Δευτέρα 6/11. Ο Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ, μπαίνει στην αίθουσα του Ολύμπιον, «Παύλος Ζάννας» για να ξεκινήσει το masterclass για τον ρόλο της κινηματογραφικής μουσικής, διοργανωμένο από το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Απόλυτη ησυχία. Του έκανε τόση εντύπωση που η πρώτη του φράση ήταν: «νιώθω πως είμαι ιερέας, χωρίς να βρίσκομαι σε εκκλησία». Ξεσπάσαμε σε γέλια. Η αμεσότητα της φράσης του αυτής, σε συνδυασμό με τον απλό και ευθύ χαρακτήρα του, οδήγησαν σε μια συζήτηση με το κοινό, πλούσια σε συμβουλές, γνώσεις και χιούμορ.
Τα έργα που ξεχώρισαν
Τα μπλε, βελούδινα καθίσματα της αίθουσας γέμισαν γρήγορα από άτομα ποικίλων ηλικιών και εθνικοτήτων. Άτομα που δεν ανήκαν απαραίτητα στον χώρο του κινηματογράφου ή της μουσικής, αλλά που επιθυμούσαν να γνωρίσουν και να μάθουν από αυτόν τον καταξιωμένο -διεθνώς- μουσικοσυνθέτη, τού οποίου το έργο έχει «ντύσει» πλήθος ταινιών, όπως του Τόμας Βίντερμπεργκ και του Κριστόφ Κισλόφσκι. Η βιογραφία του εμπλουτίζεται από δύο βραβεία σεζάρ για τη μουσική σύνθεση των ταινιών « Η Τριλογία των Χρωμάτων: Κόκκινο» και «Ελίζα» των Κριστόφ Κισλόφσκι και Ζαν Πεκέ, αντίστοιχα, ενώ απέσπασε και την αργυρή άρκτο για το “ An Island on Bird Street” του Σόρεν Γιάκομπσεν.
«Όταν σε καλεί ένας σκηνοθέτης σημαίνει ότι σού έχει απόλυτη εμπιστοσύνη»
Στην ερώτηση για τον τρόπο σύνθεσης κινηματογραφικής μουσικής και τη μεθοδολογία που ο ίδιος ακολουθεί, η απάντησή του ήταν πως «αφουγκράζεται» και «νιώθει» την μουσική που θα ολοκληρώσει την ταινία. «Μεταφυσική» τη χαρακτηρίζει, γιατί μόνο να τη νιώσει και να την ακούσει μπορεί κανείς. Και αυτή είναι η μαγεία της. Να προκαλεί συναισθήματα και να τα εντείνει. Παράπονό του; Η επιθυμία, ορισμένων σκηνοθετών, να αφαιρέσει το «βάρος» που χαρακτηρίζει τη μουσική του και η αδυναμία των σκηνοθετών του Χόλιγουντ να λάβουν αποφάσεις σχετικά με αυτήν, καθώς η επιλογή της είναι μια «στιχομυθία» μεταξύ σκηνοθέτη και μουσικοσυνθέτη. «Όταν σε καλεί ένας σκηνοθέτης σημαίνει ότι σου έχει απόλυτη εμπιστοσύνη», είπε χαρακτηριστικά και δεν έκρυψε πως πολλές φορές, όταν ήταν νεότερος, αναρωτιόταν γιατί παρόλο που η μουσική του άρεσε στους σκηνοθέτες τού έλεγαν να την αλλάξει.
Η επταετία του Κισλόφκι και ο ξεχωριστός τρόπος σύνθεσης
Η πιο παραγωγική περίοδος της ζωής του ήταν τα χρόνια από το 1988-1995, εξαιτίας του σκηνοθέτη, και αργότερα φίλου του, Κριστόφ Κισλόφσκι, με τον οποίο σε αυτό το μικρό διάστημα δημιούργησαν 17 ταινίες. Θα περίμενε κανείς πως ένα άτομο που συνθέτει κινηματογραφική μουσική θα παρακολουθεί και ταινίες. Στην περίπτωση του Πράισνερ συμβαίνει το εξής παράδοξο: δεν έχει κάποιο ενδιαφέρον γι’ αυτόν ο κινηματογράφος. Το 1989 ήταν η τελευταία φορά που βρέθηκε εκεί. Αυτό που απολαμβάνει είναι μόνο η δημιουργία της μουσικής για την ταινία. Έχει παρατηρήσει πως στις σύγχρονες ταινίες η μουσική επένδυση είναι ίδια και διακόπτεται απότομα. Ο τρόπος που ο ίδιος συνθέτει, δεν είναι συμπαθής από τους διευθυντές ορχήστρας, αλλά ούτε και από τους σκηνοθέτες, που φοβούνται τη σιγή.
Η μουσική του έχει μια ροή, ο ρυθμός και η ένταση εναλλάσσονται ανάμεσα στις σκηνές, αλλά η ροή παραμένει και δεν διακόπτεται βίαια. Κάτι που δεν δίστασε να αναφέρει είναι πως δεν ακούει τη μουσική του, παρά μόνο όταν τη γράφει. Επίσης, έχει έναν δικό του, ξεχωριστό τρόπο να τοποθετεί την ορχήστρα, να μπλέκει τα όργανα μεταξύ τους και να καταφέρνει να μεταφέρει την ένταση και τη σφοδρότητα της μουσικής στον ακροατή και θεατή. Καταφέρνει όλα τα όργανα να ακούγονται από παντού. Αυτό απαιτεί φαντασία. Τόνισε πως η φαντασία και η πίστη στον εαυτό σου είναι απαραίτητα για κάθε μουσικοσυνθέτη, ο οποίος οφείλει να υπερασπιστεί το έργο του σε κάθε περίπτωση και να είναι σίγουρος γι’ αυτό.
Τα χρόνια πριν από τη σύνθεση
Μίλησε και για τις δυσκολίες που συνάντησε μέχρι να αρχίσει να συνθέτει. «Δεν είχα εύκολη ζωή», είπε. Τη δεκαετία του 60’ δεν υπήρχαν μουσικά σχολεία και όταν πια ιδρύθηκαν και μπορούσε να πάει, ο πατέρας του αποφάσισε να γυρίσουν, όλοι μαζί, στο χωριό για να βοηθήσει τους γονείς του με τις αγροτικές δουλειές. Οπότε, κι άλλη αναβολή στο όνειρο. Όταν ήταν έφηβος, συμμετείχε σε μια μπάντα και η στιγμή που κατάλαβε πως όντως η σύνθεση μουσικής είναι αυτό που θέλει να κάνει στη ζωή του, ήταν σ’ ένα καμπαρέ. Δεν ήξερε τις νότες αλλά ήταν αποφασισμένος να μάθει όσα χρειάζονται για να συνθέτει μουσική. Το 1975 ξεκίνησε να μαθαίνει και μέσα σε δύο χρόνια έγραφε για ορχήστρες. Αυτό θα πει να έχεις πάθος για τη μουσική και το έργο σου και να μην επιτρέπεις στις δυσκολίες, όσο πίσω κι αν σε κρατάνε, να σε εμποδίσουν να θέσεις ένα στόχο και να τον πετύχεις.
*Η Σοφία Θεολόγου είναι φοιτήτρια στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ