Ένας νεαρός άνδρας που επιθυμεί διακαώς να ανήκει κάπου, ζει την περίοδο του μεσοπολέμου και της Μεγάλης Ύφεσης στη Γερμανία, η οποία μαστίζεται από τον πληθωρισμό, την ανεργία, την πείνα, τη φτώχεια και την έλλειψη στέγης. Είναι ο Σλάντεκ, και μέσα από το ομώνυμο έργο που έγραψε το 1928 ο Ödön von Horváth, βλέπουμε τη δυνατότητα που δίνει αυτή η κατάσταση σε ακραίες πολιτικές ομάδες, όπως το Ναζιστικό Κόμμα, να κερδίσουν τις καρδιές των ηττημένων και των φτωχών.
«Η αίσθηση που είχα εγώ γι’ αυτό το κείμενο όταν το πρωτοδιάβασα, είναι ότι είναι κάτι σαν …απόγονος του Βόιτσεκ (σ.σ. έργο του Γκέοργκ Μπύχνερ). Έχουμε στο επίκεντρο της ιστορίας έναν νέο ο οποίος δεν πιστεύει σε τίποτα, απλά θέλει να ανήκει κάπου. Οι συνθήκες είναι δύσκολες και κάτω απ’ αυτές η γέννηση του φασισμού όχι απλά ευνοείται, νομίζω είναι εκ των ουκ άνευ», δηλώνει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Θάνος Νίκας, που σκηνοθετεί το έργο, το οποίο ανεβάζει η θεατρική ομάδα Ars Moriendi στο Goethe-Institut Thessaloniki. Το έργο στην ουσία απεικονίζει την άνοδο του φασισμού στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, έτσι όπως την απεργάζεται ο μυστικός, παραστρατιωτικός Μαύρος Στρατός.
Όπως επισημαίνει ο σκηνοθέτης, ο Σλάντεκ ήταν έναν υπαρκτό πρόσωπο και η ιστορία του αληθινή. Ζει με μία γυναίκα 15 χρόνια μεγαλύτερή του, μία χήρα που ο άντρας της χάθηκε στον πόλεμο, την οποία κάποια στιγμή σκοτώνει. «Στο τέλος φτάνουμε στο κομμάτι της γυναικοκτονίας. Ο ρόλος της γυναίκας μέσα στο φασιστικό ιδεώδες, είναι είτε να είναι η μάνα του νέου στρατιώτη είτε να αποτελεί αντικείμενο απόλαυσης και ηδονής. Αυτοί είναι οι δύο ρόλοι τους οποίους αναγνωρίζει ουσιαστικά ένα φασιστικό καθεστώς. Και μέσα σ’ αυτό, βλέπουμε όλη την πάλη του Σλάντεκ, το ποια είναι η θέση του απέναντι στην κοινωνία, στα πράγματα, στο άλλο φύλο, σαν άνθρωπος… Υπάρχει μια πολύ χαρακτηριστική φράση στο έργο που λέει: “ Oι σκοτωμοί είναι ατελείωτοι στη φύση, αυτό δεν αλλάζει”», λέει ο κ. Νίκας.
Η συγκεκριμένη θεατρική παράσταση παρουσιάζει το πώς οι κοινωνικές συνθήκες οδηγούν τους «μικρούς» ανθρώπους σε πράξεις απελπισίας και ωμής βίας, ανοίγοντας το δρόμο σε δικτάτορες και φασίστες που εξοντώνουν όποιον στέκεται εμπόδιο στο διάβα τους: Γυναίκες, ομοφυλόφιλους, Εβραίους, κομμουνιστές, δημοκράτες… Σύμφωνα μάλιστα με τον Θάνο Νίκα, «χρειάζεσαι ένα θύμα για να μπορέσεις να το μετατρέψεις σε όπλο». «Αυτοί οι άνθρωποι μετατρέπονται σε όπλα, το οποίο -απ’ ό,τι βλέπω- δεν έχει αλλάξει και πολύ. Όλη αυτή η διαδικασία του φανατισμού και του περιορισμού της γλώσσας μέσω των διαφόρων ακραίων ιδεολογιών, αποτελούν τα στάδια για το πώς αναπτύσσεται ουσιαστικά το κομμάτι του φασισμού», υπογραμμίζει.
Άλλωστε το έργο προβλέπει με τρομακτική ακρίβεια τον κύκλο της βίας που επρόκειτο να εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη. «Ο γερμανικός φασισμός της δεκαετίας του 1920 και του 1930 δεν υπάρχει πια, αλλά η Ιστορία σήμερα δημιουργεί ομοιότητες που μας καλούν να μην εφησυχάζουμε, όπως η ρητορική μίσους στο διαδίκτυο, η φτωχοποίηση της γλώσσας, οι γυναικοκτονίες, η ξενοφοβία, η ομοφοβία, ο τηλεοπτικός και διαδικτυακός λαϊκισμός», αναφέρει η θεατρική ομάδα. «Αυτό που κάνουμε εμείς είναι ότι το ξεκινάμε ουσιαστικά από τη δίκη του Σλάντεκ, το οποίο προσομοιάζει λίγο με τη Δίκη της Νυρεμβέργης. Η μόνη διαφοροποίηση σ’ αυτό το κομμάτι της δίκης, είναι ότι “ δικάζεται” και το θύμα, που είναι η Άννα, η γυναίκα με την οποία είχε σχέση ο Σλάντεκ», προσθέτει ο σκηνοθέτης.
Η παράσταση «Σλάντεκ» πραγματοποιείται υπό την αιγίδα και με την οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού και την υποστήριξη του Goethe-Institut Thessaloniki και ανεβαίνει στην ειδικά διαμορφωμένη Θεατρική Σκηνή του Goethe, με τους θεατές να την παρακολουθούν από πολύ κοντά, ακριβώς δίπλα από αυτό το οποίο παίζεται. Η πρεμιέρα είναι προγραμματισμένη για την ερχόμενη Δευτέρα στις 21:30, ενώ παραστάσεις θα δίνονται κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη έως τις 12 Φεβρουαρίου.
Β. Καζ.