Οταν το χαρτί και η πέτρα προτιμώνται από τα ψηφιακά αρχεία, για να διατηρηθεί η πληροφορία για τα ραδιενεργά απόβλητα

Δυτική Ευρώπη, 2840 μ.Χ. Τίποτα δεν θυμίζει τον κόσμο όπως τον γνωρίζουμε σήμερα. Υπάρχει ωστόσο ένα τοπόσημο, που φέρνει έντονα στον νου το μεγαλιθικό μνημείο του Στόουνχεντζ στην Αγγλία, παρότι πολύ ψηλότερο. Πλησιάζοντας κάποιος τους μεγάλιθους, που καθένας τους ξεπερνά σε ύψος τα 15 μέτρα, μπορεί να δει χαραγμένη πάνω τους σε αρκετές γλώσσες μια κρίσιμη πληροφορία: ο χώρος αρκετών στρεμμάτων με τον οποίο γειτονεύουν, μια βαθιά γεωλογική κοιλότητα σε απόσταση κάποιων χιλιομέτρων δυτικά, κρύβει στα έγκατα και τις φυσικές στοές του ραδιενεργά απόβλητα, που εναποτέθηκαν εκεί κατά το μακρινό 2100. Πρόκειται συγκεκριμένα για πλουτώνιο-239, που ο χρόνος ημιζωής του μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 24.000 χρόνια. Η πληροφορία γύρω από τους χώρους απόθεσης ραδιενεργών αποβλήτων είναι κρίσιμο να διατηρείται κατά τη διάρκεια αιώνων ή και χιλιετιών και να μεταφέρεται στις μελλοντικές γενιές -γι’ αυτό και πολλές από τις χώρες όπου παράγεται πυρηνική ενέργεια, τείνουν να προτιμούν το χαρτί, την πέτρα ή τα κεραμικά, για να καταγράψουν πού έχουν αποθέσει τέτοια υλικά, αντί να διαλέγουν τα ψηφιακά αρχεία, που θεωρούνται πιο επισφαλή και ευάλωτα στη φθορά ή τη δολιοφθορά.

«Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι πολλές χώρες που παράγουν πυρηνικά θεωρούν τα ψηφιακά αρχεία για τους χώρους απόθεσης αποβλήτων επισφαλή. Η Γαλλία, για παράδειγμα, προτιμά το χαρτί ή έναν συνδυασμό χαρτιού και ψηφιακών αρχείων, δεδομένου ιδίως ότι ο χρόνος ζωής του λεγόμενου “μόνιμου χαρτιού” (σ.σ. τύπος χαρτιού που έχει σχεδιαστεί για να διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς να κιτρινίζει ή να γίνεται εύθραυστο) μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 1000 χρόνια. Οι Γάλλοι πειραματίστηκαν επίσης με τον δίσκο συνθετικού σάπφειρου (sapphire disc), καθώς υπολογίζεται ότι μπορεί ν’ αντέξει μέχρι και 1 εκατ. χρόνια, ενώ το Κέντρο Χρηματοδότησης και Έρευνας της Διαχείρισης Ραδιενεργών Αποβλήτων (RWMC) της Ιαπωνίας έκανε μια πειραματική μελέτη για την ανθεκτικότητα των χαραγμένων σε κεραμικά μηνυμάτων. Συμπέραναν δε, ότι το καρβίδιο του πυριτίου είναι ένα πολλά υποσχόμενο μέσο για την καταγραφή αρχείων κρίσιμης σημασίας. Βρίσκω εντυπωσιακό το γεγονός ότι στην εποχή του ψηφιακού μετασχηματισμού, τα παραδοσιακά μέσα εξακολουθούν να θεωρούνται σημαντικά όταν θέλουμε μια πληροφορία ν’ αντέξει στον χρόνο», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Επαμεινώνδας Χριστοφιλόπουλος, κάτοχος της Έδρας UNESCO για την Έρευνα των Μέλλοντων. Ο ίδιος και άλλα στελέχη της UNESCO κλήθηκαν σχετικά πρόσφατα να συνεργαστούν με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και την Υπηρεσία Πυρηνικής Ενέργειας (ΝΕΑ) που λειτουργεί υπό τη σκέπη του, στο πλαίσιο μελέτης τους για τη διαχείριση ραδιενεργών αποβλήτων και τη διατήρηση σχετικής πληροφορίας στον χρόνο.

Ο …αιλουροειδής μετρητής Γκάιγκερ

Κατά τον Επαμεινώνδα Χριστοφιλόπουλο, ακόμη και στη σημερινή ψηφιακή εποχή, το εκτυπωμένο χαρτί «μετράει». «Και παλαιότερα, άλλωστε, στην εποχή της αναλογικής φωτογραφίας, το φωτογραφικό φιλμ ήταν πιθανό να φθαρεί αρκετά γρήγορα, ενώ οι εκτυπωμένες φωτογραφίες διατηρούνται για πάρα πολλά χρόνια. Π.χ., πολλοί από εμάς έχουμε φωτογραφίες των παππούδων μας από το 1930, ενώ έχουμε χάσει κάποιες των παιδιών μας, που τις είχαμε τραβήξει με κινητό. Αντίστοιχα, ό,τι χαράσσεται σε πέτρα αντέχει στον χρόνο. Οι αρχαίες ελληνικές επιγραφές σε πέτρα ή μάρμαρο, για παράδειγμα, μπορεί να θάφτηκαν, μπορεί να κάηκαν, αλλά ακόμη και σήμερα μεταφέρουν την πληροφορία που κατεγράφη σε αυτές» σημειώνει και προσθέτει ότι, ορισμένες φορές, ούτε το χαρτί ή η πέτρα είναι αρκετά. Γι’ αυτό στη συγκεκριμένη μελέτη του ΟΟΣΑ και της ΝΕΑ εξετάστηκαν και μέθοδοι, οι οποίοι παραπέμπουν σε επιστημονική φαντασία.

Μεταξύ αυτών των μεθόδων, εξηγεί ο Επαμεινώνδας Χριστοφιλόπουλος, περιλαμβάνεται η πρόταση που είχαν κάνει οι φιλόσοφοι Φ. Μπαστίντ (F. Bastide) και Π. Φαμπρί (P. Fabbri), στο πλαίσιο συμμετοχής τους σε έρευνα του 1984, σχετικά με το πώς μπορεί να επιτευχθεί επικοινωνία με τις επόμενες γενιές σε βάθος 10.000 ετών. Η πρότασή τους αποτελούταν από δύο βήματα: πρώτον, να δημιουργηθεί γενετικά ένα είδος γάτας που να αλλάζει …χρώμα όταν υπάρχει ραδιενέργεια και, δεύτερον, να διαμορφωθεί μια κουλτούρα γύρω από αυτή τη γάτα, «ώστε αν η γάτα σου αλλάξει χρώμα, όλοι να γνωρίζουν πως πρέπει να απομακρυνθείς από το μέρος όπου βρίσκεται». Οι «ραδιογάτες» («ray cats») θα λειτουργούσαν έτσι ως ζωντανοί δείκτες κινδύνου. Η επιλογή της γάτας έγινε λόγω της μακρόχρονης ιστορίας συνύπαρξής τους με τον άνθρωπο. Για να μπορέσει να μεταφερθεί το μήνυμα στο μέλλον, η σημασία αυτών των γατιών θα έπρεπε να ενσωματωθεί στη συλλογική συνείδηση της κοινωνίας. Για τον σκοπό αυτό, οι Bastide και Fabbri πρότειναν τη δημιουργία αφηγήσεων και μύθων, οι οποίοι θα μεταδίδονταν μέσω της ποίησης, της μουσικής και της ζωγραφικής. Έτσι, το νόημα του «αιλουροειδούς μετρητή Γκάιγκερ» θα διαδιδόταν και θα ενσωματωνόταν πολιτισμικά με την πάροδο του χρόνου.

Αναπροσδιορίζοντας το πλαίσιο

Η ομάδα της UNESCO ετοιμάζει σενάρια για το μέλλον. Πώς όμως μπορείς να ετοιμάσεις σενάρια σχετικά με υλικά που ο χρόνος ημιζωής τους είναι εκατοντάδες ή και χιλιάδες χρόνια, όπως τα ραδιενεργά απόβλητα; «Στην περίπτωση της μελέτης του ΟΟΣΑ για τα ραδιενεργά απόβλητα δουλέψαμε για εκατοντάδες χρόνια μετά, ενώ συνήθως τα σενάρια διατυπώνονται για περίοδο 20-30 ετών μπροστά. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν διατυπώνουμε σενάρια, αλλά κάνουμε αυτό που αποκαλείται “reframing”, δηλαδή επαναπροσδιορίζουμε το πλαίσιο. Εν προκειμένω ζητήσαμε από τις συμμετέχουσες στη μελέτη ομάδες να λάβουν υπόψη μια σειρά από υποθετικά δεδομένα για ένα πολύ μακρινό μέλλον, όπου έχει συμβεί μια μαζική καταστροφή, δεν υπάρχουν πια τα γεωγραφικά σύνορα όπως τα γνωρίζαμε, ενώ μεγάλο μέρος της γνώσης έχει χαθεί» σημειώνει ο Επαμεινώνδας Χριστοφιλόπουλος, ο οποίος είναι επίσης πρόεδρος του MOMus, που ενώνει υπό τη σκέπη του πέντε μουσεία σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα.

Μπορεί η τέχνη να λειτουργήσει ως ένας ακόμη τρόπος για να μείνει επί αιώνες ζωντανή η μνήμη γύρω από τους χώρους υπόγειας απόθεσης ραδιενεργών αποβλήτων; Η απάντησή του είναι καταφατική, αρκεί -όπως λέει- το μέσο (το υλικό) να είναι πολύ ανθεκτικό και το μήνυμα του έργου τέχνης ξεκάθαρο όχι μόνο για τις τρέχουσες, αλλά και για τις μελλοντικές γενιές, ασχέτως της κλίμακάς του. Θα μπορούσε να αξιοποιηθεί η λεγόμενη τέχνη σε τοπίο (landscape art), με δημιουργία γεωοανάγλυφων από φυσικά και άλλα υλικά, τα τοπόσημα που λειτουργούν σαν ρολόγια αντίστροφης μέτρησης για τη λήξη της ημιζωής των ραδιενεργών αποβλήτων ή και προσόψεις κτηρίων, βαμμένες με ειδικά χρώματα, προγραμματισμένα να «ξεφτίζουν» καθώς κυλάει ο χρόνος μέχρι τα υλικά αυτά να γίνουν πλήρως ακίνδυνα. «Το πολύ θετικό», καταλήγει ο Επαμεινώνδας Χριστοφιλόπουλος, «είναι ότι υπάρχει προχωρημένη ωριμότητα της ανθρωπότητας για τη διατήρηση της πληροφορίας γύρω από τα ραδιενεργά απόβλητα ακόμη και για 1000 χρόνια μετά, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με άλλα ζητήματα φλέγουσας σημασίας, όπως η κλιματική κρίση, όπου δυστυχώς δεν υπάρχει κοινωνική ωριμότητα»._

Αλεξάνδρα Γούτα

©amna.gr
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com