Σημαντικά ερευνητικά επιτεύγματα, παρά την υποχρηματοδότηση και την υποστελέχωσή του με μόνιμους ερευνητές, έχει να παρουσιάσει το Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών (ΙΝΕΒ) του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ), με έδρα τη Θεσσαλονίκη, το οποίο λαμβάνει από το κράτος συνολικούς πόρους 500.000 ευρώ ετησίως, τη στιγμή που για να καλύψει τη μισθοδοσία, τον εξοπλισμό και τις λειτουργικές του δαπάνες θα απαιτούνταν πάνω από 5 εκατ. ευρώ. Το ΙΝΕΒ/ΕΚΕΤΑ, που δραστηριοποιείται ερευνητικά σε τομείς όπως η βιοϊατρική, η ψηφιακή υγεία και η εξατομικευμένη ιατρική, η επιδημιολογία, η κλινική έρευνα, η βιοπληροφορική, η βιοτεχνολογία κι ο αγροδιατροφικός τομέας, αντλεί το 60% των εσόδων του από τη συνεργασία με τη βιομηχανία και το 40% από ανταγωνιστικά ευρωπαϊκά προγράμματα. Αναπτύσσει συνεργασίες με τις μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες του κόσμου, μεταξύ των οποίων οι Novartis, Janssen και η Astra Zeneca, αλλά και με εταιρείες καλλυντικών (όπως η Korres), τροφίμων (όπως η Pelopac, η Δωδώνη, η γαλακτοκομία Belas και τα κοτόπουλα Νιτσιάκος) και πληροφορικής, όπως οι Unisystems και Ergobyte. Παράλληλα, από τους κόλπους του ερευνητικού ινστιτούτου έχουν μέχρι σήμερα ξεπηδήσει τρεις εταιρείες-τεχνοβλαστοί (spinoffs), που φέρνουν έρευνα «πρώτης γραμμής» στην αγορά: οι Mobase (ταυτοποίηση φυτικών ειδών με τη χρήση του DNA), 4omics (βιοπληροφορική ανάλυση) και GfH (διαγνωστικές υπηρεσίες). Το επιτεύγματα πολλά, αλλά το ανθρώπινο ταλέντο λίγο, σε ό,τι αφορά τον αριθμό των μόνιμων: από τα 145 άτομα που εργάζονται στο Ινστιτούτο, μόλις 11 είναι μόνιμοι ερευνητές/τριες και τα υπόλοιπα συμβασιούχοι και διοικητικό προσωπικό.
Τα παραπάνω προέκυψαν κατά τη διάρκεια συνάντησης γνωριμίας με δημοσιογράφους, στην οποία για το ΙΝΕΒ μίλησαν η νέα διευθύντρια του Ινστιτούτου, Αναστασία Χατζηδημητρίου και οι ερευνητές Κώστας Σταματόπουλος, Παντελής Νατσιάβας και Αντώνης Μακρής. Κατά την κ.Χατζηδημητρίου, η ύπαρξη σύγχρονου εξοπλισμού αποτελεί sine qua non προϋπόθεση για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα του ΙΝΕΒ, στο οποίο, σημειωτέον, οι εισροές (εσόδων) από την ΕΕ και τη βιομηχανία ήταν υψηλότερες σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο κέντρο βιοεπιστημών στη χώρα: «για να είμαστε ανταγωνιστικοί, πρέπει να είμαστε ενημερωμένοι» τόνισε. Κατά τον Κ.Σταματόπουλο ωστόσο, το Ινστιτούτο είναι υποεξοπλισμένο, δεδομένου ιδίως ότι η πενιχρή -όπως τη χαρακτήρισε – κρατική χρηματοδότηση στην έρευνα μέσω εθνικών (και όχι μόνο) πόρων σπανίως αφορά τον εξοπλισμό.
Ο κ.Σταματόπουλος επισήμανε ακόμα ότι το ΙΝΕΒ «δεν παίρνει σχεδόν τίποτα» στο πλαίσιο του φιλόδοξου mega-project «ΕΚΕΤΑ 2.0» (σ.σ. προϋπολογισμού 34 εκατ. ευρώ, το οποίο αφορά την επέκταση των εγκαταστάσεων του ΕΚΕΤΑ, μεταξύ άλλων στο τεχνολογικό πάρκο 4ης γενιάς ThessINTEC). ‘Οπως είπε, ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε ανατιμήσεις, το κατασκευαστικό κόστος αυξήθηκε και η χρηματοδότηση μειώθηκε κατά 20%, με αποτέλεσμα το ΕΚΕΤΑ γενικά να μη λάβει όσα διεκδικούσε. Ο κ.Σταματόπουλος υποστήριξε ακόμα ότι όταν οι ερευνητές/τριες αναγκάζονται -λόγω έλλειψης χρηματοδότησης- να δουλεύουν ως επί το πλείστον σε έργα για λογαριασμό επιχειρήσεων, η έρευνα γίνεται οπορτουνιστική και παύει να είναι ελεύθερη. Σημαντικά υπολείπονται και οι αμοιβές στην Ελλάδα: «όταν ένας ερευνητής 60 ετών παίρνει στην Ελλάδα 2000 ευρώ και στην Ιταλία 10.000, όταν στην Ελλάδα παίρνει το 30% της αμοιβής που θα έπαιρνε στη Σουηδία, το πρόβλημα γίνεται εμφανές. Ωστόσο, δεν είναι μόνο οικονομικό το θέμα, δεν είναι μόνο τα μικρότερα εισοδήματα στην Ελλάδα, αλλά κι η παντελής έλλειψη ερευνητικής πολιτικής» υποστήριξε.
Μια Οδύσσεια, ένας φίλος (MyPal) και η ένδεια στην κλινική έρευνα στην Ελλάδα
Μεταξύ των έργων που «τρέχει» το ΙΝΕΒ περιλαμβάνεται το MyPal (Palliative Care of Adults and Children with Cancer), το οποίο έχει διάρκεια 42 μηνών, μπήκε στη γραμμή εκκίνησης τον Ιανουάριο του 2019 και έχει ως στόχο την ευχερή ροή πληροφορίας από τον ασθενή προς τον/την γιατρό, όσο το δυνατόν χωρίς να αυξάνεται η όχληση του πρώτου. Αναλυτικότερα, το έργο Mypal που συντονίζει το ΙΝΕΒ, έχει ως αντικείμενο την ενσωμάτωση ψηφιακών τεχνολογιών -εφαρμογών και παιχνιδιών- σε συστήματα αναφορών (Patient-Ρeported Οutcomes – PRO) για ενήλικες και παιδιά με καρκίνο, που χρήζουν υποστηρικτικής φροντίδας. Επιπρόσθετα, αξιολογεί τις παρεμβάσεις που αναπτύσσονται σε δύο κλινικές μελέτες, μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη και μια παρατήρησης. Στις μελέτες μετέχουν περίπου 400 άτομα από πέντε χώρες. Όπως επισημάνθηκε, η Ελλάδα παραμένει σήμερα ουραγός στην παρηγορητική φροντίδα των ασθενών και το συγκεκριμένο έργο, που μεταξύ άλλων αξιοποιεί αλγορίθμους Τεχνητής Νοημοσύνης, αισθητήρες και wearables (φορετές συσκευές), ανοίγει νέους δρόμους.
Άλλο σημαντικό πρότζεκτ είναι η …Οδύσσεια (γνωστό με τα αρχικά OHDSI, προφέρεται Odyssey), το οποίο στόχο έχει μεταξύ άλλων να αξιολογήσει πόσο αποτελεσματική είναι μια νοσηλεία και θεραπεία σε πραγματικές συνθήκες, αξΙοποιώντας τα λεγόμενα δεδομένα πραγματικού κόσμου (Real World Data, RWD). Στο πλαίσιο του έργου, γίνεται άντληση και επεξεργασία δεδομένων -με προσεκτική τήρηση της ιδιωτικότητας- από συνολικά πέντε πηγές στην Ελλάδα, με κυριότερο «πάροχο» data το νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» της Θεσσαλονίκης, από όπου υπάρχουν χρήσιμα στοιχεία για 1,4 εκατ. ασθενείς, απ’ το 2005 και έπειτα. Γενικότερα, η βιοϊατρική έρευνα του ΙΝΕΒ έχει ως βασικό αντικείμενο την κατανόηση της παθογένειας των νοσημάτων και την ανάπτυξη και επικύρωση καινοτόμων μεθοδολογιών, προϊόντων και υπηρεσιών ιατρικού ενδιαφέροντος ώστε να προωθηθεί η μετάβαση από το εργαστήριο στην κλινική πράξη σε συμφωνία με τις αρχές της Ιατρικής Ακριβείας για μεγιστοποίηση του οφέλους και ελαχιστοποίηση του περιττού κόστους και των ανεπιθύμητων ενεργειών.
Επιπλέον, το ΙΝΕΒ εκπροσωπεί την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Κλινικής Έρευνας και πρωτοστάτησε στη σύσταση του αντίστοιχου ελληνικού δικτύου. Γιατί αυτό είναι σημαντικό; Διότι λόγω τεράστιων οργανωτικών και διοικητικών κενών, όπως επισήμαναν οι ερευνητές, η κλινική έρευνα στην Ελλάδα είναι σχεδόν μηδενική και η χώρα μας απορροφά μόλις το 0,1% των πόρων για κλινική έρευνα στην Ευρώπη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η «σουίτα» υλικού (podcast, microsite, quiz), που δημιούργησε το ΙΝΕΒ, με στόχο την ενδυνάμωση των ασθενών με χρόνια λεμφοκυτταρική αναιμία (CLL), η οποία είναι ελεύθερα προσβάσιμη στη διεύθυνση «cllempowerment.com», στην ελληνική, την αγγλική και σύντομα στην ιταλική γλώσσα και εντός του 2025 σε ακόμα περισσότερες.Το ΙΝΕΒ έχει ακόμα πραγματοποιήσει περίπου 260.000 μοριακούς ελέγχους για τον κoρονοϊό και 27.000 γονιδιωματικούς, ενώ συνεχίζεται η δράση για τις παραλλαγές του SARS-CoV-2, με δείγματα που συλλέγονται από νοσοκομεία και κέντρα υγείας και αναλύονται στο Ινστιτούτο.
Αλ.Γ