«Το βράδυ υποχωρεί», ένα ντοκιμαντέρ του Τίμωνα Κουλμάση για το ζευγάρι καλλιτεχνών Μέμου και Ζιζής Μακρή

Ένα συναρπαστικό ζευγάρι καλλιτεχνών που διέσχισε τη διχασμένη από τον Ψυχρό Πόλεμο μεταπολεμική Ευρώπη έρχεται στην οθόνη με τη νέα χρονιά.

   Είναι το διπλό, καλλιτεχνικό και πολιτικό, πορτρέτο του Μέμου και της Ζιζής Μακρή φωτισμένο με στοχασμό και ποίηση από τον Τίμωνα Κουλμάση στην ταινία του «Το βράδυ υποχωρεί». Η επεξεργασία της ολοκληρώνεται τον επόμενο μήνα και στη συνέχεια, θα ταξιδέψει σε ξένα κινηματογραφικά φεστιβάλ. 

   Άξονας της ταινίας είναι η πορεία του σπουδαίου γλύπτη του 20ου αιώνα Μέμου Μακρή και της βραβευμένης χαράκτριας Ζιζής Μακρή (το γένος Σίρνιτς), στις σύνθετες ιστορικές συνθήκες, στις οποίες έζησαν και δημιούργησαν το πανανθρώπινο έργο τους. Η ταινία εστιάζει στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου στη Βουδαπέστη όπου το ζευγάρι εγκαταστάθηκε μόνιμα το 1950 μετά την απέλαση του Μέμου από τη Γαλλία για την πολιτική δράση του.

    «Το βράδυ υποχωρεί» είναι ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους και τα γυρίσματα έχουν γίνει στην Γαλλία-γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν στο Παρίσι, στη Βουδαπέστη όπου έζησαν και στην Ελλάδα. Ο Μέμος Μακρής απέκτησε ξανά την ελληνική ιθαγένεια το 1975, 40 χρόνια από τότε που ανέβηκε στην «κιβωτό» του Ματαρόα με άλλους τρεις γλύπτες, υπότροφους κι εκείνους του γαλλικού κράτους.

   Για τον Τίμωνα Κουλμάση, σκηνοθέτη του «Πορτραίτου του Πατέρα σε Καιρό Πολέμου», το νέο εγχείρημα ήταν πρόκληση.

    «Πρώτη φορά πήγα πίσω από την άλλη πλευρά, στις χώρες του σιδηρού παραπετάσματος. Θέλησα να δω πώς έγιναν τα πράγματα με κριτική απόσταση και με ευρεία ματιά, χωρίς τον διαχωρισμό καλοί -κακοί. Στις ταινίες μου πάντα με ενδιέφεραν οι πολύπλοκες ιστορικές καταστάσεις. Γι’ αυτό δέχτηκα την πρόταση της Κλειώς Μακρή, της κόρης του ζεύγους, να κάνω την ταινία. Ταυτόχρονα ήταν πολύ σημαντικό για μένα ότι κινηματογράφησα όλο το έργο του Μέμου και της Ζιζής » λέει ο σκηνοθέτης στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

   

   Ακολουθεί η συνέντευξη του Τίμωνα Κουλμάση στο ΑΠΕ/ΜΠΕ

   

   Ερ: Παρακολουθώντας την κινητικότητα των δύο πρωταγωνιστών στον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πού εστιάζεις την ταινία;

    Απ: Περισσότερο στον Ψυχρό Πόλεμο και στα χρόνια εξορίας του Μέμου και της Ζιζής Μακρή στη Βουδαπέστη από το 1950 έως την πτώση του τείχους του Βερολίνου με δύο βασικούς σταθμούς: Ουγγαρία 1956, Πράγα 1968

    Οι ταινίες, τα ρεπορτάζ που κατά καιρούς έχουν γίνει μιλάνε για την τέχνη του Μακρή αλλά όχι για τις πολιτικές του ιδέες, ούτε για τον πολιτικό λόγο του στην εξορία. Η πολιτική στάση του Μέμου και της Ζιζής στην Ουγγαρία ήταν πολύπλοκη. Δεν ήταν εύκολη η πορεία τους. Στην ταινία υπάρχουν επεισόδια που έχουν πολύ ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, το 1956 στην Βουδαπέστη τίθεται ένα μεγάλο δίλημμα σ’ εκείνον, έναν ορθόδοξο κομμουνιστή που βλέπει από τη μία τη λαϊκή εξέγερση κι από την άλλη, την εισβολή των σοβιετικών τανκς. Είναι αυτή η ιστορική πολυπλοκότητα της Ευρώπης μετά τον πόλεμο που μ’ ενδιέφερε πολύ. Έτσι, δέχτηκα την πρόταση της Κλειώς Μακρή, κόρης του ζεύγους Μακρή. Ήθελε να γυριστεί μια ταινία που θέτει βασικά ερωτήματα, πολιτικά και ιστορικά, με την καλλιτεχνική πλευρά που μπορούσα να προσφέρω. Η ιδέα ήταν δική της.

   Ερ. Ποιά ήταν η πρόκληση του εγχειρήματος για εσένα ;

    Απ: Το γεγονός ότι πήγα για πρώτη φορά πίσω από την άλλη πλευρά, στις ανατολικές χώρες. Θέλησα να δω πώς έγιναν τα πράγματα, με κριτική απόσταση και με ευρεία ματιά, χωρίς τον διαχωρισμό καλοί -κακοί. Και βέβαια ότι φιλμάρισα όλα τα έργα του Μέμου και της Ζιζής Μακρή. Η τέχνη τους ήταν μια δική τους αβαν γκαρντ με επίκεντρο τον άνθρωπο, δεν είχε σχέση με τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό, ήταν ο δικός τους ρεαλισμός. Και οι δύο ήταν ξένες προσωπικότητες στην Βουδαπέστη , εκείνος Έλληνας, εκείνη γαλλικής και σερβικής καταγωγής ωστόσο έζησαν και παρήγαγαν μέσα στο πολιτικό και το ιστορικό γίγνεσθαι της Ουγγαρίας.

   

   Ερ: Στην ταινία πώς φιλοτεχνείς το πορτρέτο της Ζιζής Μακρή;

   Απ: Η Ζιζή είναι σπουδαία καλλιτέχνις, όχι τόσο γνωστή όσο ο Μέμος Μακρής , αλλά έχει πολύ ωραίο έργο και μια ζωή γεμάτη κοινωνικούς αγώνες. Το ταξίδι της στην Κίνα το 1956 σημάδεψε την καλλιτεχνική της εξέλιξη. Ήρθε στην Ελλάδα το 1960, σε μυστική αποστολή, συνελήφθηκε και φυλακίστηκε στις φυλακές Αβέρωφ.

   Ερ: Πώς αντιμετωπίζουν σήμερα τον Μέμο Μακρή και το έργο του στην Ουγγαρία ;

    Απ: Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ η στάση της χώρας είναι σκληρή αντικομμουνιστική και θέλουν να σβήσουν αυτή την περίοδο, ο Μέμος Μακρής αποτελεί μ’ έναν τρόπο εξαίρεση. Αν και ήταν καθεστωτικός, το όνομα του παραμένει παρόν, συνυφασμένο με τον ουμανισμό και την αλληλεγγύη. Το γεγονός ότι βοήθησε πολλούς καλλιτέχνες – μην ξεχνάμε ότι ήταν σαν υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου για τον πολιτισμό, προκαλεί θετικές εντυπώσεις. Μου κάνει εντύπωση ότι ακόμα και σήμερα, τόσα χρόνια μετά, μαθαίνω από φίλους μου στη Βουδαπέστη ότι η νέα γενιά που δεν τον έχει γνωρίσει, μιλά για εκείνον με καλά λόγια. Και βλέπουν έργα τους σε δημόσιους χώρους στην Ουγγαρία. 

   Ερ. Κάτι τελευταίο. Ο τίτλος της ταινίας «Το βράδυ υποχωρεί» από πού εμπνέεται;

    Απ: Προέρχεται από το ποίημα του Πωλ Ελυάρ στη σειρά έξι ποιημάτων του «Ελλάδα, ρόδο του λογικού μου» (Grèce, ma rose de raison) που έγραψε μετά την επίσκεψη του στον Γράμμο, τον Μάιο του 1949.

   Νατάσσα Δομνάκη

©amna.gr
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com