεις ταυτόχρονα και κάτι να τσιμπήσεις. Ύστερα από μισή ώρα, λοιπόν, όλο το τραπέζι ήταν γεμάτο από πιάτα με φαγητά», ανέφερε ο Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ.
Όσον αφορά τη γέννηση της περσόνας του Van den Budenmayer, αποσαφήνισε: «Θυμάμαι στον Δεκάλογο, και πιο συγκεκριμένα στο ένατο επεισόδιο, ο Κισλόφσκι ήθελε να χρησιμοποιήσει ένα έργο του Μάλερ. Ωστόσο, αποδείχτηκε ότι δεν υπάρχει καμία καλή ηχογράφηση του Μάλερ στην Πολωνία, ενώ ήταν πανάκριβο να αγοράσουμε τα δικαιώματα του έργου. Φανταστείτε ότι ολόκληρος ο Δεκάλογος δεν κόστισε παραπάνω από 300.000 δολάρια. Του αντιπροτείνω, λοιπόν, να γράψω κάτι δικό μου. Είχαμε ήδη στο ιστορικό μας μια συνεργασία στην Ολλανδία, ένα ντοκιμαντέρ που είχαμε γυρίσει εκεί και μας ήρθε το Van De Budenmayer, ένα όνομα που είχα χρησιμοποιήσει κάποτε. Υπάρχει μια σκηνή στην ταινία, όπου η ηρωίδα βρίσκεται στο σαλόνι και ακούει μουσική, κι όταν τη ρωτάει ο σύζυγός της τι ακούει, εκείνη απαντά πως ακούει Budenmayer. Στην ουσία, πρόκειται για ένα δικό μας εσωτερικό αστείο. Μερικούς μήνες αργότερα, άρχισαν να συρρέουν φαξ στον Κισλόφσκι με απορίες, όπως “πού ανακαλύψατε αυτόν τον Van den Budenmayer;”, ενώ ήρθε μέχρι και πρόσκληση για να ενταχθεί το όνομά του στην εγκυκλοπαίδεια Λαρούς», πρόσθεσε ο Πολωνός συνθέτης, ο οποίος έχει συνθέσει μουσική σε ταινίες πολλών σπουδαίων δημιουργών, μεταξύ των οποίων οι Τέρενς Μάλικ (Το δέντρο της ζωής, 2011), Τόμας Βίντερμπεργκ (Όλα για την αγάπη, 2003), Αγκνιέσκα Χόλαντ (Ο μυστικός κήπος, 1993).
Μιλώντας για τις συνεργασίες του με εμβληματικούς σκηνοθέτες δήλωσε: «Θα μπορούσα να μιλάω ώρες ή ακόμη και μέρες, αλλά για να το θέσω ευσύνοπτα, όταν έχεις να κάνεις με τόσο μεγάλους σκηνοθέτες, σου έρχεται μεγάλη επιθυμία να δουλέψεις. Η δουλειά σού φτιάχνει τη διάθεση, θέλεις να επενδύσεις μουσικά σε αυτό που κάνουν».
Απευθυνόμενος σε όλους τους νέους μουσικούς και συνθέτες, τους έδωσε τη συμβουλή να μη χρησιμοποιούν temp μουσική μόνο και μόνο επειδή οι σκηνοθέτες φοβούνται τη σιγή. «Ο κινηματογράφος είναι τέχνη που συντίθεται από πολλά στοιχεία και ένα από αυτά είναι η μουσική. Σε απλά λόγια, πιστέψτε σε αυτό που κάνετε, δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Πολύ συχνά έχω την εντύπωση ότι στις ταινίες που γυρίζονται σήμερα, τα πάντα είναι πανομοιότυπα. Πολλές φορές όμως, η σιγή είναι η ωραιότερη μουσική. Πάρτε για παράδειγμα τις ταινίες του Μπέργκμαν, όπου δεν υπάρχει μουσική», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Έχω ένα ρητό για τη ζωή μου, το οποίο δανείστηκα από έναν Πολωνό ποιητή. Πάντα να κολυμπάς αντίθετα στο ρεύμα, προς τις πηγές. Μαζί με το ρεύμα επιπλέουν μόνο τα σκουπίδια. Ακόμα κι αν δεν φτάσεις, τουλάχιστον θα γυμνάσεις τους μυς σου. Σε όλη μου τη ζωή προσπαθώ να κάνω ακριβώς αυτό. Να γυμνάσω τους μυς μου», υπογράμμισε.
Διατυπώνοντας την άποψή του για τον ρόλο της Τεχνητής Νοημοσύνης στη σύνθεση μουσικής, είπε ότι δεν είναι και ιδιαίτερα εξοικειωμένος με τις νέες τεχνολογίες. «Αλλά ορισμένες φορές», πρόσθεσε, «σκέφτομαι ότι θα ήταν ενδιαφέρον να έδινα στην Τεχνητή Νοημοσύνη όλα όσα έχω γράψει και να ζητούσα να μου φτιάξει μια συναυλία, ένα κοντσέρτο διάρκειας 40 λεπτών. Θα ήθελα να ακούσω το αποτέλεσμα, θα ήταν ενδιαφέρον».
«Ωστόσο, υπάρχει μια μεγάλη διαφορά. Στα δικά μου έργα μπορώ να κάνω ό,τι θέλω, είναι όμως εντελώς άλλη υπόθεση να αναθέσεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη να επιλέξει από όλη τη μουσική που έχει δημιουργηθεί ποτέ προκειμένου να συνθέσει κάτι – το θεωρώ εγκληματικό. Ζούμε όμως σε εποχές όπου η τεχνολογική εξέλιξη μάς έχει προσπεράσει. Είναι σαν να έχεις κλωτσήσει μια μπάλα χωρίς να υπάρχει βαρύτητα και πλέον δεν ξέρεις πού έχει φτάσει», δήλωσε ο Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ.
Σε ερώτημα αναφορικά με το σύνολο της δουλειάς του, όπως και το αν ξεχωρίζει κάποιο έργο περισσότερο από τα υπόλοιπα, απαντώντας φανερά συγκινημένος, στάθηκε στο «Requiem for My Friend», το οποίο έγραψε για να τιμήσει τη μνήμη του Κριστόφ Κισλόφσκι. «Έγραψα το Ρέκβιεμ τέσσερις ημέρες μετά τον θάνατο του Κισλόφσκι. Ήταν το προσωπικό μου αντίο στον Κρίστοφ», είπε ο Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ, αποχαιρετώντας το κοινό και τους ανερχόμενους συνθέτες με μια απλή κι όμως πολύτιμη συμβουλή: «Ανοίξτε τη φαντασία σας. Μόνο αυτό χρειάζεστε».
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της δράσης «Meet the Future» του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, που έχει ως στόχο να αναδείξει νέους Έλληνες επαγγελματίες από διαφορετικούς κλάδους του κινηματογράφου. Το φετινό Meet the Future του 65ου ΦΚΘ φέρνει στο προσκήνιο την τέχνη του film scoring.