Ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο αντιδιαβητικό φάρμακο, η μετφορμίνη, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στο μέλλον και ως μέσο πρόληψης για την άνοια. Μια νέα έρευνα, με επικεφαλής μια ελληνικής καταγωγής ενδοκρινολόγο στην Αυστραλία, τη δρα Κατερίνα Σαμαρά, δείχνει πως οι ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 που παίρνουν μετφορμίνη, εμφανίζουν βραδύτερη εξασθένηση των γνωστικών λειτουργιών τους και μικρότερη πιθανότητα άνοιας αργότερα.
Η μετφορμίνη είναι φάρμακο πρώτης γραμμής για τις περισσότερες περιπτώσεις διαβήτη τύπου 2 και ένα από τα συχνότερα συνταγογραφούμενα φάρμακα στον κόσμο. Εκατομμύρια άνθρωποι διεθνώς το παίρνουν για να βελτιώσουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους.
Η νέα μελέτη παρατήρησης (όχι κλινική δοκιμή) από επιστήμονες του Ινστιτούτου Ιατρικής Έρευνας Garvan και του Πανεπιστημίου της Νέας Νότιας Ουαλίας, η οποία αφορούσε 1.037 άτομα ηλικίας 70 έως 90 ετών στο Σίδνεϊ και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό για θέματα διαβήτη «Diabetes Care», δίνει νέες ελπίδες για μείωση του κινδύνου άνοιας όχι μόνο στους διαβητικούς αλλά και στους ανθρώπους χωρίς διαβήτη.
«Αποκαλύψαμε τις πολλά υποσχόμενες δυνατότητες ενός ασφαλούς και ευρέως χρησιμοποιούμενου φαρμάκου, το οποίο θα μπορούσε να αλλάξει τη ζωή των ασθενών που κινδυνεύουν από άνοια, καθώς και των οικογενειών τους. Για εκείνους με διαβήτη τύπου 2, η μετφορμίνη μπορεί να προσθέσει κάτι έξτρα στη συνήθη μείωση της γλυκόζης: το όφελος για τη νοητική υγεία τους», δήλωσε η δρ Σαμαρά.
Ο διαβήτης τύπου 2 συμβαίνει, όταν το σώμα αδυνατεί πια να παράγει επαρκή ινσουλίνη για τις ανάγκες του, με συνέπεια τα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο σώμα να ξεφεύγουν από τα φυσιολογικά επίπεδα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διάφορες μακροχρόνιες επιπλοκές, μεταξύ των οποίων η εξασθένηση των γνωστικών λειτουργιών του εγκεφάλου.
«Καθώς γερνάνε, οι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 αντιμετωπίζουν ένα εντυπωσιακά αυξημένο κατά 60% κίνδυνο εμφάνισης άνοιας», ανέφερε η κ. Σαμαρά. Όμως, όπως έδειξε η νέα έρευνα, η λήψη μετφορμίνης επιβραδύνει σημαντικά τη γνωστική εξασθένηση και μειώνει τον κίνδυνο άνοιας. Μετά από έξι χρόνια θεραπείας με μετφορμίνη, οι διαβητικοί δεν έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο άνοιας από ό,τι οι άνθρωποι χωρίς διαβήτη.
Η μετφορμίνη χρησιμοποιείται κατά του διαβήτη για περισσότερα από 60 χρόνια, καθώς μπορεί να μειώσει την ποσότητα γλυκόζης που απελευθερώνεται από το ήπαρ στο αίμα και επιτρέπει στα κύτταρα του σώματος να ανταποκριθούν καλύτερα στα επίπεδα του σακχάρου. Μελέτες κατά την τελευταία δεκαετία έχουν δείξει οφέλη της μετφορμίνης και για άλλες παθήσεις, όπως καρκίνο, καρδιοπάθεια, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, παχυσαρκία κ.α.
«Η νέα μελέτη παρέχει ενθαρρυντικές αρχικές ενδείξεις ότι η μετφορμίνη μπορεί να προστατεύσει και έναντι της γνωστικής εξασθένησης και μάλιστα όχι μόνο στους διαβητικούς», τόνισε η κ. Σαμαρά, η οποία ήδη σχεδιάζει μια μεγάλη τυχαιοποιημένη και ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο (πλασίμπο) κλινική δοκιμή της μετφορμίνης σε ανθρώπους που ανήκουν σε ομάδες κινδύνου για άνοια.
Στόχος, όπως είπε, είναι «κατά πόσο μπορούμε να αναπροσανατολίσουμε αυτό το φθηνό φάρμακο με το ασφαλές προφίλ, ώστε να βοηθήσει στην πρόληψη της γνωστικής εξασθένησης των ηλικιωμένων».