Ο Φίλιππος Σαχινίδης, πρώην υπουργός και υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ προσδιόρισε, με συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τους στόχους του κόμματός του στις Ευρωεκλογές. «Στόχος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής είναι η εκλογή όσο το δυνατόν περισσότερων ευρωβουλευτών αλλά ταυτόχρονα να λύσουμε και το θεσμικό έλλειμμα της κολοβής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που δημιούργησαν οι εκλογές του Ιουνίου 2023 αφού η χώρα δεν διαθέτει μια αξιόπιστη αξιωματική αντιπολίτευση», αναφέρει ο κ. Σαχινίδης και προσθέτει πώς «κόμματα και πολιτικό προσωπικό θα πρέπει να εξηγήσουν στους πολίτες πως κρίσιμες αποφάσεις που επηρεάζουν την καθημερινότητα τους λαμβάνονται στην ΕΕ και συναποφασίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».
Αφήνει εμμέσως πλην σαφώς αιχμές για τη συγκρότηση των ευρωψηφοδελτίων επισημαίνοντας ότι είναι αναγκαία η επαναξιολόγηση της ανθρωπογεωγραφίας τους προτείνοντας να ανακοινώνονται τουλάχιστον πέντε μήνες πριν την διεξαγωγή των Ευρωεκλογών. «Η συνέχιση της λανθασμένης παράδοσης να επιλέγονται υποψήφιοι με γνώμονα τη δημοφιλία, στέλνει στους πολίτες το προβληματικό μήνυμα ότι οι Ευρωεκλογές είναι μία διαδικασία χαλαρή», υπογραμμίζει ο κ. Σαχινίδης.
Για τις προκλήσεις και τα διλήμματα, που έχει ενώπιον της η ΕΕ τα επόμενα χρόνια, ο Φίλιππος Σαχινίδης τονίζει πώς πρέπει να αναδείξει πολιτικές και να βρει πόρους που θα εγγυώνται την ασφάλεια και τη σταθερότητα των κρατών-μελών της αλλά και της ευρύτερης περιοχής. «Η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει πορεία και να θέσει στο επίκεντρο των πολιτικών της τον άνθρωπο και να ενισχύσει την κοινωνική διάσταση των πολιτικών της με στόχο τη μείωση των ανισοτήτων και της φτώχειας. Χρέος τον φιλοευρωπαϊκών κομμάτων, όπως το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, αλλά και των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, είναι να εργαστούν ώστε τόσο το κόστος όσο και τα οφέλη των πολιτικών της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης να κατανέμονται με κοινωνικά δίκαιο», δηλώνει ο υποψήφιος Ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
Υποστηρίζει πώς αν δεν προχωρήσει η ΕΕ σε αύξηση του προϋπολογισμού της τότε κινδυνεύει να χάσει πολλούς από τους στόχους που έχει θέσει και αυτό μπορεί να γίνει με τον απευθείας δανεισμό της Ε.Ε., όπως συνέβη και στην περίπτωση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς και από την έκδοση ευρώ-ομολόγου.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη του πρώην υπουργού και υποψήφιου ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Φίλιππου Σαχινίδη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, και τον δημοσιογράφο Μιχάλη Μιχαήλ:
ΕΡ: Οι προσεχείς Ευρωεκλογές, κ. Σαχινίδη, θεωρούνται από αρκετούς αναλυτές καθοριστικές για τη πορεία της ΕΕ, κυρίως λόγω των προκλήσεων και των διλημμάτων που έχει μπροστά της. Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, το ίδιο και στη Μέση Ανατολή, θέτοντας θέματα ασφάλειας και άμυνας, παγκόσμια οικονομική αβεβαιότητα, ανισότητες κ.α ζητούν απαντήσεις. Θα δοθούν από τη κάλπη της 9ης Ιουνίου ή πρόκειται για άλλη μία εκλογική αναμέτρηση όπως οι προηγούμενες;
ΑΠ: Οι προσεχείς ευρωεκλογές βρίσκουν την ΕΕ και τους πολίτες της αντιμέτωπους με ένα σχίσμα ανάμεσα στην προγενέστερη κανονικότητα και μια γενικευμένη αβεβαιότητα που τείνει να εξελιχθεί στη νέα κανονικότητα. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή επηρεάζουν τις διεθνείς σχέσεις και ισορροπίες, θέτοντας κρίσιμα ερωτήματα για τη γεωστρατηγική ασφάλεια, ίσως το σημαντικότερο κεκτημένο της Ευρώπης μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.
Η ΕΕ καλείται να αναδείξει πολιτικές και να βρει πόρους που θα εγγυώνται την ασφάλεια και τη σταθερότητα των κρατών-μελών της αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Παράλληλα, ο ανταγωνισμός ΗΠΑ και Κίνας γίνεται ολοένα και πιο αισθητός στην ΕΕ καθώς αλλάζει τη δυναμική του παγκόσμιου εμπορίου σε βάρος της ΕΕ. Η δε κλιματική αλλαγή επηρεάζει καθοριστικά την ευημερία και την ποιότητα ζωής των Ευρωπαίων.
Σε ένα περιβάλλον αλλεπάλληλων κρίσεων και γεωπολιτικών και γεωοικονομικών ανακατατάξεων, η ΕΕ οφείλει να αλλάξει πορεία. Για να το κάνει αυτό, το επόμενο Ευρωκοινοβούλιο θα πρέπει να λάβει σημαντικές αποφάσεις και να προωθήσει θαρραλέες πολιτικές για τα επόμενα χρόνια. Θεωρώ ότι οι πολίτες αντιλαμβάνονται πλήρως τη σημασία των θεσμών της ΕΕ και του Ευρωκοινοβουλίου και θα επιλέξουν, μέσω της ψήφου τους στις εκλογές της 9ης Ιουνίου, κόμματα και πρόσωπα με γνώμονα τις κρίσιμες διακυβεύσεις της επόμενης πενταετίας.
ΕΡ: Με τα τωρινά δεδομένα προβλέπεται ενίσχυση των ακροδεξιών κομμάτων και των ευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων. Πως μπορεί να αντιμετωπιστούν οι “αμφισβητίες” της Ευρωπαϊκής Κοινότητας; Βλέπετε πεδίο συνεννόησης των φιλοευρωπαϊκών κομμάτων;
ΑΠ: Οι επιλογές της ΕΕ στα χρόνια των κρίσεων -απόρροια της κυριαρχίας των συντηρητικών κομμάτων – και η αδυναμία της να στηρίξει τους χαμένους της παγκοσμιοποίησης και των μεγάλων μεταβάσεων, που οδήγησαν σε αύξηση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, τροφοδότησαν τις δυνάμεις της ακροδεξιάς και των ευρωσκεπτικιστών.
Η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει πορεία και να θέσει στο επίκεντρο των πολιτικών της τον άνθρωπο και να ενισχύσει την κοινωνική διάσταση των πολιτικών της με στόχο τη μείωση των ανισοτήτων και της φτώχειας.
Χρέος τον φιλοευρωπαϊκών κομμάτων, όπως το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, αλλά και των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, είναι να εργαστούν ώστε τόσο το κόστος όσο και τα οφέλη των πολιτικών της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης να κατανέμονται με κοινωνικά δίκαιο τρόπο, με ειδική μέριμνα για τη στήριξη και επανένταξη των πολιτών που πλήττονται ιδιαίτερα από τις μεταβάσεις αυτές.
ΕΡ: Πώς εξηγείτε το γεγονός στην Ελλάδα δεν συζητάμε για αυτές τις προκλήσεις της Ευρώπης αλλά εστιάζουμε στη συνηθισμένη εσωτερική κομματική αντιπαράθεση με τοξικότητα και οξύτητα; Φταίει η κυβέρνηση και τα κόμματα που ενδιαφέρονται για τους πολιτικούς συσχετισμούς ή οι πολίτες που δεν νοιάζονται και κοιτάζουν μόνο τα προβλήματά τους; Έχει σημασία ποιοί θα εκλεγούν και γιατί;
ΑΠ: Οι πολίτες προσέρχονται στις κάλπες για τις Ευρωεκλογές κάθε πέντε χρόνια, και εκεί εξαντλείται η συμμετοχή τους στα ευρωπαϊκά δρώμενα. Αυτό έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια την αντιμετώπιση των Ευρωεκλογών, τόσο από τα κόμματα όσο και από τους πολίτες ως μια ακόμα εκλογική αναμέτρηση που δεν αφορά την καθημερινότητά τους.
Κόμματα και πολιτικό προσωπικό θα πρέπει να εξηγήσουν στους πολίτες πως κρίσιμες αποφάσεις που επηρεάζουν την καθημερινότητα τους λαμβάνονται στην ΕΕ και συναποφασίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ένα τέτοια παράδειγμα είναι οι αποφάσεις για την Κοινή Αγροτική Πολιτική που οδήγησαν τους αγρότες στους δρόμους αλλά και οι πολιτικές της ΕΕ για τη μείωση των περιφερειακών και ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων. Τα θέματα αυτά θα συζητηθούν στην επόμενη θητεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και οφείλουμε να εξηγήσουμε στους πολίτες ποιες είναι οι θέσεις μας καθώς η ΕΕ ετοιμάζεται για τη διεύρυνση γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες αλλαγές στην κατανομή των πόρων της ΕΕ μεταξύ των κρατών μελών.
Για το λόγο αυτό είναι αναγκαία η επαναξιολόγηση της ανθρωπογεωγραφίας των ευρωψηφοδελτίων και η θεσμική κατοχύρωση της ανακοίνωσης τους τουλάχιστον πέντε μήνες πριν την διεξαγωγή των ευρωεκλογών. Οι άνθρωποι που θα εκλεγούν θα πρέπει να γνωρίζουν την λειτουργία των ευρωπαϊκών θεσμών και να έχουν εμπειρία από σκληρές και επίπονες διαπραγματεύσεις. Ως Υπουργός Οικονομικών έχω εκπροσωπήσει τη χώρα στο Eurogroup και στο Ecofin και έχω παρακολουθήσει Ευρωπαϊκά Συμβούλια Κορυφής. Έχω παραβρεθεί και συνομιλήσει με πολιτικούς ηγέτες της ΕΕ και συμμετάσχει σε διαπραγματεύσεις και ξέρω πόσο σημαντικό είναι να γνωρίζεις σε βάθος τα θέματα και τι πρέπει να προκρίνεις όταν κάθεσαι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Η συνέχιση της λανθασμένης παράδοσης να επιλέγονται υποψήφιοι με γνώμονα τη δημοφιλία, στέλνει στους πολίτες το προβληματικό μήνυμα ότι οι Ευρωεκλογές είναι μία διαδικασία χαλαρή. Επακόλουθο αυτής της κατάστασης είναι η υποβάθμιση του δημόσιου διαλόγου για τις ευρωπαϊκές προκλήσεις και η επιβολή της εσωτερικής κομματικής ατζέντας. Χρειάζεται επομένως προσπάθεια για τη διαμόρφωση μιας κουλτούρας ευρωπολιτικής προκειμένου κόμματα και πολίτες να παραμένουν σε έναν ανοιχτό, διαρκή διάλογο, ώστε να μην επικεντρώνεται η συζήτηση στο δρόμο για τις ευρωεκλογές αποκλειστικά σε θέματα εσωτερικής πολιτικής.
ΕΡ: Ακούμε και διαβάζουμε για την ανάγκη να γίνουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις κι αλλαγές σ΄ όλα τα επίπεδα της ΕΕ. Ποιές πολιτικές προτείνουν οι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες, να είναι σε προτεραιότητα;
ΑΠ: Η ΕΕ θα πρέπει να δώσει έμφαση στην κοινωνική διάσταση στων οικονομικών πολιτικών της. Έτσι, μεταξύ άλλων θα πρέπει να προχωρήσει στη θέσπιση μόνιμων μηχανισμών για την αντιμετώπιση των οικονομικών διαταραχών προσφέροντας αλληλεγγύη μεταξύ χωρών ακόμα και σε επίπεδο οικονομικών κλάδων (π.χ. για την αντιμετώπιση καταστροφών στη γεωργία). Η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και των κρατικών ενισχύσεων θα πρέπει να επαναξιολογηθούν, δεδομένου των σύγχρονων αναγκών και προκλήσεων, όπως ορθά επισημαίνει και η Έκθεση Λέττα.
Η στρατηγική αυτονομία της ΕΕ, μέρος της οποίας είναι η ενίσχυση της κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας θα πρέπει να έχουν εξέχοντα ρόλο στην εν λόγω ατζέντα. Παράλληλα, θα πρέπει να συνεχίσουν να ενισχύονται και να αναπροσαρμόζονται στα νέα δεδομένα οι πολιτικές για την προστασία της ποιότητας της ζωής, του σεβασμού της ιδιωτικότητας και των ατομικών δικαιωμάτων, την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, καθώς και ο σεβασμός του φυσικού περιβάλλοντος. Αυτές είναι άλλωστε οι πολιτικές που ξεχωρίζουν την ΕΕ από οποιοδήποτε άλλη χώρα ή ένωση κρατών. Ταυτόχρονα, όμως, η ΕΕ έχει ομολογουμένως μείνει πίσω σε θέματα τεχνολογίας (όπως είναι η ψηφιοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη κλπ.) αφιερώνοντας περιορισμένα κεφάλαια για επενδύσεις στον τομέα αυτό. Απαιτούνται επιθετικότερες πολιτικές και συντονισμός ώστε να δημιουργηθούν οικονομίες κλίμακας που θα βοηθήσουν σε αυτή την κατεύθυνση.
ΕΡ: Τα ζητήματα ασφάλειας και η ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας, η αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας, το σύγχρονο ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος αναλύονται σε σημαντικά κείμενα. Στην έκθεση Λέττα, την αναμενόμενη έκθεση Ντράγκι, το πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για τη κοινωνική συνοχή κ.α . Τι λένε γι αυτά οι Σοσιαλδημοκράτες;
ΑΠ: Η Ενιαία Αγορά πρέπει να αποτελεί εργαλείο για την ανοδική κοινωνική κινητικότητα. Όταν χρησιμοποιείται σωστά, με τα κατάλληλα μέτρα προστασίας, αντιπροσωπεύει μια μοναδική ευκαιρία για τη δημιουργία νέων, ποιοτικών θέσεων εργασίας που βελτιώνουν τις ζωές των ανθρώπων και συμβάλλουν στους κοινούς μας στόχους. Με αυτό το πνεύμα, η αναφορά της Έκθεσης στον Ευρωπαϊκό Πυλώνα των Κοινωνικών Δικαιωμάτων είναι πολύ σημαντική.
Υποστηρίζουμε την πρόταση της Έκθεσης για την ανάπτυξη μιας πραγματικής ευρωπαϊκής βιομηχανικής στρατηγικής. Η ΕΕ χρειάζεται κοινούς πόρους χρηματοδότησης – ήρθε η ώρα να ανοίξει η συζήτηση για την έκδοση ευρωομολόγου – και μια νέα ώθηση για την κινητοποίηση των ιδιωτικών κεφαλαίων, για να υποστηρίξει τις βιομηχανίες της ΕΕ, να πραγματοποιήσει την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και να ενισχύσει τις ψηφιακές και ενεργειακές υποδομές όπως και αυτές των μεταφορών.
Η Έκθεση αντιμετωπίζει με ουσιαστικές προτάσεις το ζήτημα της διεύρυνσης της ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές είναι θετικοί στην πρόταση για τη διοικητική και οικονομική υποστήριξη των υποψήφιων χωρών, με πλήρη σεβασμό προς τις θεμελιώδεις αξίες μας.
Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές επικροτούν τις αναφορές της Έκθεσης στην υπεράσπιση της Πολιτικής Συνοχής, τη νέα προσέγγιση στην πολιτική ανταγωνισμού, μια πιο στρατηγική χρήση των δημόσιων προμηθειών, την κοινωνική οικονομία και την κυκλικότητα, και την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
ΕΡ: Βλέπουμε ότι οι ισχυρά οικονομικά κράτη της ΕΕ είναι επιφυλακτικά να χρηματοδοτήσουν τις αλλαγές που χρειάζονται. Πώς θα εξασφαλιστούν τα σημαντικά κονδύλια που απαιτούνται;
ΑΠ: Η ΕΕ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις παγκόσμιες προκλήσεις με τα τρέχοντα επίπεδα προϋπολογισμού. Θα πρέπει να πάρει σημαντικές αποφάσεις ώστε να εξασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους είτε μέσω της αύξησης των καθαρών εισφορών των χωρών είτε μέσω της αύξησης των ιδίων πόρων είτε μέσω της έκδοσης ευρωομολόγων.
Εάν η ομάδα των Ευρωπαίων-Σοσιαλιστών βγει ενισχυμένη, οι επιπλέον πόροι θα μπορούσαν να προέλθουν και από συγκεκριμένες πολιτικές προοδευτικής φορολόγησης τόσο των ιδιαίτερα ισχυρών ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, όσων και επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ε.Ε. Σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και η πρωτοβουλία του ΟΟΣΑ που υιοθετήθηκε από 132 χώρες και αφορά τη θέσπιση ενός ελάχιστου φορολογικού συντελεστή για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις και τους ημεδαπούς ομίλους μεγάλης κλίμακας, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε συμπληρωματικό φόρο έως 15%. Κατ’ αντιστοιχία, η Ε.Ε. θα μπορούσε να θεσπίσει κοινή φορολογική πολιτική για τα μερίσματα ή για την φορολογία επί των ρύπων αλλά και να προωθήσει την φορολογία πλούτου των εκατομμυριούχων.
Ωστόσο, επειδή τα επιπλέον φορολογικά έσοδα είναι πάντα δύσκολο να προσδιοριστούν με ακρίβεια, η επέκταση των πόρων του νέου προϋπολογισμού της Ε.Ε. θα μπορούσε να προέλθει από τον απευθείας δανεισμό της Ε.Ε., όπως συνέβη και στην περίπτωση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς και από την έκδοση ευρώ-ομολόγου.
Δεν είναι μια εύκολη συζήτηση και οι φειδωλοί είναι αντίθετοι σε πολλές από αυτές τις προτάσεις. Αν δεν προχωρήσει η ΕΕ σε αύξηση του προϋπολογισμού της τότε κινδυνεύει να χάσει πολλούς από τους στόχους που έχει θέσει.
ΕΡ: Για τη χώρα μας ποιοί κατά τη γνώμη σας πρέπει να είναι οι άμεσοι στόχοι στο νέο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι; Για το κόμμα σας το ΠΑΣΟΚ , τι θα είναι επιτυχία;
ΑΠ: Η ΕΕ θα πρέπει να γίνει πιο αλληλέγγυα και πιο αυτόνομη καθώς το προσφυγικό και οι συρράξεις στη γειτονιά μας δημιουργούν νέα δεδομένα. Σε ότι αφορά το ΠΑΣΟΚ στόχος μας είναι η εκλογή όσο το δυνατόν περισσότερων ευρωβουλευτών ώστε να ενισχυθεί η διαπραγματευτική μας θέση στο εσωτερικό της ομάδας Σοσιαλιστών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά ταυτόχρονα να λύσουμε και το θεσμικό έλλειμμα της κολοβής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που δημιούργησαν οι εκλογές του Ιουνίου 2023 αφού η χώρα δεν διαθέτει μια αξιόπιστη αξιωματική αντιπολίτευση.
ΕΡ: Εχει τεθεί το θέμα περιορισμού του VETO για να λαμβάνονται πιό γρήγορα κι ουσιαστικά οι αποφάσεις. Πρέπει ή δεν πρέπει να το υποστηρίξει η Ελλάδα και για ποιους λόγους;
ΑΠ: Η συζήτησή για την παραχώρηση των δικαιωμάτων από τα κράτη μέλη προϋποθέτει ότι η Ε.Ε. θα κάνει ουσιαστικά βήματα για να διασφαλιστεί ότι τα πιο αδύναμα κράτη μέλη δεν θα χάσουν από την παραίτηση του δικαιώματος ομοφωνίας. Δηλαδή, πριν ληφθεί οποιαδήποτε τέτοια απόφαση πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις που θα διασφαλίζουν τα ζωτικά συμφέροντα των κρατών μελών όπως η πατρίδα μας.