ΔΙΚΤΥΟ CLIMPACT- Δ. Σταμενίτης: Να προσαρμοστούμε στις νέες κλιματολογικές συνθήκες»

Την ανάγκη προσαρμογής στις νέες κλιματολογικές συνθήκες και στην κλιματική αλλαγή υπογράμμισε ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Διονύσης Σταμενίτης κατά την τοποθέτησή του στις εργασίες της 2ης μέρας του συνεδρίου «Οι επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στη Γεωργία» από το δίκτυο CLIMPACT, στην Αθήνα
Όπως υπογράμμισε ο κ. Σταμενίτης ο πρωτογενής τομέας είναι ένας από τους κύριους τομείς που πλήττεται από την κλιματική αλλαγή, τονίζοντας ότι «θα πρέπει να απαντήσουμε, να δούμε τι επιλογές έχουμε».
Η προσαρμογή όπως είναι μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους όπως «αλλαγή καλλιεργειών», με κάποιες που είναι πιο ανθεκτικές και δεν επηρεάζονται από τις κλιματολογικές συνθήκες σημείωσε.
Επισήμανε, ότι λόγω της κλιματικής αλλαγής υπάρχουν αλλαγές στα πρότυπα των βροχοπτώσεων και της ξηρασίας.
«Έχουμε άνοδο της θερμοκρασίας και δημιουργούνται ζητήματα στις καλλιέργειες» δήλωσε ο υφυπουργός και συμπλήρωσε «το περασμένο καλοκαίρι υπήρχε ξηρασία και παρατεταμένοι καύσωνες» κάτι που όπως είπε «είχε αρνητική επίδραση στην αγροτική παραγωγή» μιας και παρατηρήθηκαν «φαινόμενα μικροκαρπίας». 
Ο κ. Σταμενίτης μίλησε για απώλεια βιοποικιλότητας, αλλά και για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα. «Αυτοί που παράγουν, όσοι ασχολούνται με την μεταποίηση κλπ, έχουν επηρεαστεί από την κλιματική αλλαγή» τόνισε.
Τέλος, επισήμανε ότι είναι «απαίτηση» η ένταξη της καινοτομίας στην πρωτογενή παραγωγή καθώς και η «εκπαίδευση, η ηλικιακή ανανέωση, η έρευνα από τα πανεπιστήμια, από όπου θα προέρχονται προτάσεις για τα λιπάσματα, τα φυτοφάρμακα, τους τρόπους άρδευσης κ.α.». 
«Σαν Γεωπονικό Πανεπιστήμιων Αθηνών στοχεύουμε στη λήψη μέτρων προσαρμογής στην επιλογή κατάλληλων ποικιλιών και φυσικά κατάλληλων καλλιεργειών» τόνισε από την πλευρά της η Καθηγήτρια του Τμήματος Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής Σχολής Επιστήμης των Φυτών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γαρυφαλλιά Οικονόμου.
Υπογράμμισε όμως ότι «θα πρέπει να αρχίσουμε από γενικά μέτρα για να φτάσουμε στα ειδικά». Μεταξύ των αρχικών μέτρων, σύμφωνα με την ίδια, είναι η αξιολόγηση της καταλληλόλητας των περιοχών και των πιο παραγωγικών περιοχών.
«Ακόμη και στη Θεσσαλία, η επιλογή των καλύτερων παραγωγικών ζωών είναι ένα πρωταρχική» σημείωσε σημειώνοντας ότι θα μπορούσε να υπάρχει και μετατόπιση αυτών στην περιοχή. «Κάποιες περιοχές θα μπορούσαν να αντικατασταθούν με κάποια άλλη» δήλωσε η κ. Οικονόμου προσθέτοντας επίσης ότι «Το βαμβάκι και ο αραβόσιτος θα μπορούσαν να μεταφερθούν σε περιοχές που έχουν πιο σταθερό περιβάλλον». 
Ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα όπως ανέφερε είναι η εξασφάλιση του νερού που υπάρχει ήδη, ώστε να συνεχιστεί η άρδευση στις καλλιέργειες.
Τη σημασία που έχει το ψύχος στα φυλλοβόλα και τα οπωροφόρα δένδρα ανέπτυξε από την πλευρά της η Παυλίνα Δρογούλη από το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ.
Αρχικά, στάθηκε ελαιοκομία και στο κυριότερό της πρόβλημα το οποίο όπως είπε είναι το νερό. «Έχουμε ερευνητές του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ στην Κρήτη που δουλεύουν το θέμα της στοχευμένης άρδευσης» σημείωσε. 
Στα φυλλοβόλα και τα οπωροφόρα η κ. Δρογούλη επισήμανε ότι η σημαντικότερη πρόκληση είναι η αύξηση της θερμοκρασίας τους χειμερινούς μήνες. «Το ψύχος είναι απαραίτητοι για το σπάσιμο του λήθαργου. Ο λήθαργος είναι απαραίτητος είναι φυσιολογική διαδικασία που βάζει το δένδρο για “ύπνο” για να αντέξει το ψύχος. Εάν αυτό δεν γίνει τότε θα υπάρχει θέμα με την παραγωγή» δήλωσε. 
Το θέμα της ακαρπίας λόγω ψύχους παρατηρήθηκε πρώτη φορά το 1996 στην ‘Αρτα και ξανά το 2020.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε τα δέκα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί μείωση του ψύχους κατά 10%. 
Μάλιστα, τα τελευταία δυο χρόνια, οι διαθέσιμες ποικιλίες βερικοκιάς που έχουν ανάγκη σε ψύχος δεν καλύφθηκαν.
Τόνισε πως «θα πρέπει να κάνουμε προγραμματισμό των φυτεύσεων με ποικιλίες που δεν έχουν μεγάλες απαιτήσεις σε ψύχος» λέγοντας ότι η «ζωνοποίηση είναι πολύ σημαντική». 
Στις ζημιές που έχει προκαλέσει η κλιματική αλλαγή μέσω στοιχείων από τις αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ αναφέρθηκε ο Αντιπρόεδρος της ΕΘΕΑΣ, Χρήστος Γιαννακάκης.
Σε στοιχεία που παρουσίασε επισήμανε ότι «από το 2008, παρατηρούμε ότι μέχρι το 2012 το ύψος των καταβληθεισών αποζημιώσεων δεν ήταν πάνω από 100 εκατ. ετησίως. Από το 2013 υπερβήκαμε τα 100 εκατ. ευρώ αποζημιώσεων ετησίως φτάνοντας τα 196 εκατ. ευρώ το 2019». Και συνέχισε «το 2020 οι αποζημιώσεις έφτασαν τα 224 εκατ. ευρώ, το 2021 τα 325 εκατ. ευρώ, το 2022 τα 259 εκατ. ευρώ αι το 2023 τα 2015 εκατ. ευρώ». 
«Οι δυσκολίες παραμένουν. Τα νούμερα είναι αμείλικτα και οι ζημιές πολλαπλασιάζονται» είπε ο κ. Γιαννακάκης συμπληρώνοντας πως προβλήματα είναι επίσης «η αύξηση των βροχοπτώσεων κατά την περίοδο της συγκομιδής, η μικροκαρπία, οι καύσεων, η μικρή παραγωγή κ.α.». 
Πρόσθεσε ότι εκτός των παραγωγών, ζημιές προκαλούνται και στις μεταποιητικές μονάδες με αποτέλεσμα να συρρικνώνεται η οικονομική τους δραστηριότητα. 
Για εμάς το θέμα της κλιματικής αλλαγής είναι ψηλά» τόνισε κατά την τοποθέτηση της η Διευθύντρια Ερευνών στον ερευνητικό οργανισμό διαΝΕΟσις, Φαίη Μακαντάση.
Όπως υπογράμμισε «η κλιματική αλλαγή επηρεάζει νευραλγικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας όπως είναι ο τουρισμός και ο πρωτογενής τομέας». 
«Για εμάς το θέμα της κλιματικής αλλαγής είναι ψηλά» τόνισε κατά την τοποθέτηση της η Διευθύντρια Ερευνών στον ερευνητικό οργανισμό διαΝΕΟσις, Φαίη Μακαντάση.
Σύμφωνα με στοιχεία πρόσφατης έρευνας που παρουσίασε οι περισσότεροι Έλληνες θεωρούν απειλή για το μέλλον την οικονομική επισφάλεια, ακρίβεια, οικονομική κατάσταση της χώρας. «Όμως όταν πάμε σε πλανητικό επίπεδο, η νούμερο ένα απειλή είναι η κλιματική αλλαγή».
Χαρακτήρισε «μη αναμενόμενο» το αποτέλεσμα ότι το 39% των ανθρώπων ηλικίας 58-67 ετών θεωρούν την κλιματική αλλαγή το νούμερο ένα πρόβλημα, ενώ αυτοί της ηλικιακής ομάδας 17-25 το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 624% και οι “μιλένιαλς” στο 20%».  
Η κλιματική αλλαγή αναγνωρίζεται από όλους όπως σημείωσε η κ. Μακαντάση λέγοντας ότι «θεωρούν υπεύθυνους τους ανθρώπους για αυτή». 
«Η πλειοψηφία (53%) θεωρεί ότι αρμόδιος για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι οι εθνικές κυβερνήσεις και 1 στους 3 πιστεύει ότι υπεύθυνοι είμαστε εμείς οι πολίτες» είπε και κατέληξε ότι όπως προκύπτει από την έρευνα οι ερωτηθέντες θεωρούν ότι «Πολιτεία και Ε.Ε. κάνουν λίγα για την αντιμετώπιση του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής. 
 

©amna.gr
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com