Η μουσική αγωνίας που διακόπτει τη σιωπή μιας σκηνής σε μία ταινία τρόμου, προϊδεάζει το θεατή για αυτό που θα ακολουθήσει. Αντίστοιχα, μία ρομαντική μελωδία σε μία τυχαία συνάντηση δύο ανθρώπων, αποκαλύπτει τα συναισθήματα που ένιωσαν με την πρώτη τους ματιά. Ακόμα, η χαρακτηριστική μουσική που «ντύνει» σκηνές γουέστερν, μαρτυρά την εξέλιξη της υπόθεσης και τη δράση που έπεται.
Εκτός όμως από το γεγονός ότι ήχοι και μουσική έχουν τη δυνατότητα να υπογραμμίσουν, να χρωματίσουν ή να εντείνουν στιγμές και συναισθήματα που προκαλεί μια ταινία, μπορούν σαφέστατα να παίξουν -εμφανώς ή υπόγεια- έναν πολύ πιο σύνθετο και δημιουργικό ρόλο. Και αυτό είναι το ζητούμενο, σύμφωνα με τον Νίκο Κυπουργό, που -στο πλαίσιο του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, έδωσε το masterclass με τίτλο «Μουσική σε κίνηση: Η τέχνη του film scoring».
Ο πολυβραβευμένος συνθέτης που έχει «ντύσει» με τη μουσική του δεκάδες κινηματογραφικές ταινίες, τόνισε σε ένα πολυπληθές κοινό, αποτελούμενο στη συντριπτική πλειοψηφία από νέους ανθρώπους, ότι η μουσική και οι ήχοι στον κινηματογράφο μπορούν να δημιουργήσουν «γέφυρες» στο σενάριο, να «δείξουν» πράγματα που δεν εμφανίζονται στην οθόνη ή ακόμα και να παραπλανήσουν σκοπίμως. «Για παράδειγμα, όταν θέλω να μπω στο μυαλό του ήρωα που σκέφτεται κάποιον που έχει φύγει από τη ζωή, αντί να τον βλέπουμε να κοιτάζει μία φωτογραφία του εκλιπόντος ή να διαβάζει ένα γράμμα του, θα είναι πολλαπλάσια η συγκίνηση, χωρίς να αναφέρουμε καθόλου τον απόντα, αν ακούσουμε ένα μουσικό θέμα που συνδέει τους δύο ανθρώπους. Έτσι, με υπόγειο τρόπο, η μουσική, μας λέει κάτι πολύ πιο ισχυρό», είπε χαρακτηριστικά.
Αυτό ωστόσο, όπως τόνισε ο κ. Κυπουργός, προϋποθέτει ότι ανάμεσα στον σκηνοθέτη και τον συνθέτη θα υπάρχει μία σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και θα έχουν φροντίσει να έχει προστεθεί στο σενάριο η αρχική σκηνή των δύο ηρώων, με το συγκεκριμένο μουσικό θέμα. «Οι φάσεις προετοιμασίας μιας ταινίας είναι αρχικά να γραφτεί το σενάριο, στη συνέχεια να γίνει η σκηνοθεσία, μετά τα γυρίσματα και τέλος το μοντάζ. Το ιδανικό για έναν συνθέτη είναι να αρχίσει τη συνεργασία από το πρώτο στάδιο, εκεί που προετοιμάζεται η ταινία, για να μπορεί -σε συνεργασία με το σκηνοθέτη και τον σεναριογράφο- να επιτρέψει στη μουσική να έχει έναν πιο δημιουργικό ρόλο στην ταινία», υπογράμμισε, λέγοντας ότι «είναι λάθος να καλείται ο μουσικός στο τελευταίο στάδιο, αυτό του μοντάζ, γιατί όλα τότε έχουν κριθεί, ενώ συνήθως δεν έχει περισσέψει ούτε χρόνος, ούτε …χρήμα».
Χαρακτήρισε «παγίδα» για τους μουσικούς να επιδιώκουν το μουσικό θέμα της ταινίας που θα γράψουν να είναι τόσο αναγνωρίσιμο, που να στέκει αυτόνομο και εκτός ταινίας. «Υπάρχουν πολύ επιτυχημένες μουσικές που ο θεατής μετά την ταινία δεν τις θυμάται καν. Έχει γίνει όμως αυτή η μαγική λειτουργία, αυτή η σύνδεση, όπου ένα νήμα έχει δέσει όλο το έργο με “γέφυρες” και “στηρίγματα” κι έτσι η μουσική έχει προσδώσει ένα επιπλέον δομικό στέρεο υλικό στο σύνολο του έργου. Μπορεί στο τέλος να μη θυμάται κάτι ο θεατής. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν καλή η μουσική», είπε χαρακτηριστικά.
Αποκαλύπτοντας στους νεαρούς μουσικούς και τους φίλους της κινηματογραφικής μουσικής τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει όταν γράφει μουσική για ταινία, ο Νίκος Κυπουργός είπε πως «όπως ο σκηνοθέτης ελέγχει τα πάντα σε μία ταινία, από τα κοστούμια και τα σκηνικά μέχρι το μακιγιάζ και τη φωτογραφία», έτσι και ο ίδιος θέλει να γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει και γιατί συμβαίνει. «Κάνω λοιπόν έναν χάρτη και σημειώνω όλα τα λεπτά που διαρκεί η ταινία. Στη συνέχεια, χρωματίζω τα λεπτά που έχω βάλει μουσική, χρησιμοποιώντας διαφορετικό χρώμα για κάθε είδος μουσικής που επιλέγω. Στο τελικό αποτέλεσμα το ζητούμενο δεν είναι να είναι συμμετρικά τα χρώματα που έχω βάλει, αλλά να ξέρω πού, πόσο και γιατί υπάρχει», είπε.
Τόνισε ακόμη στους νεαρούς ή εκκολαπτόμενους συναδέλφους του ότι θα πρέπει να είναι «ανοιχτοί» σε αυτό που θα τους ζητήσει ο σκηνοθέτης με τον οποίο θα συνεργαστούν. «Αν ο σκηνοθέτης μου ζητήσει ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής με το οποίο δεν έχω σχέση, δεν σημαίνει ότι μου αλλάζει το προσωπικό μου ύφος. Σημαίνει ότι μου ανοίγει την όρεξη να ασχοληθώ με είδη που δεν θα είχα ασχοληθεί αν δεν υπήρχε το σινεμά και ότι θα κάνω ένα “ταξίδι” σε άλλη εποχή ή σε άλλο χώρο», σημείωσε και έφερε ως παράδειγμα έναν καλό ηθοποιό, ο οποίος μπορεί και μεταμορφώνεται σε διάφορους και τόσο διαφορετικούς ρόλους. «Έτσι και για έναν συνθέτη, είναι σημαντικό να αγαπάει να μεταμορφώνεται», σημείωσε.
Μετά από την μικρή «ξενάγηση» στην ιστορία και στον ρόλο της μουσικής του κινηματογράφου, ο Νίκος Κυπουργός απάντησε σε ερωτήσεις του κοινού, ενώ μετά τη λήξη του masterclass, συνέχισε τη συζήτηση και εκτός αίθουσας.
Βαρβάρα Καζαντζίδου
Πηγή φωτο: ΦΚΘ