Σαν αύριο, 24 Ιουνίου του 1798, οκτώ Έλληνες που κρατούνταν φυλακισμένοι στο κάστρο Neboisa του Βελιγραδίου βρίσκουν μαρτυρικό θάνατο διά της μεθόδου του στραγγαλισμού.
Πρόκειται για τον Ρήγα Βελεστινλή (Φεραίο), από το Βελεστίνο 40 ετών, τον Ευστράτιο Αργέντη, έμπορο από τη Χίο, 31 ετών, τον Δημήτριο Νικολίδη, γιατρό από τα Ιωάννινα, 32 ετών, τον Αντώνιο Κορωνιό ετών 27 έμπορο από τη Χίο, τον Ιωάννη Καρατζά, ετών 31, από τη Λευκωσία, τον Θεοχάρη Γεωργίου Τουρούτζια, ετών 22 έμπορο από τη Σιάτιστα, τον Ιωάννη Εμμανουήλ, φοιτητή Ιατρικής ετών 24, απ’ την Καστοριά και τον αδελφό του Παναγιώτη Εμμανουήλ, ετών 22. Τα πτώματα των νεκρών ρίχτηκαν στον ποταμό Σάβα, που σήμερα χωρίζει το παλιό από το νέο Βελιγράδι.
Ένας Έλληνας της Κοζανίτικης διασποράς ο Δρ. Θεοφάνης Πάμπας εγκατεστημένος επί πολλά έτη στην Βιέννη, μελετητής και ερευνητής της ιστορίας των Ελλήνων που έζησαν και μεγαλούργησαν στις παραδουνάβιες πρωτεύουσες και πόλεις της Μεσευρώπης, αποφασίζει να πραγματοποιήσει το τελευταίο ταξίδι του Ρήγα και των συντρόφων του από την σημερινή Τεργέστη της Ιταλίας όπου και συνελήφθη έως το Ζέμουν, τελευταίο σταθμό της μεταγωγής του πριν παραδοθεί στους Οθωμανούς στο Βελιγράδι στην απέναντι πλευρά του Δούναβη.
Ο Θεοφάνης Πάμπας μίλησε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ για αυτή την διαδρομή, το αρχειακό υλικό που έχει συγκεντρώσει από τα μέρη όπου στάθμευσε το στρατιωτικό καραβάνι που μετέφερε τον Ρήγα, όπως τις φυλακές της Βιέννης, στην συνέχεια του Γκρατς και ακολούθως τις μικρές και μεγάλες κωμοπόλεις για να φυλακιστεί στο πύργο της Νεμπόιστα.
Τον ρώτησα πώς ήρθε η ιδέα να κάνει την τελευταία διαδρομή του Ρήγα. Ο κ. Θεοφάνης Πάμπας εξομολογήθηκε ότι πολλά χρόνια της ζωής του τα πέρασε στις βιβλιοθήκες της Βιέννης, της Βουδαπέστης και του Βελιγραδίου, μελετώντας αρχειακό υλικό για την παρουσία των Ελλήνων σε αυτές τις περιοχές, την πρόοδο τους, τις προνομιακές σχέσεις τους με την Αυτοκρατορική Αυστροουγγαρία αλλά και τις επιρροές τους με το κίνημα του διαφωτισμού και την Γαλλική επανάσταση. «Έχω παραδώσει στην Κοβεντάρειο δημοτική βιβλιοθήκη Κοζάνης (ΚΔΒΚ) τέσσερα μεγάλα κουτιά με υλικό από το ταξίδι του Ρήγα. Είναι ταξινομημένο με σημειώσεις και περιέχει γκραβούρες και σπάνιο φωτογραφικό υλικό με τα μέρη που έζησε και δραστηριοποιήθηκε ο Ρήγας στην Βιέννη, το τυπογραφείο όπου τυπώθηκαν κείμενά του, το σπίτι του στην Ελληνική συνοικία, το ξενοδοχείο Ρουαγιάλ της Τεργέστης όπου και συνελήφθη από τους Αυστριακούς και τον τόπο του μαρτυρίου του». Ο κ. Πάμπας σημειώνει: «ο Ρήγας είναι μια πολυδιάστατη προσωπικότητα και μέσα από την πολυετή έρευνα που έκανα είχα μια συναρπαστική γνωριμία με το έργο του». Εξομολογείται ότι όταν ζει κανείς σε μια πόλη σαν την Βιέννη «σκοντάφτει καθημερινά στα μέρη που πέρασε και άφησε το ίχνος του».
Ο Ρήγας είναι «ο πρώτος μεγάλος διαφωτιστής» και όταν σήμερα μιλάμε για το φαινόμενο του Ελληνικού διαφωτισμού αυτό οφείλεται σε αυτή την πολυσχιδή προσωπικότητα.
Στην τελευταία διαδρομή του Ρήγα
«Όταν συνελήφθη στην Τεργέστη προσπάθησε να αυτοκτονήσει, είχε ένα σουγιαδάκι με το οποίο κτύπησε δυο τρεις φορές το σώμα του. Πιθανώς να ήθελε να πεθάνει αλλά υπάρχει κι η εξήγηση ότι ο αυτοτραυματισμός του θα προκαλούσε καθυστέρηση στην μεταγωγή του δίδοντας χρόνο στο περιβάλλον της Ελληνικής κοινότητας και τους φίλους να επηρεάσουν τα πράγματα» αναφέρει ο κ. Πάμπας.
Πράγματι, η μεταγωγή του καθυστέρησε τουλάχιστον ένα μήνα ώσπου να ιαθούν τα τραύματά του, αλλά δυστυχώς δεν υπήρξαν αποτελέσματα από τις πιέσεις που ασκήθηκαν ως προς την ματαίωση της σύλληψής του. Μετά τις φυλακές της Βιέννης ο Ρήγας μεταφέρθηκε και έμεινε για κάποιο μικρό διάστημα στις φυλακές του Γκρατς. «Στο αρχειακό υλικό υπάρχουν τα κελιά των φυλάκων που κρατήθηκε καθώς και πληροφοριακό υλικό από τα σωζόμενο αρχεία που μιλούν για την παραμονή του». Ο Θεοφάνης Πάμπας στο οδοιπορικό του έχει φωτογραφήσει τα μέρη που διανυκτέρευε το Αυστριακό στρατιωτικό κλιμάκιο μέχρι τον πύργο στο σημερινό Σερβικό Ζέμουν πριν οι Αυστριακοί τον παραδώσουν στους Οθωμανούς στην απέναντι πλευρά του Δούναβη.
Αυτό που προξενεί απορία στον κ. Πάμπα είναι ότι δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά για τον Ρήγα στα αρχεία την δύο Ελληνικών κοινοτήτων στην Βιέννη. Όπως εξηγεί, ερεύνησε τα αρχεία «αλλά δεν υπάρχει καμιά καταγραφή για το πρόσωπό του ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν λεπτομερείς αναφορές, καταγραφές και πληροφορίες για πρόσωπα της ελληνικής κοινότητας που πηγαίνουν την Κυριακή στην εκκλησία που συμμετέχουν σε κοινές δράσεις της κοινότητας, για τις επίσημες επαφές που πραγματοποιούν με την εξουσία, αλλά για τον Ρήγα υπάρχει απόλυτη σιωπή». «Το θεωρώ αδιανόητο -συνεχίζει ο Πάμπας- ο Ρήγας να μην πέρασε από τις δύο κοινότητες και να μην πήγε στον επίσημο εκκλησιασμό γιατί κάποιο φεγγάρι», προσθέτει.
Στο ερώτημα εάν υπάρχει περίπτωση να καταστράφηκε το αρχειακό υλικό που έχει αναφορά στο πρόσωπό του ο κ. Πάμπας επισημαίνει ότι είναι πιθανόν να έχει συμβεί κάτι τέτοιο, ωστόσο αναφέρει: «από τις έρευνες που έκανα δεν μπόρεσα να διαπιστώσω κάτι γι’αυτό».
Επισημαίνει, ωστόσο, ότι υπάρχει ένα κενό στα αρχεία των δύο Ελληνικών κοινοτήτων που καλύπτει μια περίοδο 60 ετών που αφορά και την επίμαχη περίοδο της παρουσίας του Ρήγα στην Βιέννη. «Δεν μπορώ να εξηγήσω την συγκεκριμένη απώλεια παρ’ότι τα έψαξα όλα χωρίς όμως να εντοπίσω την παραμικρή πληροφορία ή σημείωση κι, όπως καταλαβαίνετε, μπορεί κάποιος να κάνει διάφορες υποθέσεις για αυτό το κενό», συμπληρώνει.
Ο προδότης της Κοζάνης
Ο Θεοφάνης Πάμπας έχει μελετήσει εξονυχιστικά το πλαίσιο της προδοσίας του Ρήγα που έχει «άρωμα» Κοζάνης. Κατά τα λεγόμενά του προδότης ήταν ένας Κοζανίτης επιφανής έμπορος της Βιέννης και της Τεργέστης. Ο Πάμπας εξηγεί ότι χρειάστηκε να κάνει δύο αποστολές στην Τεργέστη και μια στην Κωνσταντινούπολη – όπου ήταν ο τελευταίος προορισμός του προδότη, μετά την σύλληψη του Ρήγα, προκειμένου να βρει όλες τις πληροφορίες για τον ίδιο και την οικογένειά του.
Πού οφείλεται η προδοσία; Τον ρώτησα. Ο Πάμπας εξιστορεί λεπτομέρειες της οικογένειας του φερόμενου ως καταδότη για να γίνει κατανοητό το υπόβαθρο της προδοσίας. «Επρόκειτο για επιφανείς Έλληνες με μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Ήταν τρία αδέλφια και τέσσερις αδελφές. Τα κεντρικά γραφεία της εταιρίας ήταν στην Βιέννη, το δεύτερο μεγάλο υποκατάστημα ήταν στην Τεργέστη και το τρίτο ήταν στην Κωνσταντινούπολη μ’ ένα παράρτημα στην Σμύρνη. Ήταν μεγαλέμποροι και προμήθευαν τρόφιμα τον Ρωσικό στρατό», σημειώνει ενώ προσθέτει ότι όταν ο καταδότης άνοιξε τα κιβώτια του Ρήγα που προορίζονταν για τον συνεργάτη του, διαπίστωσε από το περιεχόμενο τους ότι ετοιμάζεται επανάσταση.
Ο κ. Πάμπας υπογραμμίζει ότι αυτό που ήθελαν αυτοί εκείνη την στιγμή ήταν «να μην διαταραχθούν οι δουλειές τους που ήταν απλωμένες από την Κεντρική έως την Ανατολική Ευρώπη και να μην επηρεαστούν τα δίκτυα μεταφοράς των εμπορευμάτων τους». Γι’ αυτό ένα μέλος της οικογένειας αποφάσισε να καταγγείλει τον Ρήγα στις Αυστριακές αρχές. «Εάν ο Ρήγας περνούσε από Αυστριακό δικαστήριο θα αθωωνόταν αλλά κάποιοι παζάρεψαν με τους Τούρκους, με αποτέλεσμα οι Αυστριακοί να τους παραδώσουν τον Ρήγα και τους συνεργάτες του κι οι Τούρκοι από την άλλη πλευρά να τους παραδώσουν αξιωματικούς που είχαν λιποτακτήσει από τον Αυστριακό στρατό στην απέναντι όχθη του Δούναβη» λέει και εκτιμά ότι «ούτε ο προδότης ούτε όσοι άλλοι συμμετείχαν στο εγχείρημα μπορούσαν να διανοηθούν τη φρικτή κατάληξη αυτής της ιστορίας».
Η Κοζάνη στην Βιέννη και την Πέστη
Στο αρχειακό υλικό που έχει παραδοθεί στην ΚΔΒΚ υπάρχουν γκραβούρες εποχής και σπάνιο φωτογραφικό αρχειακό υλικό από τα σπίτια της οικογένειας στην Βιέννη. Ο κ. Πάμπας αναφέρει ότι το πολυτελές κτίσμα που ήταν η κατοικία τους βρισκόταν δίπλα στο σπίτι ενός επιφανούς λόγιου και δυτικομακεδόνα από την Κλεισούρα Καστοριάς, του Δημήτριου Δάρβαρη στο κτίριο του οποίου ήταν το πρώτο Ελληνικό τυπογραφείο όπου τυπώθηκε και η εφημερίδα των Μαρκίδες Πούλιου.
Ο κ. Πάμπας εξηγεί ότι στο πρώτο όροφο του κτιρίου του Δάρβαρη ήταν το τυπογραφείο και από τα παράθυρα του μπορούσε κανείς να δει στην απέναντι πλευρά μια από τις ωραιότερες κατοικίες της Ελληνικής κοινότητας το σπίτι της Οικογένειας Καραγιάννη όπου ο πατριάρχης της οικογένειας Γεώργιος Καραγιάννης θα συνάψει τον πρώτο γάμο του με μια εκ των τεσσάρων αδελφών της οικογένειας του προδότη.
Η ισχυρή παρουσία της Κοζάνης στην δυναμική της οικονομίας και των σχέσεων που αναπτύσσεται στην Βιέννη είναι αυξανόμενη.
Ο κ. Πάμπας επισημαίνει ότι ένας από τους λόγους που η βιβλιοθήκη της Κοζάνης φημίζεται για τον σπάνιο πλούτο παλαιών αντιτύπων και παλαιτύπων «οφείλεται και στην δωρεά του δασκάλου των ελληνικών Ραφαήλ Ποποβιτς, που λίγο πριν πεθάνει στο Ιάσιο της Ρουμανίας το 1851, έστειλε στην Κοζάνη 600 πολύτιμα βιβλία με τα περισσότερα εξ αυτών να προέρχονται από την βιβλιοθήκη του πατέρα του, Διονύσιου Πόποβιτς που υπήρξε επίσκοπος Βελιγραδίου».
Πώς κατέληξε να ερευνά την παρουσία των Ελλήνων στην Μεσευρώπη
Ο κ. Πάμπας θυμάται τα χρόνια που νεαρός απόφοιτος Γυμνασίου κατευθύνθηκε για σπουδές στην Αυστρία ακολουθώντας την ειδικότητα της Ιατρικής και της Ανθρωπολογίας. «Στα φοιτητικά μου χρόνια έκανα τον ξεναγό στους Έλληνες επισκέπτες και λόγω αυτής της δουλειάς ήρθα σε επαφή με τις ελληνικές κοινότητες όπου άρχισα να γνωρίζω σε βάθος την ιστορία τους και κάπως έτσι ξεκίνησε το ερευνητικό μου ταξίδι που κράτησε σχεδόν 50 χρόνια».
Ο ίδιος εκμυστηρεύτηκε ότι νιώθει χαρούμενος γιατί σε λίγο διάστημα θα εκδοθεί από το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων ο δεύτερος τόμος του ερευνητικού του έργου που είναι αφιερωμένος στις δύο Ελληνικές κοινότητες της Βιέννης. Όπως εξηγεί «ο πρώτος τόμος περιλαμβάνει φωτογραφικό υλικό από τις επιγραφές των τάφων στο Ελληνικό τμήμα του νεκροταφείου St Marx της Βιέννης κι ο δεύτερος τα 2.500 βιογραφικά των Ελληνικών οικογενειών που μεγαλούργησαν στην Αυστριακή πρωτεύουσα».
Το μέγεθος του αρχειακού υλικού του Θ. Πάμπα
Η αρχειακή συλλογή του Θεοφάνη Πάμπα, ως προς τον όγκο καταλαμβάνει 62 κιβώτια, 44 από αυτά περιέχουν αρχειακούς φακέλους με τεκμήρια και τα 18 κιβώτια περιέχουν φωτοτυπίες μεγέθους Α3. Προέρχεται από διάφορα αρχεία δημόσια και ιδιωτικά καθώς και άλλες πηγές.
Η Προϊσταμένη του Τμήματος Αρχείων – Μουσείων και Πινακοθηκών της ΚΔΒΚ, Ελένη Μαργαρίτη που παρέλαβε το ερευνητικό υλικό του κ. Πάμπα αναφέρει ότι σε αυτό περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, αντίγραφα διαθηκών, εγγράφων απογραφής καταληφθεισών περιουσιών, εμπορικών, δικαστικών και εγγράφων απονομής τίτλων ευγενείας, φωνογραφημένα ή φωτοτυπημένα πρωτόκολλα θανόντων από το Δημοτικό αρχείο της Βιέννης της περιόδου 1648-1900, βιβλία γεννήσεων – βαπτίσεων, γάμων και θανόντων των δύο ελληνορθόδοξων εκκλησιών της Βιέννης, της ελληνορθόδοξης εκκλησίας της Βουδαπέστης και άλλων εκκλησιών, τα βιβλία ενταφιασμών ορθοδόξων στο ελληνικό τμήμα του νεκροταφείου St. Marx της Βιέννης (1784-1886), καταχωρήσεις σε βιβλία κτηματολογίου για σπίτια ή άλλα ακίνητα Ελλήνων της Βιέννης, στοιχεία Ελλήνων και απογραφές πληθυσμού που διενεργήθηκαν τον 18ο αιώνα στην Βιέννη (1805-1856), εμπορικούς καταλόγους των ετών 1789-1865, έγγραφα υπουργείων, χάρτες, πορτρέτα και πολλά ακόμα ντοκουμέντα της περιόδου εκείνης στην Μεσευρώπη και της παρουσίας των Ελλήνων εκεί. Περιλαμβάνει επίσης φωτοαντίγραφα εγγράφων μεγάλων ελληνικών οικογενειών όπως των: Κάραγιαν, Δούμπα, Νάκου, κ.α που συνοδεύονται από εκατοντάδες φωτογραφιών, αποτέλεσμα συλλεκτικών προσπαθειών πολλών ετών.
Σπύρος Κουταβάς