«Οι ευθύνες της κυβέρνησης της ΝΔ είναι πρωτοφανείς, δεν μπορούμε να αρκούμαστε σε γενικόλογες διαπιστώσεις όπως αυτές που κάνει ο κ. Μητσοτάκης, ότι “έχουμε κλιματική κρίση”», δήλωσε η υποψήφια για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Έφη Αχτσιόγλου, η οποία επισκέφθηκε τις πληγείσες από τις πυρκαγιές περιοχές του Έβρου, συνοδευόμενη από τον Αλέξη Χαρίτση, μέλος της ΠΓ και βουλευτή Μεσσηνίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Η κυρία Αχτσιόγλου έκανε λόγο για «αποκαρδιωτικές εικόνες». Σχολίασε ότι «η κλιματική κρίση δεν είναι δικαιολογία για να κρύβεται πίσω της ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση», αλλά ένα γεγονός το οποίο «απαιτεί να λαμβάνονται μέτρα και να αναπτύσσονται δράσεις». «Εδώ είναι προφανές ότι δεν υπήρξαν καθόλου έργα πρόληψης, δεν υπήρξε καμία επένδυση στις δασικές υπηρεσίες προκειμένου να προστατευθούν τα δάση», σημείωσε, προσθέτοντας ότι δεν υπήρξε προετοιμασία «ούτε σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της καύσιμης ύλης». Είπε ακόμη ότι υπήρχε έλλειψη των αναγκαίων μέσων και δυναμικού και σε ό,τι αφορά την κατάσβεση των πυρκαγιών. «Η κυβέρνηση δεν επένδυσε στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, δεν έγιναν οι αναγκαίες προσλήψεις. Βρεθήκαμε με 3.500 κενά στην Πυροσβεστική», ανέφερε. Προσέθεσε ότι και μετά την καταστροφή «υπάρχει πολύ μεγάλη καθυστέρηση σε ό,τι αφορά την αποζημίωση και την αποκατάσταση». «Ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση καθυστέρησαν παροιμιωδώς στο να καταθέσουν αίτημα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αναγκαία στήριξη. Δεν έχουν ακόμα απαντήσει αν έκαναν αίτημα για χρηματοδότηση από το Ταμείο Αρωγής, ενώ άλλες χώρες που έχουν αντιμετωπίσει παρόμοιες καταστροφές έχουν κινηθεί μέσα σε διάστημα ελάχιστων ημερών», είπε. Η κυρία Αχτσιόγλου τόνισε ότι και οι άνθρωποι της περιοχής «καταγγέλλουν ότι δεν έχουν καμία σαφή απάντηση ως προς το πώς θα αποζημιωθούν για τις καταστροφές στο αγροτικό και στο ζωικό κεφάλαιο».
Καταληκτικά ανέφερε ότι «πρόκειται για μία συνολική απουσία του κρατικού μηχανισμού» και ότι «οι ευθύνες του λεγόμενου ”επιτελικού κράτους” είναι πρωτοφανείς και ξεκάθαρες». Τόνισε ότι ο κ. Μητσοτάκης αντί «να επιχειρεί διαρκώς μια επικοινωνιακή διαχείριση» θα έπρεπε να έρθει στην περιοχή να πει στους πολίτες συγκεκριμένα τι δεν έγινε την προηγούμενη περίοδο και «να τους δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις για το πώς θα μπορέσουν οι άνθρωποι αυτοί να βάλουν ξανά σε τάξη τη ζωή τους».