«Κάθε καταγγελία για επίμεμπτη πράξη αστυνομικού, που με οποιοδήποτε τρόπο περιέρχεται σε γνώση της αστυνομίας» διερευνάται πλήρως και ενδελεχώς, τόνισε ο υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη, Ανδρέας Νικολακόπουλος απαντώντας στη Βουλή, σε επίκαιρη ερώτηση της προέδρου της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωής Κωνσταντοπούλου, με θέμα «Το μπάζωμα του τόπου του Εγκλήματος των Τεμπών και οι ενέργειες αρμοδίων αστυνομικών».
Αναπτύσσοντας την ερώτησή της, η κ. Κωνσταντοπούλου είπε ότι υπάρχει ένορκη κατάθεση αστυνομικού στην οποία καταγγέλλει ότι το «μπάζωμα» το ζήτησαν οι κκ Αγοραστός και Τριαντόπουλος, και ότι αυτό, το διεκπεραίωσε ο αστυνομικός Αγάπιος Χαρακόπουλος, αδελφός του βουλευτή της ΝΔ, Μάξιμου Χαρκόπουλου. Σύμφωνα με την κ. Κωνσταντοπούλου, ο κ. Χαρακόπουλος προήχθη σε ταξίαρχο ενώ ο καταγγέλλων, που δεν συναίνεσε στο «μπάζωμα», μπήκε σε θέση «ψυγείου».
Απαντώντας, ο κ. Νικολακόπουλος σημείωσε ότι ο κ. Α. Χαρακόπουλος «προήχθη σε ταξίαρχο με βάση τις αξιολογήσεις και την πορεία του». Όμως, πρόσθεσε, τα αρμόδια όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας, ανάλογα την πρόοδο της ποινικής διαδικασίας και της πειθαρχικής διαδικασίας, που είναι κι αυτή σε εξέλιξη, […] επανέρχονται, εφόσον το κρίνουν, και ανάλογα με την πρόοδο των διαδικασιών αυτών».
Από την πλευρά της, η κ. Κωνσταντοπούλου εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι «ο κ. Μητσοτάκης δεν αγνοούσε ότι έχει τον αδελφό του βουλευτή του, εκεί, στο σημείο (της σύγκρουσης των αμαξοστοιχιών στα Τέμπη) επιτελάρχη, να λύνει και να δένει, και να μπαζώνει και να εκχερσώνει και να απομακρύνει».
Μάλιστα, η κ. Κωνσταντοπούλου έδωσε, προς κατάθεση στα πρακτικά της Βουλής, τα σημεία της δικογραφίας των Τεμπών στα οποία περιλαμβάνονται καταθέσεις αστυνομικών που σχετίζονται με την καταγγελία της, λέγοντας ότι, παίρνει η ίδια την ευθύνη για τη δημοσιοποίησή τους.
Ο στ΄ αντιπρόεδρος της Βουλής, Γ. Λαμπρούλης ο οποίος προήδρευε της συνεδρίασης, είπε ότι τα προς κατάθεση έγγραφα είναι κομμάτια της δικογραφίας, στα οποία έχουν μεν τα κόμματα πρόσβαση αλλά δεν δίδεται η δυνατότητα κατάθεσής τους στα πρακτικά, και ως εκ τούτου, θα παραληφθούν «κλειστά» σε έναν φάκελο.
Ακολούθησε έντονος διάλογος, με την κ. Κωνσταντοπούλου να θεωρεί «αντικανονική» και «παράνομη» την κίνηση του αντιπροέδρου. «Αυτή τη στιγμή μπαζώνετε τα έγγραφα που καταθέτω» είπε η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας: «Με ένα περίεργο τρόπο, οι αντιπρόεδροι της Βουλής, εσείς κ. Λαμπρούλη και η Όλγα Γεροβασίλη εμφανίζονται να στηρίζουν την απόκρυψη στοιχείων από τον κ. Τασούλα. Ο λαός δεν είναι βλαξ» είπε η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας, με τον κ. Λαμπρούλη να της απαντά: «Τι είναι αυτά που λέτε; Δεν ντρέπεστε λίγο; Αυτή η διαδικασία ακολουθείται από το παρελθόν και είναι γνωστή σε εσάς. Είναι απαράδεκτο αυτό που κάνετε. Πετάτε λάσπη και προσπαθείτε πολιτικά να κάνετε εκμετάλλευση», είπε ο κ. Λαμπρούλης.
Στην ανταπάντησή του, ο κ. Νικολακόπουλος είπε ότι η προάσπιση του κύρους της ΕΛΑΣ υπαγορεύει πρωτίστως την εσωτερική διερεύνηση κάθε υπόνοιας παραβατικής συμπεριφοράς εκ μέρους του προσωπικού της: «Διερευνάται πλήρως, ενδελεχώς, με αυστηρότητα και προσοχή, κάθε καταγγελία για επίμεμπτη πράξη αστυνομικού, που με οποιοδήποτε τρόπο περιέρχεται σε γνώση της Αστυνομίας. Και για την συγκεκριμένη υπόθεση διερευνάται από πειθαρχικής πλευράς […] και διενεργείται ένορκη διοικητική εξέταση, από ανώτερο αξιωματικό. Ξέρετε, πάρα πολύ καλά, ως νομικός, και οφείλατε να ξέρετε, αλλιώς τα κάνετε για λόγους εντυπώσεων, ότι η προανακριτική και ανακριτική διοικητική διαδικασία διέπεται και αυτή από την αρχή της μυστικότητας. Δεν μπορούμε να την συζητήσουμε εδώ. Ούτε μπορώ να σας γνωστοποιήσω στοιχεία […] Επίσης, κανένας αστυνομικός δεν τιμωρήθηκε. Ο κ. Χαρακόπουλος μετακινήθηκε σε υπηρεσία εκτός Θεσσαλίας, και ο άλλος αστυνομικός υπηρετεί σε επιτελική θέση της αστυνομικής διεύθυνσης Λάρισας» υπογράμμισε ο κ. Νικολακόπουλος.
Τέλος, και με αφορμή της αντιπαράθεση Κωνσταντοπούλου-Λαμπρούλη, ο πρόεδρος της Βουλής, Νικήτας Κακλαμάνης είπε στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες ότι ο χειρισμός του στ’ αντιπροέδρου ήταν άψογος. Επισήμανε, δε, ότι υπάρχουν δύο σχετικές γνωμοδοτήσεις του επιστημονικού συμβουλίου της Βουλής, μία του 2012, ότι οι δικογραφίες δεν είναι δημόσια έγγραφα, και μία του 2018, ότι τα απόρρητα επιστρέφονται σε αυτόν στον οποίον ανήκουν.-